ΤΟΠΙΚΑ

«Σουσάμι άνοιξε…»: Μία παραγωγή με μέλλον και κέρδος

σουσάμι-άνοιξε-μία-παραγωγή-με-μέ-274409

To ξέρατε ότι το σουσάμι στο κουλούρι που απολαμβάνουμε είναι εισαγωγής από το Σουδάν, το Πακιστάν και την Ινδία; Απίστευτο και όμως συμβαίνει.

Την ώρα που έχει δημόσια ανοίξει η συζήτηση για την επιδότηση των εναλλακτικών καλλιεργειών που θα προσδώσουν προστιθέμενη αξία στα χωράφια και θα δώσουν τη δυνατότητα στους αγρότες να αυξήσουν το κατά πολύ συρρικνωμένο εισόδημά τους, η Ελλάδα καταγράφει έλλειμμα της τάξεως του 90% και πλέον στο εμπορικό ισοζύγιο σουσαμιού.

Της Βάσως Κυριαζή

Κάθε χρόνο εισάγονται στην Ελλάδα τουλάχιστον 35.000 με 40.000 τόνοι σουσαμιού, ποσότητα που θα μπορούσε κάλλιστα να αντικατασταθεί από εγχώρια παραγωγή, αν περισσότεροι καλλιεργητές στρέφονταν σε αυτή την καλλιέργεια, αντικαθιστώντας με εγχώρια, δική τους παραγωγή, ένα σημαντικό μέρος των εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος, ύψους 60 εκατ. ευρώ, που πραγματοποιεί ετησίως η Ελλάδα για τις ανάγκες κυρίως της ελληνικής βιομηχανίας τροφίμων.

Αυτό το κενό και την αβελτηρία της Πολιτείας που δεν τολμά ακόμη να στηρίξει τέτοιου είδους καλλιέργειες, για να ανοίξει ουσιαστικά νέους δρόμους για την αναγέννηση της ελληνικής υπαίθρου και του πρωτογενή τομέα που φυτοζωεί, έρχεται να καλύψει η πρωτοβουλία των αδελφών Παυλίδη από τον Αλμυρό Μαγνησίας και της εταιρείας Ελληνικά Βιοκαύσιμα Α.Ε..

Πρόκειται για μία εταιρεία που δραστηριοποιείται κατά βάση στην καλλιέργεια και εμπορία δημητριακών, με συμβολαιακή σχέση με τους παραγωγούς-συνεργάτες τους, που μετά το πετυχημένο μοντέλο συμβολαιακής καλλιέργειας που έχουν από το 2001 στο σκληρό σιτάρι, ξεκινούν το ίδιο με το σουσάμι.

Τα δύο αδέλφια αποφάσισαν να ρισκάρουν και δικαιώθηκαν, αφού πλέον για πρώτη φορά στην Ελλάδα μπαίνουν οι βάσεις για την εκμηχανισμένη καλλιέργεια σουσαμιού με αδιάρρηκτες ποικιλίες.

Η ελληνική βιομηχανία τροφίμων μέχρι τώρα κάθε φορά που ήταν να κάνει εισαγωγή σουσαμιού δεινοπαθούσε. Δεν είναι και ό,τι ευκολότερο να συναλλάσσεται κανείς με χώρες της Αφρικής και της Ασίας, όμως μέχρι σήμερα ήταν μονόδρομος.

Οι αδελφοί Παυλίδη, ο Σάββας και ο Κώστας, άνοιξαν τον δρόμο για να σταματήσει αυτό. Προηγήθηκε πολύ ψάξιμο. Έπρεπε πρώτα να εξασφαλιστούν οι σπόροι. Να γίνουν δοκιμές. Να «μετρηθούν» οι κλιματολογικές συνθήκες και να διερευνηθεί ότι η καλλιέργεια σουσαμιού μπορεί να ευδοκιμήσει στη Μαγνησία.

Οι δοκιμές κράτησαν δύο χρόνια, μέχρι που ήρθαν τα πρώτα χαμόγελα.Το κλίμα ευνοεί την καλλιέργεια σουσαμιού στη Μαγνησία και μάλιστα συγκριτικά με άλλες καλλιέργειες, όπως για παράδειγμα το βαμβάκι, καθώς το σουσάμι είναι λιγότερο υδροβόρο. Χρειάζεται, δηλαδή, λιγότερο νερό κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου.

Αυτό συνιστά μεγάλο πλεονέκτημα, αν σκεφτεί κανείς ότι ο μεγάλος πονοκέφαλος, όχι μόνο στη Μαγνησία αλλά σε ολόκληρη τη λεκάνη της Θεσσαλίας όπου ο μεγάλος πονοκέφαλος των παραγωγών είναι η έλλειψη υδάτων για άρδευση και κατ’ επέκταση για πότισμα των χωραφιών.

Η εκμηχανισμένη καλλιέργεια σουσαμιού είναι πλέον γεγονός

«Η καλλιέργεια σουσαμιού στη χώρα προϋπήρχε στην Ελλάδα, δεκαετίες πριν. Όμως στην πορεία του χρόνου ατόνησε. Αυτό που έφταιξε περισσότερο είναι ότι άλλαξε ο τρόπος που προσέγγιζε η Ελλάδα τις καλλιέργειες. Έγινε ασύμφορη η καλλιέργεια σουσαμιού. Το εγκατέλειψαν και μπήκαν στο σιτάρι, το βαμβάκι, την ντομάτα. Περνώντας τα χρόνια, οι ανάγκες στην Ελλάδα για κατανάλωση σουσαμιού δεν σταμάτησαν, καθώς χρησιμοποιείται στο ψωμί, ως πρώτη ύλη για το ταχίνι, τον χαλβά και το παστέλι. Το σουσάμι είναι παντού. Παρ’ όλ’ αυτά, οι περίπου 35.000-40.000 τόνοι, που έχουμε ανάγκη στην Ελλάδα, καλύπτονται μόνο από εισαγωγές. Η εθνική μας παραγωγή είναι μηδαμινή. Και η καλλιέργεια- συγκομιδή γίνεται με το χέρι, παραδοσιακά», επισημαίνει στον ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ ο Σάββας Παυλίδης.

Φέτος είναι η δεύτερη χρονιά, που οι αδελφοί Παυλίδη καλλιέργησαν σουσάμι. Η συγκομιδή έγινε στα τέλη Οκτωβρίου στην περιοχή του Αλμυρού και της Λάρισας.

«Οι ποικιλίες που χρησιμοποιούμε δεν θερίζονται με τον παραδοσιακό τρόπο, αλλά με θεριζοαλωνιστικές. Έχουμε μια παραγωγή γύρω στα 170 κιλά/στρέμμα. Μαθαίνοντας την καλλιέργεια και όσο θα περνούν τα χρόνια θα καταφέρουμε να πάρουμε περισσότερα κιλά. Να έχουν μεγαλύτερη αποδοτικότητατα χωράφια για να πάρουμε περισσότερα κιλά», συνεχίζει ο Σάββας Παυλίδης.

Σύμφωνα με τον ίδιο σε άλλα κράτη που καλλιεργούν σουσάμι, τα κιλά ανά στρέμμα είναι 150 με 200, ενώ στις ΗΠΑ είναι αρκετά πιο πάνω.

Συμβολαιακή καλλιέργεια-Ευκαιρία για μεγαλύτερο εισόδημα

Ο κ. Παυλίδης είναι κατηγορηματικός. Η καλλιέργεια του σουσαμιού διασφαλίζει στον αγρότη ένα σημαντικό εισόδημα. Το πλεονέκτημα είναι ότι ο αγρότης εξαρχής, πριν ακόμη ξεκινήσει η καλλιεργητική περίοδος, θα γνωρίζει πόσο θα είναι το κόστος παραγωγής, αλλά και ποια τα έσοδα που θα αποφέρει η καλλιέργεια σουσαμιού.

«Πριν σπείρεις θα ξέρεις τι θα ξοδέψεις. Δεν είναι βαμβάκι ή σιτάρι, που το σπέρνεις και ζεις με τον φόβο τι μέλλει γενέσθαι. Αν θα πιάσει τιμή το προϊόν και τι θα απομείνει στον παραγωγό μετά την πληρωμή των αγροεφοδίων.

Με το σουσάμι πριν σπείρεις ξέρεις πόσα είναι τα έξοδα καλλιέργειας, πόσα θα εισπράξεις ανά κιλό και περίπου το περιθώριο κέρδους. Άρα ο παραγωγός έχει τη δυνατότητα να επικεντρωθεί στην παραγωγή. Επίσης καθ’ όλη τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου είμαστε δίπλα στον παραγωγό για να τον συμβουλέψουμε τί πρέπει να κάνει και τί να προσέξει.Μέχρι τον Μάρτιο ο παραγωγός θα πρέπει να έχει αποφασίσει τί θα κάνει, γιατί η σπορά γίνεται τον Μάιο, γεγονός που σημαίνει πως η παραγγελία των σπόρων πρέπει να γίνει νωρίτερα.

«Το αγώι ξυπνάει τον αγωγιάτη», συνεχίζει ο ίδιος. «Από τη στιγμή που η καλλιέργεια ευδοκιμεί, το οικονομικό αποτέλεσμα για τον παραγωγό είναι σοβαρότατο. Δηλαδή ανταγωνίζεται το βαμβάκι και όχι μόνο.Στην εγχώρια αγορά, θα πάει για κατανάλωση, στις βιομηχανίες. Έχουν γίνει κάποιες προχωρημένες συζητήσεις, υπάρχει ανάγκη και ενδιαφέρον. Οι βιομηχανίες διατροφής θέλουν τα προϊόντα που διαθέτουν στην αγορά να έχουν στη βάση τους σουσάμι εγχώριας προέλευσης.

Το συγκριτικό πλεονέκτημα στο χωράφι

Το σουσάμι σπέρνεται στις αρχές Μαΐου αλλά έχει την μπορεί να σπαρθεί και έως στις αρχές Ιουνίου ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες.Έχει έναν κύκλο περίπου 140-145 ημέρες. Ειδικά στη Θεσσαλία μπορεί να μπει και σαν επίσπορη καλλιέργεια, μετά από χειμερινά κηπευτικά (π.χ. μαρούλι) ή μετά από βρώμη που συγκομίζεται αρχές Μαΐου για σανό. Αρκεί ο παραγωγός να προετοιμάσει αμέσως το χωράφι του για να σπείρει σουσάμι. Και να είναι ποτιστικό το χωράφι, να αρδεύεται. Χρειάζεται, όμως, λιγότερο νερό από το βαμβάκι. Είναι κι αυτό, όπως καταλαβαίνεις, μία πολύ σοβαρή παράμετρος. Μπορούμε να πετύχουμε να έχουμε και 2 καλλιέργειες σε μια χρονιά. Και φυσικά διπλό εισόδημα», όπως εξηγεί ο κ. Παυλίδης.

Δεν χρειάζεται νέος μηχανικός εξοπλισμός

Ένα ακόμη «αβαντάζ» που αποτελεί και δέλεαρ για τον πρωτογενή τομέα είναι ότι όποιος παραγωγός ασχοληθεί με την καλλιέργεια σουσαμιού δεν χρειάζεται να αγοράσει καινούργιο μηχανολογικό εξοπλισμό.

«Δεν αλλάζει κάτι στα μηχανήματα. Η σπορά γίνεται με τις κλασσικές πνευματικές σπαρτικές για το καλαμπόκι και το βαμβάκι, απλά θέλει δίσκους για ψιλό σπόρο. Ο αλωνισμός γίνεται με την αλωνιστική μηχανή. Επίσης και για την καταπολέμηση των ζιζανίων υπάρχει πλέον εγκεκριμένη δραστική ουσία», αναφέρει ως προς αυτό με τη σειρά του ο Κώστας Παυλίδης.

«Για μας το σουσάμι είναι μια πρόκληση που μόνο θετικά αποτελέσματα μπορεί να φέρει στον αγροτικό κόσμο. Γνωρίζοντας τα προϊόντα που δουλεύουμε και βλέποντας ότι υπάρχει ένα κενό στην εθνική παραγωγή, συνειδητοποιήσαμε ότι συμφέρει ολόκληρη την αλυσίδα να καλυφτεί αυτό το κενό. Η μονοκαλλιέργεια δεν ωφέλησε τον πρωτογενή τομέα», συμπληρώνει ο ίδιος.

Καλλιέργεια με μέλλον και θρεπτική αξία

Πρόκειται για ένα φυτό η καλλιέργεια του οποίου δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις, ενώ μπορεί να αποδώσει ακόμη και σε συνθήκες ξηρασίας. Στο παρελθόν το σουσάμι καλλιεργείτο ευκαιριακά στην Ελλάδα, ως καλλιέργεια δηλαδή που μπορούσε να μπει σε αντικατάσταση της αγρανάπαυσης. Στη δεκαετία του 1970 έφθασε να καλλιεργείται συνολικά σε έκταση 200.000 – 300.000 στρεμμάτων, αλλά στα επόμενα χρόνια μειώθηκαν σταδιακά οι καλλιεργούμενες εκτάσεις, ως αποτέλεσμα του ότι οι κοινοτικές επιδοτήσεις που άρχισαν να δίνονται από το 1981 σε ανταγωνιστικές προς το σουσάμι καλλιέργειες όπως αραβόσιτος και ζαχαρότευτλα, αλλά και λόγω του ότι το σουσάμι δεν εντάχθηκε στην Κοινή Αγροτική Πολιτική στα ελαιούχα φυτά, όπως είναι η σόγια, η ελαιοκράμβη και ο ηλίανθος.

Το φυτό είναι ανθεκτικό στην ξηρασία και μπορεί να αποδώσει ικανοποιητικά ακόμα και όταν μπορεί να χρησιμοποιήσει μόνο το αποθηκευμένο νερό. Το εύρος των εδαφών που είναι κατάλληλα για την καλλιέργειά του είναι μεγάλο, ενώ καλλιεργείται και σε ψυχρότερες περιοχές ως καλοκαιρινή καλλιέργεια.

Το σουσάμι χρειάζεται για την ολοκλήρωση του βιολογικού του κύκλου υψηλές θερμοκρασίες. Το ιδανικό εύρος θερμοκρασιών είναι 26-38 βαθμοί Κελσίου. Η χαμηλότερη θερμοκρασία για την έναρξη της βλάστησης είναι 12 C, και είναι ανθεκτικό στiς περιόδους καύσωνα έως και 48 C.

Το σουσάμι και τα προϊόντα του αποτελούν τρόφιμα υψηλής θρεπτικής αξίας. Ο σησαμόσπορος, καρπός του φυτού σησάμι, αποτελεί την πρώτη ύλη για την παρασκευή του ταχινιού και του χαλβά. Οι κυριότερες χώρες που καλλιεργείται το σουσάμι είναι μεταξύ άλλων, Ινδίες, Κίνα, ΗΠΑ, Σουδάν, Τουρκία και το Μεξικό.

Το σουσάμι κατάγεται από τις θερμές περιοχές της Ασίας. Η καλλιέργειά του έχει σκοπό την παραγωγή των ελαιούχων σπόρων του. Οι σπόροι του σουσαμιού έχουν μεγάλη περιεκτικότητα σε έλαιο που φθάνει το 45-60%. Το σησαμέλαιο χρησιμοποιείται στη βιομηχανία τροφίμων, τη ζαχαροπλαστική, την κονσερβοποιία. Επίσης χρησιμοποιείται για την παραγωγή σαπουνιών και χρωμάτων.

Ο σπόρος του σουσαμιού είναι καρπός με υψηλή διατροφική αξία και για αυτό χρησιμοποιείται στην αρτοποιία (ψωμί, κουλούρια, παστέλια, κ.λπ.), την παραγωγή ταχινιού αλλά και χαλβά. Το υπόλειμμα («πίτα») που μένει μετά την εξαγωγή του σησαμέλαιου, χρησιμοποιείται ως ζωοτροφή, η οποία είναι πλούσια σε πρωτεΐνες που φθάνουν μέχρι 50-52%. Το σουσάμι, λόγω των πολλών αντιοξειδωτικών που περιέχει, προστατεύει τον οργανισμό από την κακή χοληστερίνη. Η ουσία σησαμίνη, που περιέχεται στο σουσάμι, δρα εναντίον της υπέρτασης αλλά και της δημιουργίας θρόμβων, ενώ λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς του σε αντιοξειδωτικές ουσίες πολλές έρευνες έδειξαν την αντικαρκινική δράση του σουσαμιού. Βάσει ερευνητικών μελετών, το σουσάμι έχει ιδιότητες πρόληψης του διαβήτη, αλλά και του καταρράκτη των ματιών.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου