Βάσω Κυριαζή: Αμειβόμενοι… σε χαμηλό βαρομετρικό

βάσω-κυριαζή-αμειβόμενοι-σε-χαμηλό-115254

Υπάρχουν στην Ευρωζώνη πιο χαμηλοί μισθοί απ’ αυτούς που παίρνουν οι Ελληνες εργαζόμενοι; Πριν εφαρμοστούν τα μνημόνια οι αποδοχές των εργαζομένων στην Ελλάδα κινούνταν στο 65% του ευρωπαϊκού μισθού, σήμερα τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα και αντιθέτως εξάλλου με ότι υποστηρίζεται, η μείωση του κόστους εργασίας «φρενάρει» την ανταγωνιστικότητα

Μάλιστα μπορεί ορισμένοι να έχουν εφεύρει τα τελευταία χρόνια τον όρο «ανταγωνιστικότητα» για να πείσουν για το δίκαιο των αλλαγών που έχουν επέλθει στις εργασιακές σχέσεις, έρχονται όμως κάθε φορά τα στοιχεία της ΓΣΕΕ μέσα από τις διάφορες αναλογιστικές μελέτες για να ανατρέψουν κάθε παρόμοιο επιχείρημα.

Το συνολικό κόστος εργασίας -άμεσο και έμμεσο- μειώθηκε τα τελευταία τέσσερα χρόνια κατά 40% περίπου. Επίσης, ένα σημαντικό ποσοστό εργαζομένων, γύρω στο 35%, αμείβεται με τις ελάχιστες αμοιβές, ενώ περίπου το 15% των εργαζομένων με πλήρη απασχόληση αμείβεται χαμηλότερα από τις κατώτατες αμοιβές. Η συγκέντρωση της ανεργίας στους νέους, καθώς και τα σχετικώς χαμηλά ποσοστά συμμετοχής τους στο εργατικό δυναμικό, είναι συμβατά με αυτή την υπόθεση.

Οι αποδοχές των εργαζομένων στην Ελλάδα είναι οι πιο χαμηλές. Προσεγγίζουν μόνο το 50% του αντίστοιχου μέσου ευρωπαϊκού μισθού των 15 της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ενώ παρατηρείται υψηλός βαθμός παραβίασης της εργατικής νομοθεσίας καθώς το 1/5 του εργατικού δυναμικού απασχολείται ανασφάλιστο, γεγονός που ευνοείται από την ανεπάρκεια των μηχανισμών ελέγχου της.

Ως προς τον εργάσιμο χρόνο σύμφωνα με την έρευνα, ο μέσος συμβατικός εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας είναι πλέον 40 ώρες και τη στιγμή που ο αντίστοιχος χρόνος εργασίας στην Ευρώπη των 15 είναι 37,9 ώρες και 38,6 ώρες για την Ευρώπη των 25. Η Ελλάδα μάλιστα διατηρεί τον υψηλότερο πραγματικό χρόνο εργασίας στην Ευρώπη των 15 μετά από την Μ. Βρετανία (41,8 ώρες έναντι του 40,1 ευρωπαϊκού μέσου όρου). Επίσης, ο εργάσιμος χρόνος στην Ελλάδα υπολογισμένος σε ετήσια βάση (όπου περιλαμβάνεται ο αριθμός των ημερών ετήσιας άδειας και των αργιών) είναι κατά 103 ώρες υψηλότερος από τον αντίστοιχο χρόνο εργασίας στην Ευρώπη των 15 (1800 έναντι 1967) και 38 ώρες υψηλότερος από την Ευρώπη των 25 (1762 ώρες).

Ανασφάλεια ως προς το εργασιακό μέλλον, εργοδοτική ασυδοσία και επιπλέον αύξηση του πραγματικού χρόνου εργασίας είναι οι επιπτώσεις των νομοθετικών ρυθμίσεων που προωθήθηκαν ελέω μνημονίου και αφορούν στις εργασιακές σχέσεις. Δημιουργούνται μάλιστα σοβαρά ερωτήματα για την επιμονή της Κυβέρνησης αλλά και του ΣΕΒ στον όρο ανταγωνιστικότητα όταν ενισχύεται η ανασφάλεια του προσωπικού που πολλές φορές καλείται να συναινέσει για παράδειγμα, στην εφαρμογή της διευθέτησης του χρόνου εργασίας, καθώς σε περίπτωση άρνησής του οι συνέπειες μπορεί να είναι βλαπτικές.

Δεν είναι δυνατό, να ενισχύεται η περαιτέρω αύξηση του πραγματικού χρόνου εργασίας των μισθωτών- που ήδη κατέχουν την υψηλότερη θέση μετά τους Βρετανούς στην Ευρώπη- μέσω της αύξησης των ωρών της υπερεργασίας και της μείωσης του κόστους υπέρβασης του συμβατικού ωραρίου με όρους περιορισμού του εισοδήματός τους.

Ουσιαστικά πρόκειται για μία αδιέξοδη πολιτική περί ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, μέσω της περαιτέρω μείωσης του ήδη χαμηλού εργασιακού κόστους σε σχέση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά οι ελληνίδες εργαζόμενες αμείβονται κατά 22% λιγότερο από τους άνδρες συναδέλφους τους, γεγονός που έχει άμεση επίπτωση στις συντάξεις των γυναικών, για αυτό και οι συνταξιούχες γυναίκες αντιμετωπίζουν καταστάσεις φτώχειας σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τους άνδρες. Βέβαια εδώ που φτάσαμε η κατάσταση ανέχειας είναι ίδια για όλους ανεξαιρέτως και σε αυτό δεν μπορεί να κλείνει τα μάτια κανείς.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου