ΤΟΠΙΚΑ

Πίσω ολοταχώς

πίσω-ολοταχώς-851206

Από αιώνες τώρα η οικογένεια Αργυρίου φυτρώνει σαν την επίμονη και ρωμαλέα αγριάδα στο χωριό Ρ. Παλιά ήταν κολίγοι της οικογένειας Στεπάνοβικ, που δε διασώζεται πια, και που μοναδικό λείψανο της δύναμης και του μεγαλείου της είναι ο θρύλος του ονόματός της, που επιμένει να σέρνεται σαν κακός ίσκιος στην περιοχή.
Κάποια εποχή έγιναν γαιοχτήμονες, αγοράζοντας είκοσι στρέμματα γης από τον πρώην αφέντη τους που βρέθηκε σε στενάχωρες μέρες απ’ τους πολιτικούς, και τα πλήρωσαν με το αίμα και τον ιδρώτα τους δέκα και είκοσι φορές πάνω από την αξία τους.
Από τότε αρχίζει ένας μακροχρόνιος αγώνας για τη διατήρησή τους, αγώνας γενεών, για την προάσπιση και το μεγάλωμα αυτής της ιδιοχτησίας, που μεταβιβάζονταν από πατέρα σε γιο ολόκληρη, χωρίς να κατατέμνεται σε μικρότερους κλήρους. Έχασαν κομμάτια γης, τα ξαναπόχτησαν, περιουσία ασήμαντη, πληρωμένη με ποταμούς ιδρώτα. Σπρωγμένοι απ’ την ανάγκη που επιβάλλει η κατοχή της ιδιοχτησίας πλήρωσαν για τη μεταβίβασή της και ξαναπλήρωσαν την αξία της σε φόρους, αντιπάλεψαν με πάθος φλογερό την αμφισβήτηση και την πλεονεξία του γείτονα, τους άσχημους καιρούς και τις κακές σοδειές, και πέτυχαν τη βαθμιαία εξάπλωση των χωραφιών και των λιβαδιών τους, που τα ύστερα χρόνια μετατράπηκαν κι αυτά σε χωράφια.
Ολάκερες γενιές έδωσαν τα πάντα σε τούτον τον αγώνα, τσακίζοντας ολόκληρο το βίο τους στο ξεχέρσωμα των χωραφιών, την καλλιέργεια, την καρπεράδα τους. Όταν μετά τη δεκαετία του ’50 άρχισε η εκμηχάνιση της γεωργίας, ο Αργυρίου Ιωάννης του Δημητρίου ονομαζόμενος βρέθηκε να κατέχει εκατόν πενήντα στρέμματα αποχτημένα σε διάστημα εκατό χρόνων. Ρίχτηκε με τα μούτρα στη δουλειά, αύξησε την παραγωγή και μπόρεσε ν’ αποχτήσει άλλα σαράντα. Ο γιος του Δημήτριος, κατά τη διάρκεια του βίου του κι επιστρατεύοντας όλες τις προγονικές αρετές εγκαρτέρησης, ανείπωτα σκληρής δουλειάς κι αφάνταστης οικονομίας πρόσθεσε στο προγονικό κληροδότημα άλλα πενήντα στρέμματα.
Ο Ιωάννης Αργυρίου του Δημητρίου κληρονόμησε κοντά διακόσα πενήντα στρέμματα απ’ τον πατέρα του, όλα ποτιστικά. Χύθηκε καταπάνω τους με την ορμή που δίνει στον άνθρωπο η νιότη, πάλεψε, χτυπήθηκε και μάτωσε, όμως είχαν περάσει οι καιροί που οι άνθρωποι κέρδιζαν το ψωμί απ’ τη γη τους και τα προϊόντα του πουλιόνταν κάτω από το κόστος. Έκανε τη νύχτα μέρα, αύξησε την παραγωγή, αλλά τίποτα. Απελπίστηκε και θέλησε να πουλήσει τα χωράφια. Όμως το ίδιο ήθελαν κι οι άλλοι. Έτσι η τιμή τους κατρακύλησε στα Τάρταρα κι αναγκάστηκε να τα δώσει κοψοχρονιά σε κάποιον Ν. που εμφανίστηκε τελευταία στην περιοχή κι αγόραζε ό,τι πουλιόνταν.

Αν με ρωτήσετε ποιος είναι ο Ν., ένας Στεπάνοβικ θα έλεγα, κι ας μην έχει στάλα αίμα ίδιο με τους παλιούς τσιφλικάδες…

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου