ΤΑΞΙΔΙΑ

Μυστήρια στη Μαγνησία… ζητούν απαντήσεις ~ Αρχαία μνημεία με άγνωστη προέλευση

μυστήρια-στη-μαγνησία-ζητούν-απαντή-438372

Οδοιπορικό του ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ σε αρχαιολογικούς χώρους, άγνωστες πόλεις, τη σπηλιά του Κύκλωπα και περιοχές με… μυθικές προεκτάσεις

Αρρηκτα συνδεδεμένοι με τη Μαγνησία μύθοι, αλλά και ιστορίες, αρχαιολογικοί χώροι με ζωή χιλιάδων χρόνων και μνημεία, που κανείς δεν γνωρίζει το όνομα ή την προέλευσή τους. Με δεκάδες αρχαία μνημεία να έρχονται στο φως και την ταυτότητα ή την προέλευσή τους να παραμένουν άγνωστες, ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ επιχειρεί οδοιπορικό… μυστηρίου, προσπαθώντας να ρίξει άπλετο φως σε χώρους, που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Ρεπορτάζ: ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

Αφετηρία του οδοιπορικού είναι οι άγνωστες αρχαίες πόλεις στη Μαγνησία, που δεν έχουν αποκαλύψει ακόμη την ταυτότητά τους και παραμένουν πεδίο προς διερεύνηση για τους αρχαιολόγους.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι κοντά στη θέση Πέτρα, σε απόσταση αναπνοής από την Κάρλα, έχει προταθεί ότι βρισκόταν η θέση του αρχαίου Αρμενίου, πόλης της Πελασγιώτιδος, που παραμένει άγνωστη μέχρι σήμερα.

Η Λακέρεια και η Αμυρος ήταν αρχαίες πόλεις κτισμένες σε γειτονικά ομώνυμα υψώματα κοντά στο βόρειο άκρο της λίμνης Βοιβηίδας. Η ακριβής τους θέση δεν έχει ταυτιστεί μέχρι σήμερα, ενώ η θέση της Λακέρειας έχει προταθεί να ταυτιστεί με τη θέση Παλιόκαστρο δυτικά της Δέστανης.

Η αρχαία Κασθαναία έχει προταθεί να ταυτιστεί, χωρίς όμως να έχουν γίνει ανασκαφές, με την οχυρωμένη ακρόπολη που βρίσκεται σε χαμηλό βραχώδη λόφο, κοντά στην παραθαλάσσια θέση Αγιος Ιωάννης στο Αιγαίο. Η θέση βρίσκεται βορειοανατολικά του Κεραμιδίου, στο ΒΑ άκρο της Μαγνησίας, στα όρια μεταξύ Πηλίου και Μαυροβουνίου.

Η αρχαία πόλη Κορακαί παραμένει επί της ουσίας άγνωστη, καθώς αναζητήθηκε κοντά στα Καλά Νερά, ενώ δεν αποκλείεται το όνομά της να αποτελεί παράφραση του ονόματος της αρχαίας Κορόπης.

Αγνωστη παραμένει, επίσης, η αρχαία Θαυμακία, ενώ για την ταύτισή της έχουν προταθεί αρκετές θέσεις κοντά στη θέση Πλατανιάς ή και βορειότερα.

Η θέση της αρχαίας πόλης Κικύνηθος βρισκόταν, σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς, στο νησί των Τρικέρων, στον δίαυλο Παγασητικού και Ευβοϊκού Κόλπου και απέχει μόλις ένα ναυτικό μίλι από το τελευταίο άκρο του Πηλίου. Ομως, η ακριβής θέση δεν έχει εντοπιστεί μέχρι σήμερα.

Η αρχαία πόλη Μύραι, που σύμφωνα με τον Σκύλακα, βρίσκεται στα βόρεια της Μαγνησίας, δεν έχει ταυτιστεί μέχρι σήμερα, ενώ έχουν προταθεί διάφορες πιθανές θέσεις κατά καιρούς, στις εκβολές του Πηνειού και το σημερινό Τσάγεζι, αλλά και νοτιότερα, όπως η θέση της Θεοτόκου. Αγνωστη παραμένει, τέλος, η θέση της αρχαίας μαγνητικής πόλης Αφέται, ενώ για την ταύτισή της έχει προταθεί η θέση στον Αλογόπορο και στο Μικρό του Πλατανιά. Ολα τα παραπάνω εκτιμάται ότι θα τεκμηριωθούν από μελλοντικές ανασκαφές, οι οποίες θα αναδείξουν άγνωστες πτυχές της ιστορικής διαδρομής χιλιάδων χρόνων.

Στον λόφο της Γορίτσας

Εξίσου μυστηριώδης η αρχαία πόλη που βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από το εκκλησάκι της Ζωοδόχου Πηγής, στον λόφο της Γορίτσας.

Το όνομα της αρχαίας πόλης, που είναι κτισμένη σε στρατηγική θέση, παραμένει άγνωστο χιλιάδες χρόνια, παρά το γεγονός ότι κατά καιρούς έχει προταθεί από διάφορους ερευνητές η ταύτισή της με την αρχαία Νήλεια, τη Δημητριάδα, την αρχαία Ιωλκό, ακόμη και την αρχαία Μεθώνη. Πλήθος συζητήσεων και ερωτηματικών έχει προκαλέσει το σχήμα της αρχαίας πόλης, που θυμίζει ανεστραμμένο Ε και σύμφωνα με τις απόψεις που εξέφρασαν μελετητές των μυστηρίων του σύμπαντος, συνδυάζονται η εικόνα που παρουσιάζει η κάτοψη της πόλης ακόμη και με… άλλους γαλαξίες.

Η μυστηριώδης αρχαία πόλη του 4ου αι. π.Χ. που αποκαλύφθηκε πάνω στον λόφο της Γορίτσας, ακριβώς απέναντι από την αρχαία Δημητριάδα, έχει προταθεί από το 1924, από το Στέλιν, να ταυτιστεί με το αρχαίο Ορμίνιο, το οποίο τοποθετείται από το Στράβωνα στο μυχό του Παγασητικού κόλπου, σε απόσταση 27 σταδίων από την αρχαία Δημητριάδα. Σύμφωνα με την άποψη του Στέλιν, η πόλη του Ορμινίου που χτίστηκε πάνω στον λόφο της Γορίτσας αποτελούσε μια δίδυμη οχύρωση για την ασφάλεια της Δημητριάδας.

Ο λόφος αυτός βρίσκεται στον μυχό του Παγασητικού Κόλπου και το βόρειο άκρο του ενώνεται με τον κύριο όγκο του Πηλίου. Η στρατηγική θέση του εξασφάλιζε τον πλήρη έλεγχο του θαλάσσιου χώρου εμπρός του και την εποπτεία της πεδιάδας του Βόλου στα δυτικά και των πεδιάδων της Αγριάς και των Λεχωνίων στα ανατολικά.

Οι σπηλιές του Κένταυρου Χείρωνα

Στη σφαίρα της μυθολογίας ανάγονται οι Κένταυροι, με τον Κένταυρο Χείρωνα, να αποτελεί, μέχρι σήμερα, σημείο αναφοράς για την Μαγνησία. Χιλιάδες χρόνια μετά, ο μύθος της σπηλιάς του Κένταυρου Χείρωνα προσελκύει το ενδιαφέρον ερευνητών και φιλιστόρων, οι οποίοι αναζητούν την πραγματικότητα πίσω από τον μύθο.

Μεταξύ των σαράντα και πλέον σπηλαίων που έχουν εντοπιστεί και καταγραφεί στον ορεινό όγκο του Πηλίου, τουλάχιστον τέσσερα διεκδικούν σήμερα τον τίτλο της «σπηλιάς του Χείρωνα» σύμφωνα με τις μαρτυρίες των κατοίκων των συγκεκριμένων περιοχών. Το οδοιπορικό περικλείει τέσσερα κομβικά σημεία, στις Μηλιές, το Μαλάκι, το Μούρεσι και το Χόρτο, ενώ οι προφορικές παραδόσεις των κατοίκων της περιοχής «δείχνουν» παράλληλα σε διάφορες ακόμη κατευθύνσεις, άξιες διερεύνησης στο μέλλον.

Το πρώτο σπήλαιο στις Μηλιές, βρίσκεται στη ρεματιά δίπλα στην σιδερένια σιδηροδρομική γέφυρα του Ταξιάρχη και αποτελεί κατ’ ουσία μια σχετικά μικρή αβαθή βραχοσκεπή, στην είσοδο της οποίας υπάρχει λιθόκτιστος τοίχος.

Σύμφωνα με το μύθο, μέσα από την σπηλιά ξεκινάει υπόγειος διάδρομος που οδηγεί σε άλλο σπήλαιο στο Μαλάκι. Το συγκεκριμένο σπήλαιο βρίσκεται πολύ κοντά στην παραλία και πίσω από τις παραθεριστικές πολυκατοικίες της περιοχής. Πρόκειται για ένα σχετικά βαθύ σπήλαιο με δύο ευρύχωρους θαλάμους. Από ένα στενό πέρασμα εισέρχεται κανείς στον δεύτερο θάλαμο, το μεγαλύτερο τμήμα του οποίου καταλαμβάνεται από κρυστάλλινη λίμνη, το βάθος της οποίας κυμαίνεται από ελάχιστα εκατοστά έως λίγα μέτρα. Μετά την λίμνη, το σπήλαιο, στο οποίο κατοικούν νυχτερίδες, συνεχίζεται σε βάθος αρκετών μέτρων, προσφέροντας ένα συναρπαστικό θέαμα.

Το τρίτο σπήλαιο που συναντάται στην περιοχή του Μουρεσίου, είναι το γνωστό στην περιοχή σπήλαιο «Τσούκα», το οποίο φέρει επίσης των επωνυμία «Σπήλαιο των Κενταύρων». Βρίσκεται στην δασωμένη, παρότι βραχώδη, πλαγιά μιας μεγάλης ρεματιάς, που οδηγεί από το Μούρεσι στην Νταμούχαρη.

Το τέταρτο σπήλαιο που συνδέται με τον μύθο του Κένταυρου Χείρωνα, είναι η Βαθυσπηλιά που εντοπίζεται μεταξύ Χόρτου και Μηλίνας, στα διοικητικά όρια του Δήμου Σηπιάδος. Σχετικά κοντά στη θάλασσα και σε μικρό κόλπο, θεωρήθηκε ως το σπήλαιο που ταιριάζει με την περιγραφή που έχει καταγραφεί στα Ορφικά κείμενα, σύμφωνα με την οποία οι Αργοναύτες την πρώτη μέρα του ταξιδιού τους, προσέγγισαν έναν κόλπο, προκειμένου ο Πηλέας να συναντήσει το γιο του, ο οποίος έμενε μαζί με τον δάσκαλό του στην σπηλιά.

Η σπηλιά του… Κύκλωπα

Μυστηριώδες το σπήλαιο του Κύκλωπα, άγνωστο γιατί ονομάστηκε έτσι, το οποίο βρίσκεται στα Γιούρα, ακατοίκητη νησίδα βόρεια της Αλοννήσου, σε υψόμετρο 150 μέτρων, στη νότια πλευρά του νησιού. Η είσοδός του που βλέπει προς τη θάλασσα είναι πλατιά και οδηγεί κατηφορικά σε ευρύχωρη αίθουσα διαστάσεων 40 x 50 μ. και ύψους 15 μέτρων περίπου. Στο κεντρικό τμήμα της υπάρχει πλούσιος διάκοσμος από σταλαγμίτες και σταλακτίτες.

Από την έρευνα της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας, προέκυψαν στοιχεία εντατικής χρήσης κατά την προϊστορία, κυρίως στην είσοδο και λιγότερο στο εσωτερικό. Στους ιστορικούς και κυρίως τους ρωμαϊκούς χρόνους (1ος – 2ος αιώνας μ.Χ.) το σπήλαιο χρησιμοποιείται σαν ιερό όπως προκύπτει από πλούσια ευρήματα κεραμικής και κυρίως λύχνων σε όλους τους χώρους του.

Η προϊστορική χρήση του σπηλαίου Κύκλωπα ξεκινά από τη Μεσολιθική περίοδο (9η – 7η χιλιετία π.Χ.) και περιλαμβάνει δάπεδα, εστίες καθώς και υπολείμματα λίθινων και οστέινων εργαλείων και διατροφής σε επιχώσεις άνω των 3 μέτρων πάχους. Από τα ευρήματα προκύπτει πολύ πρώιμη γνώση της εξημέρωσης χοίρων και αιγοπροβάτων και ταυτόχρονα έντονος προσανατολισμός των χρηστών του σπηλαίου προς τα θαλάσσια αλιεύματα.

Το τελευταίο επιβεβαιώνεται ιδιαίτερα από τα οστέινα αγκίστρια και την αφθονία οστεολογικών υπολειμμάτων ψαριών, τα μεγαλύτερα από τα οποία είναι τόνοι. Ενδεχομένως, το σπήλαιο χρησιμοποιούταν για την επεξεργασία και αποθήκευση των αλιευμάτων αυτών. Στην ίδια περίοδο τεκμηριώνεται στο σπήλαιο η παραγωγή μικρολιθικών εργαλείων από οψιανό Μήλου, που πιθανόν προορίζονταν ως αιχμές για κυνήγι πουλιών. Η επιλογή της πρώτης ύλης δείχνει τη σχέση του πληθυσμού των Σποράδων με δίκτυα ανταλλαγών με το νότιο Αιγαίο ήδη από την 9η χιλιετία π.Χ.

Μεγάλο μέρος των ανώτερων επιχώσεων του σπηλαίου χρονολογείται στη Νεολιθική περίοδο, κυρίως στη Μέση και τη Νεότερη Νεολιθική (5.800 – 4.000 π.Χ.). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αγγεία της πρώιμης Μέσης Νεολιθικής (περίπου 5.800 π.Χ.) λόγω της διακόσμησης που φέρουν από πυκνό ερυθρό πλέγμα. Τα αγγεία βρέθηκαν συγκεντρωμένα κοντά σε νερό και ενδεχομένως συνδέονταν με ειδική χρήση του σπηλαίου. Στη Νεότερη Νεολιθική (5η χιλιετία π.Χ.) η χρήση του σπηλαίου συνδέεται περισσότερο με την κτηνοτροφία και το κυνήγι.

Λίμνες από το… διάστημα

Ανάλογο μυστήριο περιβάλλει τις δίδυμες λίμνες Ζερέλια, οι οποίες βρίσκονται πολύ κοντά στον Αλμυρό, στους πρόποδες της Oθρυος και σε υψόμετρο μόλις 130 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας.

Αυτό που χαρακτηρίζει τις δύο μικρές και ολοστρόγγυλες -με γεωμετρική ακρίβεια- λίμνες είναι η μετεωριτική τους προέλευση, αφού πρόκειται για λίμνες μάαρ, οι μοναδικές που υπάρχουν στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με τους ερευνητές πρόκειται για δύο κρατήρες που δημιουργήθηκαν από σύγκρουση μετεωριτών με τη γη και υπολογίζεται ότι η πρόσκρουση συνέβη κατά την εποχή του Ολόκαινου, δηλαδή πριν από 12.000 με 8.000 χρόνια, το δε πιθανό μέγεθος των υπολειμμάτων που προσέκρουσαν στην Γη εκτιμάται ότι κυμαίνεται από 10 έως 30 μέτρα.

Χαρακτηριστικά, η επιστημονική κοινότητα αναφέρει ότι οι δύο ολοστρόγγυλες λίμνες Ζερέλια αποτελούν μοναδικό φαινόμενο στην Ελλάδα ενώ σε ολόκληρη την Ευρώπη οι αντίστοιχες περιπτώσεις δεν ξεπερνούν τις 40 και σε ολόκληρη την Γη τις 178.

Η περιοχή γύρω από τις Ζερέλια παρουσιάζει, παράλληλα, αρχαιολογικό ενδιαφέρον αφού σε ελάχιστη απόσταση βρίσκεται ένα μικρός λόφος, στον οποίο εντοπίστηκε προϊστορικός οικισμός, που υπολογίζεται ότι κατοικήθηκε μέχρι και την εποχή του χαλκού. Ο λόφος ή μαγούλα που βρίσκεται σε απόσταση 200 μέτρων από τις όχθες εξερευνήθηκε από αρχαιολογική ομάδα της Ολλανδικής Αρχαιολογικής Σχολής και σε μια επιφανειακή ανασκαφή του εδάφους ανακαλύφθηκαν θραύσματα από κεραμικά της εποχής του Χαλκού.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ερευνητών, σε μια από τις δύο λίμνες βρίσκεται ο ναός της Αθηνάς Ιτώνιδος και εμφανίζεται μόνο όταν η στάθμη της λίμνης πέφτει, γεγονός που αμφισβητείται, ωστόσο.

Παράλληλα εκτός από το αρχαιολογικό ενδιαφέρον και την μετεωρική προέλευση των δύο λιμνών, τα νερά τους αποτελούν φιλόξενο περιβάλλον για πολλά είδη πτηνών, όπως οι λευκοί πελαργοί, οι πρασινοκέφαλες πάπιες και οι νερόκοτες που κατακλύζουν την περιοχή.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου