ΤΟΠΙΚΑ

Καταδίκη της 40χρονης Βολιώτισσας για τη βία στον 13χρονο γιο της

καταδίκη-της-40χρονης-βολιώτισσας-για-τ-758575

Φυλάκιση δύο ετών με αναστολή επέβαλε το δικαστήριο – Σόκαραν με τις περιγραφές τους οι μάρτυρες

Ποινή φυλάκισης δύο ετών με αναστολή τριετίας επέβαλε χθες το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Βόλου στη 40χρονη Βολιώτισσα, που συνελήφθη την περασμένη Τρίτη μετά από ενδοοικογενειακό επεισόδιο βίας. Εναντίον της ασκήθηκε ποινική δίωξη για απλή πρόκληση σωματικών βλαβών σε πρόσωπο που τελούσε υπό την επιμέλειά της και συγκεκριμένα τον ανήλικο γιο της ηλικίας 13 ετών.

Το δικαστήριο έκρινε ένοχη την κατηγορούμενη και δεν της αναγνώρισε κανένα ελαφρυντικό, ούτε αυτό του σύννομου πρότερου βίου. Η 40χρονη οδηγήθηκε χθες συνοδεία αστυνομικών, καθώς κρατούταν, στο εδώλιο του κατηγορουμένου για τη δίκη στην οποία παρευρέθηκαν τουλάχιστον δύο γείτονές της που εξετάστηκαν από το δικαστήριο ως μάρτυρες κατηγορίας.

Η γυναίκα φέρεται να έπιασε το παιδί από τον λαιμό και να τον πίεζε όπως και στα χέρια προκειμένου να μη βγει έξω από το σπίτι κατά τη διάρκεια του οικογενειακού καβγά που σημειώθηκε στις 16:30.

Οι μάρτυρες σόκαραν με τις περιγραφές τους για τον εφιάλτη που βίωσαν, όπως ανέφεραν, ακόμη μία φορά. «Οι φωνές ακούγονταν σε όλο το οικοδομικό τετράγωνο, αυτή η υστερία. Δεν σταματούσε αντίθετα αυξανόταν η ένταση. Η κατηγορούμενη επαναλάμβανε συνέχεια τα ίδια. Φοβηθήκαμε ότι κάτι θα πάθει το παιδί. Βγήκαμε έξω. Πήγαμε και χτυπήσαμε την πόρτα. Δεν άνοιγε και αναγκαστήκαμε να καλέσουμε την Αστυνομία», είπε η μία μάρτυρας η οποία παρουσία αστυνομικών είδε στη συνέχεα το παιδί που όπως είπε είχε εκδορές στον λαιμό και στο χέρι. «Ο μικρός κινδυνεύει», επισήμανε.

Νωρίτερα άλλη μάρτυρας είχε ενημερώσει: «Κάθε μεσημέρι και κάθε βράδυ συμβαίνει το ίδιο. Εχει έναν χρόνο τώρα που πάει αυτή η κατάσταση. Βγαίνουμε από τα σπίτια μας και φωνάζουμε για να σταματήσει γιατί φοβάται την Αστυνομία. Ακούγαμε τον μικρό να λέει: «Ασε με. Ασε με». Ξέρουμε πότε ένα παιδί δεν μπορεί να μιλήσει. Να φωνάξει. Οταν δεν μπορεί να πάρει ανάσα», είπε. «Το παιδί προσπαθούσε να βγει από το σπίτι και δεν το άφηνε. Το δικό μου ηλικίας δύο χρόνων της φωνάζει σταμάτα να χτυπάς το παιδί σου», πρόσθεσε ακόμη.

Ο πατέρας του παιδιού που είναι διαζευγμένος με τη 40χρονη εξεταζόμενος είπε ότι δέχτηκε κλήση από τον γιο του και υπήρχε φασαρία. «Αργότερα κλήθηκα από την Αστυνομία. Οταν συνάντησα το παιδί, ήταν έντρομο. Είχε γρατζουνιές στον λαιμό και στο πρόσωπο. Είχε αμυνθεί. Πήγε να ανοίξει την πόρτα και η μητέρα τον άρπαξε από τον λαιμό».

Αντίθετα η μητέρα της κατηγορούμενης απέδωσε το περιστατικό σε απόφαση δικαστηρίου που είχε εκδοθεί νωρίτερα με την οποία απαγορευόταν ο εγγονός της να ακολουθήσει τον πατέρα του στην Κύπρο για διακοπές για έναν μήνα. Είπε ότι παιδί είχε προετοιμαστεί ψυχολογικά για το ταξίδι και στενοχωρήθηκε πολύ. Απέδωσε τους τραυματισμούς του στην προσπάθεια της κόρης της να αμυνθεί, όταν ο νέος την έπιασε από τα μαλλιά και τη χτυπούσε στο κεφάλι. Είπε ότι όλα αυτά συμβαίνουν λόγω της εφηβείας του και του κορονοϊού που τον κράτησαν πολύ καιρό στο σπίτι γιατί η μητέρα του είναι υπερπροστατευτική. Έπεφτε όμως συνεχώς σε αντιφάσεις σχετικά με τα γεγονότα που γνώριζε η ίδια ιδίοις όμμασι και αυτά που της μετέφερε η κόρη της.

Από την πλευρά της, η κατηγορούμενη υποστήριξε ότι υπαίτιος για το επεισόδιο ήταν ο πρώην σύζυγός της που φόρτωσε τα μυαλά του παιδιού με την Κύπρο, με αποτέλεσμα να στενοχωρηθεί όταν ενημερώθηκε για τη δικαστική απόφαση. Μάλιστα, ισχυρίστηκε ότι όταν επέστρεψε στο σπίτι από τα δικαστήρια, νωρίτερα την ίδια μέρα του επεισοδίου, τον βρήκε στην είσοδο του σπιτιού της. Είπε ότι ήταν λάθος της που ενημέρωσε εκείνη το παιδί καθώς έπρεπε να βάλει εκείνον να μιλήσει με τον γιο της που τον είχε ξεσηκώσει. Ωστόσο, ισχυρίστηκε ότι όταν άρχισε ο μικρός να φωνάζει του τηλεφώνησε και τον κάλεσε να πάει σπίτι για να ηρεμήσει το παιδί και εκείνος αρνήθηκε. Επιπλέον του έστειλε πολλά μηνύματα. Αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι χτύπησε τον μικρούλη και είπε ότι οι βλάβες προκλήθηκαν στην προσπάθειά της να απεγκλωβιστεί από τα χέρια του.

Η υπεράσπιση υπεραμύνθηκε της αθωότητας της. Ο συνήγορος επικαλέστηκε κοινωνική έρευνα που έγινε με διαταγή της εισαγγελίας και τόνισε ότι οι κοινωνικοί λειτουργοί αποδίδουν τα προβλήματα στο σπίτι και την όλη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στον κορονοϊό.

Ωστόσο, το δικαστήριο έκρινε ένοχη την κατηγορούμενη. Ο εισαγγελέας έδρας ζήτησε την ενοχή της όπως κατηγορούταν και το δικαστήριο έκανε αποδεκτή την πρόταση. Επισημαίνεται ότι με την έναρξη της δίκης το δικαστήριο απέρριψε πρόταση της υπεράσπισης για αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης και προσδιορισμό της σε ρητή δικάσιμο για να κληθούν και να εξεταστούν οι κοινωνικοί λειτουργοί και να δοθεί δυνατότητα ποινικής συνδιαλλαγής.

Μετά τη δίκη η κατηγορούμενη άσκησε έφεση.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΡΟΥΓΚΑ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου