ΤΟΠΙΚΑ

H ΓΝΩΣΗ ΤΩΝ «ΟΡΙΩΝ»: Ενα ανέκδοτο γράμμα του Ν. Καζαντζάκη

h-γνωση-των-οριων-ενα-ανέκδοτο-γράμμα-851206

To γράμμα τούτο του Νίκου Καζαντζάκη, σταλμένο στον αδελφό της Γαλάτειας Καζαντζάκη Λεφτέρη Αλεξίου, έφτασε στα χέρια μου μαζί με την αγάπη του συνεργάτη και φίλου Θανάση Νιάρχου.
Αξίζει να δημοσιευτή ευρύτερα; αναρωτήθηκα. Η καταφατική απάντηση: δεν προήλθε απ την υπογραφή του Καζαντζάκη που υπήρχε από κάτω του. Αγνοώ αυτού του είδους την ειδωλαλατρεία. Πρέπει νά δημοσιευτή και να σχολιαστή για δυο λόγους: 1) γιατί θυμίζει το γλωσσικό αγώνα και τα επιτεύγματα του αποστολέα του και 2) για την εξομολογητική βαρύτητα της δεύτερης παραγράφου του. Διαβάστε το όμως πρώτα.

Λουγκάνο 26-7-55
Αγαπητέ μου Λεφτέρη
Και τα τραγούδια σου λαβαίνω και με συγκινούν πάντα και το φυλάδιο για τη συνεισφορά του πατέρα σου στον Ερωτόκριτο το διάβασα με βαθειάν Ικανοποίηση: είταν καιρός να μάθουν οι Ελληνάδες πως χωρίς το γερο-Αλεξίου, χωρίς τη σοφία του και τις υλικές θυσίες του Ερωτόκριτος δε θα τυπόνουνταν.
Ό,τι γράφω το αντιπαθείς, το ξέρω και το καταλαβαίνω και θάταν ντροπή μου κ ηλιθιότητα να σου κρατώ γι’ αφτό κάκητα. Πολύ καλά καταλαβαίνω και δικαιολογώ όσους το αντιπαθούνε, πολύ καλήτερα πάρα όσους το αγαπούν. Ποτέ μου δε στάθηκα επιπόλαιος μήτε ματαιόδοξος – και την κορυφή την ξέρω πολύ καλά και τα σύνορα της δύναμής μου, πολύ καλήτερα. Και ποτέ δε θεώρησα τον εαφτό μου καλαμαρά.
Χαίρουμαι ακούγοντας απ όλους την πνευματική κι ανθρώπινη αξία του γυιού σου και μακάρι να μη μου μιάζει σε τίποτα. Τα Κρητικά Χρονικά ξέρω πως είναι σημαντικά, μα δυστυχώς δεν τα λαβαίνω και μονάχα κάποτε έπεσε στα χέρια μου ένα τέφχος κ είδα τι αξία μεγάλη έχουν.
Λυπήθηκα πολύ μαθαίνοντας για το Σχοινά, δεν τόξερα, πληθαίνει ολοένα ο αντίπερα όχθος από αγαπημένους ήσκιους, ίσως έτσι ό θάνατος θα μας γίνεται πιο ανεκτός.
Ολους που μου γράφεις τους θυμούμαι τέλεια, το Ζήλο, τον Μπιτσάνη και βέβαια τον Αβγέρη που πάντα τιμώ κι ας κάνει κι ας λέει ό,τι θέλει. Πώς το λένε; «Έτερον εκάτερον».
Ο Θεός μαζί σου, πάντα, αγαπητέ Λεφτέρη
Νίκος Καζαντζάκης

Ο σχολιασμός

1. Το γράμμα δημοσιεύεται με την ορθογραφία του πρωτοτύπου. Ο Καζαντζάκης είχε μεγάλους, όσο και μακρινούς, απραγματοποίητους, στόχους και στο γλωσσικό θέμα. «Ακέραιη χωρίς συμβιβασμούς δημοτική» (όπως έγραψε στη Γαλάτεια) μπορούσε να σημαίνη κοντά στ άλλα και μια δημοτική, με περιορισμένο αριθμό διφθόγγων, με μοναδικό τόνο την οξεία και χωρίς κανένα από τα πνεύματα. Ιστορία πού ξετυλίχτηκε σ ακαδημαϊκό παρατράγουδο με την γνωστή στους παλιότερους «ειδική των τόνων», ή σωστότερα την πειθαρχική δίωξη του καθηγητή Ι.Θ. Κακριδή, του πνευματικού άνθρωπου και δασκάλου πού είχε την τόλμη να πει μερικές σημαντικές αλήθειες στο ζήτημα αυτό. Ο Καζαντζάκης υποστήριζε έμπρακτα μέχρι τα στερνά του τις απόψεις του στενού φίλου και συνεργάτη του. Δεν αναμοχλεύαμε το σοβαρό, δυσάρεστο όσο και φαιδρό για τους διώκτες του Κακριδή αυτό θέμα. Είναι όμως γεγονός ότι η εφαρμογή της πρότασης εκείνης θα ευχέραινε την εκμάθηση της δημοτικής χωρίς να μειώνη, την αμορφία της.
Αν ατύχησε η γλωσσική αυτή «επανάσταση» του Καζαντζάκη (και των άλλων), η προσφορά του στη διάπλαση και στον πλουτισμό της δημοτικής γλώσσας είναι αναμφισβήτητη. Η αρσενική δύναμη του κρητικού λόγου, η καταφυγή στους θησαυρούς του ομηρικού έπους, του δημοτικού τραγουδιού, του κρητικού δράματος, των τοπικών ελληνικών γλωσσικών Ιδιωμάτων, το εκφραστικό πάθος του συγγραφέα, αναμίχθηκαν σε μια πάλη πιο επίπονη, νομίζω από κείνην πού έκανε με τις ιδέες ο Καζαντζάκης και πολύ πιο καρπερή: η γλώσσα του είναι ή χυμώδης, η πλούσια, η εύπλαστη, η εκφραστική, η εύρωστη, η ζεστή σάρκα του νεοελληνικού λόγου. Δε λείπουν οι υπερβολές, μήτε οι αδόκιμοι νεολογισμοί. Υπάρχει όμως κάτω απ τις λέξεις και τις φράσεις του Καζαντζάκη ένα ζωντανό ρεύμα, αίμα καφτό και θερμή ανάσα, ανθρώπινα και τα δυο. Δεν μένει ανεξήγητη ή αδικαιολόγητη η άποψη πως ό Καζαντζάκης είναι μεγάλος πεζογράφος, «παραμυθάς» θα έλεγα, μυθοπλάστης όχι, ούτε ανθρωποπλάστης, (με την εξαίρεση του «Ζορμπά»), αφηγητής πού συναρπάζει. Στη γλώσσα του τα χρωστάει πιο πολύ αυτά όλα.
2. Καιρός όμως για το δεύτερο σχόλιο. Μια εξομολογητική στιγμή πού έρχεται σε ώρες του δειλινού — το 1957 ό Καζαντζάκης πέθανε.
Όταν πια το έργο είχε σχεδόν ολοκληρωθή κι η μεγάλη έξαψη της δημιουργικής αγωνίας άρχιζε να υποβαθμίζεται. «Και την κορυφή την ξέρω πολύ καλά και τα σύνορα της δύναμής μου, πολύ καλύτερα». Η διαπίστωση αυτή θα μπορούσε να ήταν συντριπτική αν επικρατούσε, αν έπειθε νωρίτερα τον Καζαντζάκη. Επίγνωση «των ορίων», σημαίνει ταπεινοφροσύνη αλλά και γεύση της ματαιότητας. Και συναίσθηση της ματαιότητας σημαίνει αναστολή, τρόμος, εξουθένωση: Mors ante portas. “Η ανάλωση σ’ έναν σισύφειο αγώνα, στην κατάκτηση, μιας ευτυχισμένης αποτυχίας. «Φτάσε όπου δεν μπορείς!» (όπως είπε ό ίδιος στην «Αναφορά στο Γκρέκο». Σπουδαίο βιβλίο για τη γνωριμία με τον Καζαντζάκη είναι και κείνο της Έλλης Αλεξίου «Για να γίνει μεγάλος») .
Έχοντας διαβάσει την «Ασκητική», τον «Τόντα Ράμπα», την «Οδύσσεια», τα «Γράμματα στη Γαλάτεια», άλλα κείμενα του Καζαντζάκη συμπεραίνει κανένας πως το μέγα αυτό πρόβλημα μπορεί να μην τον απασχόλησε. Η φιλοδοξία του ήταν αχαλίνωτη: η απόπειρα να συνεχιστή και να άναγεννηθή ο Οδυσσέας δίνει το μέτρο της. Μόνο ή «Αναφορά στον Γκρέκο», βιβλίο κι αυτό του δειλινού, όπως κι ή σημερινή επιστολή, δείχνει μια κάμψη του αυχένα και του πνεύματος. «Τας κεφαλάς ημών τω Κυρίω κλίνωμεν», Σε ποιον Κύριο όμως; Μπορεί στον Γκρέκο, στο Θεό, στον Όμηρο, στο Βούδδα ή στον θάνατο, σ έναν υπέρτερο πάντως. Ο Καζαντζάκης είχε πασχίσει να ξεχωρίζη. την – «κορυφή» και τα «όριά» του (θυμούμαστε εδώ τον Αλμπέρ Καμύ) είχαν αρχίσει ν αποσαφηνίζωνται. Η παγκόσμια επιτυχία του έργου του ίσως να τον βοήθησε: έγινε διάσημος μα ή «κορυφή» του Σινά σφηνώνονταν ακόμη ψηλά σ έναν άγνωστο ουρανό. Γιατί να αυταπατιέμαι; Όλα είναι περιορισμένα, όσο κι οι δυνάμεις μου. Το μαρτύριο όμως δεν είναι αυτό, ή συνεννόηση της αδυναμίας μου. Είναι η τεράστια απορία που οροθετεί τα σύνορα της δύναμής μου και του άγνωστου. Η εξομολόγηση έχει πάντα χαρακτήρα θρησκευτικό, άσχετο αν συνδέεται με μετάνοια ή απορρέει από μια συντριπτική διαπίστωση. Είναι ώρα ειλικρίνειας, σοβαρή κι ανθρώπινη, ώρα των θνητών. Ο Καζαντζάκης είχε γίνει ή ένοιωθε θνητός όταν έγραφε τις γραμμές αυτές. Η ομολογία του ύστερα από μια τόσο εντατική κι υπερήφανη πνευματική άθληση στάθηκε για μένα το ίδιο συγκλονιστική, όσο η πίκρα του μεγάλου Έζρα Πάουντ «Στα εβδομήντα μου κατάλαβα ότι αντί να είμαι παράφρων ήμουν ηλίθιος» κι ακόμη «Για το γράψιμό μου. Απ άκρου σ άκρο ανόητο και αμαθές. Ανόητο και αμαθές». Ο Πάουντ είχε εξουθενωθή, μιλούσε με το στόμα του θανάτου. Δεν είχε ξεκαθαρίσει απλά, στέκονταν πάνω στα «όριά» του.

ΝΙΚΟΣ ΚΟΛΟΒΟΣ
*(ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ Βόλου,
23 Φεβρουαρίου 1969)

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου