ΤΑΞΙΔΙΑ

ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ-ΣΤΕΜΝΙΤΣΑ Τα στολίδια της Αρκαδίας

δημητσανα-στεμνιτσα-τα-στολίδια-της-α-8637

Η αρχιτεκτονική και η φύση της περιοχής δημιουργεί ένα από τα κορυφαία τοπία στην Ελλάδα

Πέτρινα αρχοντικά σπίτια, λιθόστρωτα καλντερίμια και μεταβυζαντινές εκκλησίες. Πυκνά δάση που κατηφορίζουν ομαλά από τις πλαγιές του Μαινάλου και νερά πλούσια και παγωμένα.

Η Δημητσάνα και η Στεμνίτσα, δύο από τους σημαντικότερους παραδοσιακούς οικισμούς της Πελοποννήσου, στέκονται πάνω από τον ζωογόνο ποταμό Λούσιο, στο φαράγγι του οποίου ισορροπούν εδώ και αιώνες ασκηταριά, πέτρινα γεφύρια, νερόμυλοι, νεροτριβές, μπαρουτόμυλοι και επιβλητικά μοναστήρια.

Σε αυτή τη γωνιά της Αρκαδίας η ιστορία, η αρχιτεκτονική και η φύση συνδυάζονται μοναδικά, δημιουργώντας ένα από τα κορυφαία τοπία της Ελλάδας.

Ένας από τους πολλούς μύθους που σχετίζονται με τον Δία λέει πως οι Νύμφες, που είχαν αναλάβει την ανατροφή του, τον έλουσαν στα παγωμένα νερά του ποταμού Λούσιου. Φαίνεται λοιπόν πως ο θεός φρόντισε να… αφήσει κάτι από τη θεϊκή του δύναμη προικίζοντας ετούτο τον τόπο με ομορφιές μοναδικές. Είτε ανηφορίζεις στο επαρχιακό δίκτυο από τη Μεγαλόπολη και την Καρύταινα είτε κατηφορίζεις από τη Βυτίνα η διαδρομή στις πλαγιές του Μαινάλου είναι μαγευτική και συνοδεύεται από τον αχό του ποταμού.

Η Στεμνίτσα και η Δημητσάνα, τα «πέτρινα κοσμήματα» της Αρκαδίας, εντυπωσιάζουν τον επισκέπτη πρώτα απ’ όλα με το προφανές προσόν τους, την ομορφιά τους. Τα στιβαρά αρχιτεκτονικά σύνολα με τα πέτρινα αρχοντικά σπίτια και τα λιθόστρωτα καλντερίμια, τα καταπράσινα τοπία, τα σπουδαία αξιοθέατα αλλά και η αξιόλογη τουριστική ανάπτυξη κατέστησαν τις δύο ιστορικές κωμοπόλεις αγαπημένους προορισμούς για τους εκδρομείς.

Οι δύο παραδοσιακοί οικισμοί στην ορεινή Αρκαδία φαίνεται πως άρχισαν να οργανώνονται και να αναπτύσσονται από τον 12ο αιώνα, ενώ από τα πρώτα κιόλας χρόνια της Τουρκοκρατίας εξελίχθηκαν σε εμπορικό κέντρο η μία, σε βιοτεχνικό η άλλη. Και οι δύο παρήγαγαν πολιτισμό και γέννησαν σπουδαίους ανθρώπους του πνεύματος χάρη στις Σχολές τους που ιδρύθηκαν τον 18ο αιώνα. Οι κάτοικοί τους υπήρξαν ονομαστοί τεχνίτες και έμποροι που διασκορπίστηκαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία διακινώντας τα προϊόντα τους και κάνοντας πλούσια και ξακουστά τα χωριά τους. Το ίδιο εμπορικό δαιμόνιο άλλωστε φαίνεται να τους διακατέχει και στις μέρες μας.

Πολύτιμη υπήρξε η συμβολή τους και στον Αγώνα καθώς εκτός από τα σπουδαία τέκνα τους, όπως ο Παλαιών Πατρών Γερμανός από τη Δημητσάνα και ο Αντώνιος Πελοπίδας από τη Στεμνίτσα, οι οικισμοί προμήθευσαν την επανάσταση με πολύτιμα για την εποχή αγαθά: η Δημητσάνα με την περίφημη μαύρη μπαρούτη της και η Στεμνίτσα, που ήταν και κέντρο ανεφοδιασμού, με τους τεχνίτες της που επιδιόρθωναν τα όπλα των αγωνιστών. Την ανάπτυξή τους υποβοηθούσε πάντοτε ένας πιστός φίλος, ο Λούσιος ποταμός, τον οποίο εκμεταλλεύτηκαν με τον καλύτερο και πιο σεβαστό τρόπο: φτιάχνοντας πέτρινους μύλους, νεροτριβές και άλλες υδραυλικές εγκαταστάσεις.

Το νερό υπήρξε για αιώνες η βασική πηγή ενέργειας της περιοχής της προβιομηχανικής περιόδου και βοήθησε τόσο στην τεχνολογική όσο και στην οικονομική της εξέλιξη. Σήμερα ο Λούσιος αποτελεί πόλο έλξης για τους επισκέπτες καθώς στα πλούσια νερά του διοργανώνεται πλήθος εναλλακτικών δραστηριοτήτων. Το φαράγγι του δε προσφέρεται για μία από τις ομορφότερες περιπατητικές διαδρομές στην Ελλάδα χάρη στην πλούσια φύση του και στα σπουδαία αξιοθέατά του.

Η Στεμνίτσα είναι κτισμένη στα 1.080 μ. υψόμετρο, στο κοίλωμα της Κλινίτσας και ανάμεσα σε τέσσερις ρεματιές βάση της φημισμένης αμυντικής της αρχιτεκτονικής. Οι άνθρωποι είναι απλοί και φιλόξενοι και ως γνήσιοι ορεσίβιοι έμαθαν να σέβονται τη φύση, να φροντίζουν και να υπερασπίζονται το χωριό τους.

Βαδίζοντας στη δημοσιά κι ακολουθώντας τα λιθόστρωτα καλντερίμια μέχρι τη συνοικία του Κάστρου αντικρίζεις τα παλιά σπίτια με τα ανώγια, τα κατώγια και τα ξύλινα χαγιάτια αλλά και τα μεταγενέστερα πολυώροφα και πυργοειδή κτίσματα. Η Στεμνίτσα δεν έπαψε ποτέ να κατοικείται κι έτσι είναι ορατή η εξέλιξη στην αρχιτεκτονική της (προσθήκη μπαλκονιών, διάνοιξη περισσότερων παραθύρων κ.λπ.).

Από τα παλαιότερα οικήματα είναι το διώροφο πυργοειδές κτίσμα του Μπουρνάζου με τις πολεμίστρες που βρίσκεται πίσω από το ξενοδοχείο Country Club, ενώ από τα ωραιότερα είναι το τριώροφο πυργοειδές οίκημα των Ροϊλών στο Κάστρο και το τετραώροφο σπίτι της Αγγέλκας στον κεντρικό δρόμο.

Από το Κάστρο η θέα προς το φαράγγι του Λούσιου και το χωριό είναι πανέμορφη, ενώ ακόμη ψηλότερα μονοπάτι οδηγεί στους Αγίους Πάντες και στην πηγή της Αγίας Παρασκευής: από εδώ συνεχίζει μονοπάτι που κινείται στις παρυφές του δάσους και οδηγεί στο αλπικό λιβάδι Σκέμνας όπου κατοικεί μόνιμα ο τσοπάνος Νίκος Βογιατζής.

Στο Κάστρο βρίσκονται και οι όμορφοι μεταβυζαντινοί ναοί του Αγίου Νικολάου, της Παναγίας Μπαφέρω (12ου ή 17ου αιώνα) με εντυπωσιακή στοά που προστέθηκε από τον αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχο στις αρχές του 20ού αιώνα, του Προφήτη Ηλία (17ου αιώνα). Οι εκκλησίες της Στεμνίτσας έχουν απασχολήσει πολύ τους ερευνητές και η αρχική εποχή ίδρυσής τους δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένη.

Ο μεγάλος αριθμός τους, σύμφωνα με τους ντόπιους, οφείλεται στα τάματα των ξακουστών αργυροχρυσοχόων, οι οποίοι κατά τις περιοδείες τους, κι έπειτα από τις αλλεπάλληλες μπαγαποντιές τους, για τις οποίες επίσης φημίζονταν, έκτιζαν κι από μια εκκλησία για να εξιλεωθούν! Αξιόλογες είναι επίσης ο Καταγιώργης της εποχής της Τουρκοκρατίας, ο Αγιος Παντελεήμονας στην έξοδο του χωριού προς τη Δημητσάνα, και των Τριών Ιεραρχών στον κεντρικό δρόμο.

Ιδιαίτερης μνείας χρήζει η Ζωοδόχος Πηγή των ύστερων βυζαντινών χρόνων. Στις εγκαταστάσεις της διατηρείται το καθολικό και ένα διώροφο κελί στο οποίο συνεδρίασε το 1821 η Α’ Πελοποννησιακή Γερουσία. Η καμπάνα της, όπως και όλων των άλλων ναών, είναι έργα των φημισμένων καμπανοποιών της Στεμνίτσας.

Στη ζωντανή πλατεία του χωριού δεσπόζει το όμορφο τριώροφο του Γιαννάκου Κολοπανά, το περίτεχνο καμπαναριό – ωρολογοστάσιο που κατασκεύασε Τηνιακός μαρμαράς στα 1877 και απέναντι η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου: κτίστηκε στα 1810 στη θέση παλαιότερου ναού και έχει τοιχογραφίες του Φώτη Κόντογλου. Η ανέγερσή της ολοκληρώθηκε μέσα σε 75 ημέρες στα πλαίσια των βραχυπρόθεσμων αδειών που εξέδιδε στις αρχές του 19ου αιώνα ο Βελής Πασάς

Πηγή ζωής ο Λούσιος Οι κάτοικοι των γύρω περιοχών τον αποκαλούν «φασαριόζη», οι γέροντες «δουλευταρά», οι μοναχοί της μονής Προδρόμου «σύντροφο» κι οι νεαροί επισκέπτες «διασκεδαστικό». Ο ποταμός Λούσιος, παρότι μικρός σε μήκος και πλάτος, στριμώχνεται στο περίφημο φαράγγι του (Δημητσάνα-Αρχαία Γόρτυνα) κάνοντας μνημειώδη φασαρία. Πηγάζει από το οροπέδιο της Καρκαλούς, από το χωριό Καλονέρι και χύνεται έπειτα από 26 χιλιόμετρα, στον ποταμό Αλφειό, κοντά στην Καρύταινα. Κατά μήκος αυτής της μικρής σχετικά διαδρομής υπάρχουν 16 γεφύρια, ασκηταριά, μοναστήρια, πέτρινο μονοπάτι, νερόμυλοι και περισσότερες από 100 νεροτριβές: οι άνθρωποι εκμεταλλεύτηκαν τον ποταμό και τα ορμητικά νερά του επιδεικνύοντας όμως τον απαιτούμενο σεβασμό.

Ο Λούσιος αποτελεί ένα πλούσιο οικοσύστημα. Στα νερά του, μέσα στα οποία λούστηκε από τις Νύμφες ο νεογέννητος Δίας δίνοντας στο ποτάμι το όνομά του, ζουν πέστροφες, καβούρια, βατράχια και νερόφιδα ενώ στις απόκρημνες πλαγιές του φαραγγιού και στα σπηλαιώδη ανοίγματα φωλιάζουν πολλά είδη πουλιών μεταξύ των οποίων και αρπακτικά.

Τα ίδια απομακρυσμένα σημεία μοιάζει να προτίμησαν και οι άνθρωποι των προηγουμένων αιώνων, οι ασκητές που θέλοντας να απομακρυνθούν από τα εγκόσμια σκαρφάλωσαν στα βράχια και έφτιαξαν τις σκήτες τους ήδη από τον 10ο αιώνα. Τότε ιδρύθηκε μέσα στο φαράγγι η μονή Φιλοσόφου (αναφέρεται και ίδρυση τον 12ο αιώνα), από το βυζαντινό άρχοντα Ιωάννη Λαμπαρδόπουλο, τον αποκαλούμενο Φιλόσοφο, αρχιγραμματέα του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά. Πρόκειται για την ερειπωμένη σήμερα, παλαιά μονή που «σφηνώθηκε» σε μια στενή προεξοχή του βράχου, σαν συνέχειά του, στη δυτική πλευρά του φαραγγιού.

Το μοναστήρι εγκαταλείφθηκε τον 17ο αιώνα και ιδρύθηκε λίγο βορειότερα, σε πιο ομαλή τοποθεσία η Νέα Μονή Φιλοσόφου, το καθολικό της οποίας είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου και έχει τοιχογραφίες κρητικής τεχνοτροπίας – έργα του ζωγράφου Βίκτωρα.

Που θα μείνετε

Η Δημητσάνα προσφέρει μεγάλη ποικιλία από ξενοδοχεία, ξενώνες, ενοικιαζόμενα δωμάτια, δωμάτια με τζάκι που περιμένουν να σας φιλοξενήσουν και να κάνουν τις διακοπές σας αξέχαστες…

Τι θα φάτε

Αν και η τοπική κουζίνα, τουλάχιστον έτσι όπως τη βρίσκεις στο μενού των εστιατορίων, δεν έχει να παρουσιάσει ιδιαίτερη ποικιλία, τα ντόπια κρέατα και τυροκομικά και τα χειροποίητα ζυμαρικά (χυλοπίτες, λαζάνια, τραχανάς) νοστιμίζουν το μενού των εστιατορίων της Αρκαδίας. Χοιρινό λαγωτό με καρυδάτη σκορδαλιά, αρνάκι με σέλινο ή, ακόμα καλύτερα, με μυρώνια (αρωματικά χόρτα ), πίτες με τραχανά και αλανιάρης κόκορας με χυλοπίτες, πέστροφα ποταμίσια στον Λάδωνα, αρνίσια παϊδάκια από ντόπια κρέατα που κόβονται επιτόπου και γίδα ή ζυγούρι βραστό (με το ζωμό σερβιρισμένο χωριστά) είναι μερικά από τα κλασικά πιάτα.

Δραστηριότητες

Η Δημητσάνα προσφέρεται για πολλές δραστηριότητες που συνδυάζουν τη χαλάρωση και τη διασκέδαση. Μερικές από τις δραστηριότητες που μπορείτε να κάνετε στη Δημητσάνα είναι καγιάκ, rafting, 4Χ4, πεζοπορία, ποδήλατο βουνού κ.α.

Χρήσιμα τηλέφωνα

Δήμος Δημητσάνας: 27950 31237

Κέντρο Υγείας Δημητσάνας: 27950 31401-2

Αστυνομία Δημητσάνας: 27950 31205

Λαογραφικό Μουσείο: 27950 31753

Ταξί Δημητσάνας: 27950 31114

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου