ΥΓΕΙΑ

Η ομοφυλοφιλία δεν είναι ψυχική διαταραχή

η-ομοφυλοφιλία-δεν-είναι-ψυχική-διατα-60199

Από τους πρώτους που μίλησαν για την ομοφυλοφιλία ήταν ο Σίγκμουντ Φρόιντ, ο πατέρας της ψυχοδυναμικής θεωρίας. Ο Φρόιντ πίστευε ότι η ομοφυλοφιλία δεν είναι έμφυτη, αλλά είναι το αποτέλεσμα συγκεκριμένων ψυχολογικών ενεργειών κατά την παιδική ηλικία. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την θεωρία του, καθοριστικός παράγοντας για να γίνει ένα αγόρι ομοφυλόφιλο (ο Φρόιντ αναφέρθηκε κυρίως στην ανδρική ομοφυλοφιλία) είναι η φάση πολύ ισχυρής αλλά σύντομης δυνατής συσχέτισης του παιδιού με κάποια γυναίκα.

Η γυναίκα αυτή μπορεί να είναι η μητέρα του παιδιού ή οποιαδήποτε άλλη θηλυκή (ή μητρική) φιγούρα ήταν έντονα παρούσα στην παιδική ηλικία του αγοριού. Υστερα από αυτή τη φάση ενασχόλησης η κυρίαρχη θηλυκή φιγούρα χάνεται και μαζί με αυτή χάνεται και το Αντικείμενο του παιδιού. Ετσι, σύμφωνα με τον Φρόιντ το Εγώ αντικειμενικοποιεί τον ίδιο του τον εαυτό μετατρέποντάς τον στη φιγούρα αυτή. Αλλος καθοριστικός παράγοντας για την εκδήλωση της ομοφυλοφιλίας είναι η έντονη απουσία του πατέρα η οποία σύμφωνα με τον Φρόιντ «δεν είναι απίθανο να οδηγήσει στην ίδια ψυχολογική αποτύπωση». Σύμφωνα λοιπόν με τον Φρόιντ, τον πατέρα της Ψυχανάλυσης, μια ομοφυλόφιλη σχέση δεν είναι απλά μια ερωτική επαφή μεταξύ δύο ανδρών με την οποία ικανοποιούν τις σεξουαλικές ορμές τους. Είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό, καθώς εμπλέκει μια βαθύτερη συναισθηματική και ψυχολογική σύνδεση των δύο ατόμων, όπως ακριβώς συμβαίνει και στις ετεροφυλόφιλες σχέσεις.

Φυσικά η οπτική γωνία από την οποία έβλεπε ο Φρόιντ τις ομοφυλόφιλες σχέσεις ήταν εντελώς διαφορετική από αυτήν των ετεροφυλόφιλων σχέσεων, αλλά γενικότερα εξέφρασε αρκετά προοδευτικές ιδέες για την εποχή του.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ομοφυλοφιλική δραστηριότητα στην εφηβεία (εφηβικές ανησυχίες, τον πειραματισμό, ταυτόχρονα με το ξύπνημα των αισθήσεων και την ανάπτυξη της σωματικής ικανότητας για σεξουαλική πράξη) είναι περισσότερο συχνή απ’ ότι στην ενήλικη ζωή, ωστόσο ένα μικρό ποσοστό από αυτούς τους εφήβους γίνονται ομοφυλόφιλοι στην ενήλικη ζωή.

Φυσικά, η δόμηση μιας ταυτότητας δεν είναι εύκολη υπόθεση για κανέναν έφηβο, πόσο μάλλον για τους ομοφυλόφιλους, που καλούνται να συνειδητοποιήσουν τον «ιδιαίτερο» σεξουαλικό προσανατολισμό τους και να συμφιλιωθούν μαζί του. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι κάθε ομοφυλόφιλος/η, στην ηλικία των 8-9 ετών περίπου, αντιλαμβάνεται ότι ελκύεται από άτομα του ίδιου φύλου -γεγονός που συνειδητοποιεί πιο έντονα την περίοδο της εφηβείας. Τότε κάθε ομοφυλόφιλος έρχεται αντιμέτωπος με ένα ψυχολογικό χάσμα: νιώθει εγκλωβισμένος σε έναν κόσμο από τον οποίο

παραστήσουν τους ετεροφυλόφιλους και για να το αποδείξουν, ή καλύτερα να το επιδείξουν, επιδίδονται σε σχέσεις ή ακόμη και σε σεξουαλικές επαφές με άτομα του άλλου φύλου. Οι ομοφυλόφιλοι νέοι λοιπόν, ζώντας σε ένα καθεστώς τρόμου μήπως κάποιος από το περιβάλλον τους ανακαλύψει την αλήθεια, μεγαλώνουν αναπτύσσοντας αρνητική εικόνα για τον εαυτό τους, χαμηλή αυτο-εκτίμηση και αυτο-πεποίθηση.

Δύο συνήθη ερωτήματα που απασχολούν κάθε ομοφυλόφιλο είναι «Ποιος είμαι;», και «Γιατί είμαι ομοφυλόφιλος;». Υπάρχουν πολλές θεωρίες γύρω από την αιτιολογία της ομοφυλοφιλίας, οι οποίες έχουν διαφορετικές επιστημολογικές αφετηρίες και μεγάλες διαφορές μεταξύ τους. Μερικές υποστηρίζουν ότι η ομοφυλοφιλία είναι κληρονομική, άλλες ότι οφείλεται σε συγγενή ή επίκτητη έλλειψη των ειδικών για κάθε φύλο ορμονών. Δεν υπάρχουν όμως αρκετά και αξιόπιστα στοιχεία που να υποστηρίζουν αυτές τις θεωρίες. Μια άλλη ομάδα θεωριών δίνει έμφαση στο σημαντικό ρόλο των προσωπικών σχέσεων μέσα στην οικογένεια για την εμφάνιση της ομοφυλοφιλίας.

Ορισμένοι ερευνητές, για παράδειγμα, υποστηρίζουν ότι τα αγόρια που έχουν αυταρχικές ή υπερπροστατευτικές ή ασφυκτικά κοντινές-δεσμευτικές δυναμικές μητέρες που επιβάλλονται σε έναν παθητικό, αδύναμο, ή εχθρικό πατέρα, ή έναν πατέρα ο οποίος απουσιάζει είτε πραγματικά είτε συναισθηματικά έχουν περισσότερες πιθανότητες να γίνουν τελικά ομοφυλόφιλοι άντρες. Κι αυτό γιατί με αυτόν τον τρόπο εμποδίζεται η ταύτιση του αγοριού με τον πατέρα, ο οποίος δε γίνεται αποδεκτός αφού δεν εμπνέει το αγόρι, και αντίθετα διευκολύνεται η ταύτισή του με τη μητέρα. Στην προκειμένη περίπτωση ωστόσο παραμονεύει και ο φόβος απώλειας της αγάπης της μητέρας.

Άλλοι ερευνητές πάλι υποστηρίζουν ότι η τάση για ομοφυλοφιλία έχει ως βάση το φόβο, ο οποίος μπορεί να είναι αποτέλεσμα τιμωρίας και αναγκαστικής υπακοής του παιδιού στο θυμό του πατέρα. Μια άλλη ερμηνεία που υποστηρίζεται από αρκετούς ειδικούς υποθέτει ότι οι άνθρωποι στρέφονται στην ομοφυλοφιλία μετά από μια σειρά αρνητικών, δυσάρεστων, ή τραυματικών εμπειριών με ανθρώπους του αντιθέτου φύλου κατά τη διάρκεια της παιδικής και της εφηβικής ηλικίας.

Πράγματι, τραυματικά γεγονότα σεξουαλικής φύσεως μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον ή στο ευρύτερα κοινωνικό περιβάλλον, διαπιστώνονται συχνά σε ομοφυλόφιλα άτομα. Καμία από τις πάρα πολλές θεωρίες που έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί δεν αρκεί μόνη για την ολοκληρωμένη και αδιαμφισβήτητη ερμηνεία του φαινομένου της ομοφυλοφιλίας. Είναι πιθανότερο τελικά να οφείλεται σε ένα άθροισμα πολλών παραγόντων, αρκετοί από τους οποίους δεν έχουν ακόμη μελετηθεί και κατανοηθεί ικανοποιητικά

Tης Μαρίζας Στ. Χατζησταματίου

Ψυχολόγου, MSc, PhD

Διδάκτορος Παν/μίου Θεσσαλίας

www.my-psychology.gr

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου