Αν ένα κόμμα θέλει να θεωρείται κόμμα εξουσίας, πρέπει να βασίζεται σε ιδέες. Η παρουσία ενός κόμματος στην κοινωνία εξουσίας δεν σχετίζεται αποκλειστικά και μόνο με τα πρόσωπα. Γι αυτό το λόγο, το νέο στοίχημα για τον ΣΥΡΙΖΑ, στην μετά Αλέξη Τσίπρα εποχή, είναι να αποδείξει ότι ήταν ένα κόμμα που χαρακτηρίζεται από ιδέες και όραμα και πως δεν χάθηκαν με την παραίτηση του σημαντικότερου μέχρι στιγμής ηγέτη του, όλα όσα τον έφεραν μέχρι το Μέγαρο Μαξίμου.
Οι βουλευτές του κόμματος που εξελέγησαν στη νέα Βουλή πρέπει να αντιληφθούν το βάρος της ευθύνης που τους αναλογεί για τα χαμηλά ποσοστά που πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο ρόλος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τον οποίο τον έδωσε στο κόμμα τους ο λαός, είναι σημαντικός, αν και αποδυναμωμένος. Ωστόσο, οι πολίτες που τους έδωσαν την ψήφο τους πρέπει να αισθάνονται ότι η εκπροσώπησή τους στη Βουλή θα είναι αντάξια του θεσμικού ρόλου της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πως δεν θα ασκείται κριτική στην κυβέρνηση μόνον από τα μικρότερα κόμματα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει στη νέα κοινοβουλευτική περίοδο να απαντήσει αν είναι τελικά ένα ευκαιριακό κόμμα ή ένα κόμμα εξουσίας που περνά τη δική του κρίση. Αν ήταν μία κακή παρένθεση η πορεία του στις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις και αν θα ανασυγκροτηθεί ώστε να αποδείξει μπορεί να επιστρέψει στην εξουσία. Οφείλουν να σεβαστούν τη λαϊκή εντολή και να προσπαθήσουν να επανέλθουν στο πολιτικό προσκήνιο με σημαία τις ιδέες τους. Η ευθύνη τους απέναντι στους ψηφοφόρους τους είναι ιστορική. Αλλιώς τους περιμένει το χρονοντούλαπο της ιστορίας.
Η περίοδος των μνημονίων δεν προκάλεσε μόνο οικονομική κρίση στην Ελλάδα, αλλά και πολιτική. Πολιτικές δυνάμεις εκμεταλλεύτηκαν την αγανάκτηση των πολιτών για τη σκληρή λιτότητα, με αποτέλεσμα να μπουν στη Βουλή ακραίες φωνές ενώ ΣΥΡΙΖΑ εκείνη την εποχή έγινε κυβέρνηση. Σήμερα, με τη χώρα μας να έχει αφήσει οριστικά πίσω της τα μνημόνια, ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να είναι η δεύτερη πολιτική δύναμη, ενώ η ελληνική κοινωνία – ανεξαρτήτων των πρόσφατων εκλογικών αποτελεσμάτων – αναζητά ιδέες που θα αλλάξουν τα κακώς κείμενα. Γι αυτό και η αποχή παραμένει σταθερά πάνω από το 40%. Η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει ανάγκη από όραμα και ιδέες που θα την βγάλουν στο ξέφωτο, αφήνοντας οριστικά στο περιθώριο τις δυνάμεις του λαϊκισμού.