ΤΟΠΙΚΑ

Ψυχολογία «εκκρεμές» λόγω κορονοϊού σε δομές του Νοσοκομείου

ψυχολογία-εκκρεμές-λόγω-κορονοϊού-14549

Πόσο επηρέασε ο κορoνοϊός και ο εγκλεισμός την ψυχική υγεία των Βολιωτών; Στο ερώτημα αυτό οι ψυχολόγοι και οι κοινωνικοί λειτουργοί του Νοσοκομείου Βόλου και του Κέντρου Ψυχικής Υγείας απαντούν: αρκετά. Εχοντας γίνει το «αποκούμπι» για μοναχικούς, αναξιοπαθούντες, αλλά και ασθενείς, άνδρες και γυναίκες, για δύο ολόκληρους μήνες, όσο δηλαδή κράτησε η «καραντίνα», κατέγραψαν τις προσωπικές εξομολογήσεις ανθρώπων που αναζητούσαν στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής μία παρηγοριά. Είτε γιατί βίωναν τον εγκλεισμό μόνοι τους, είτε διότι η πανδημία τους προκάλεσε ανασφάλεια και αβεβαιότητα για το μέλλον.

Σύμφωνα με μία πρώτη επεξεργασία από τις τηλεφωνικές κλήσεις που έγιναν και τα ζητήματα που θίγονταν σ’ αυτές, ένα ποσοστό 47% έδειξε ότι είχε επηρεαστεί η ψυχική του κατάσταση από την καραντίνα. Πρόκειται κυρίως για όσους μόνοι τους εκμυστηρεύτηκαν ότι βίωσαν έντονα συναισθήματα άγχους και φόβου ότι θα κολλήσουν τον ιό οι ίδιοι ή κάποιο μέλος της οικογένειάς τους. Οι ίδιοι άνθρωποι επίσης δήλωσαν αβεβαιότητα για τον μέλλον της εργασίας τους και για αυτό ζητούσαν συμβουλές για το πώς πρέπει να συμπεριφερθούν επιστρέφοντας στην εργασία τους, ώστε να μην αποτελούν τον «αδύναμο κρίκο» μεταξύ των συναδέλφων τους.

Υπήρξαν και θετικές επιρροές

Μπορεί να ακούγεται περίεργο, όμως στις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις που έγιναν κατά τη διάρκεια της καραντίνας, αρκετοί από εκείνους που απευθυνθήκαν στις αρμόδιες υπηρεσίες των δομών ψυχολογικής υποστήριξης του νοσοκομείου, βρήκαν και θετικά να επισημάνουν ως προς την επίδραση της καραντίνας στη ζωή τους. Ενα ποσοστό περίπου 15% εξέφρασε την εκτίμηση πως η παραμονή στο σπίτι συνέβαλλε ώστε να υπάρξει καθημερινή επαφή με τα άλλα μέλη της οικογένειας και ειδικά με τα παιδιά. Η επισήμανση αυτή προέρχονταν κυρίως από γυναίκες- μητέρες που είναι εργαζόμενες και οι οποίες εξαιτίας της καραντίνας ξαναβρέθηκαν με τα παιδιά τους. Υπήρχαν όμως και νεότεροι άνθρωποι που επικοινώνησαν για να εκφράσουν την έλλειψη φίλων αλλά και δραστηριοτήτων που στερήθηκαν κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού.

Ψυχική ηρεμία και στην μετακορονοϊό εποχή

Θα πρέπει να σημειωθεί πως μπορεί η καραντίνα να έληξε, όμως ο παράγοντας ψυχικής υγείας σ’ αυτή τη μεταβατική φάση, που ο κορονοϊός ακόμη είναι εδώ, είναι ιδιαίτερα σημαντική, σύμφωνα με τους ειδικούς του ΕΣΥ.

Οχι μόνο διότι θα πρέπει να μην υπάρχει επηρεασμός από το γεγονός ότι η πανδημία υφίσταται ακόμη, αλλά κυρίως προκειμένου να αντιμετωπιστούν τυχόν παθογένειες που έχουν δημιουργηθεί, όπως και ψυχώσεις στους ψυχικά πάσχοντες, μετά την καραντίνα, όπως τονίζει η κοινωνική λειτουργός του Κέντρου Ψυχικής Υγείας του Αχιλλοπουλείου Σοφία Πιταράκη.

Η ίδια επίσης υπογραμμίζει πως έχουν αρχίσει να αναπτύσσονται στις μεγαλύτερες ηλικίες αλλά και στα παιδιά, μια σειρά από ανησυχητικά συμπτώματα, όπως η νωθρότητα, η απώλεια κινήτρου και η έλλειψη ενδιαφέροντος.

«Υπήρξαν περιπτώσεις που άνθρωποι δήλωσαν μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων, ότι βαριούνται να βγούνε έξω ή να επιστρέψουν σε δραστηριότητες που είχαν πριν την πανδημία», επισήμανε η ίδια. Αυτό είναι ανησυχητικό και πρέπει να αντιμετωπίζεται άμεσα.

«Για να αλλάξει μία τέτοια συμπεριφορά πρέπει να βγει κάποιος από τη ρουτίνα του, ώστε να μην εδραιωθούν ως στάση ζωής», προσθέτει η ίδια, εκτιμώντας πως σε διαφορετική περίπτωση μπορεί να «δοκιμαστούν» επικίνδυνα οι σχέσεις μεταξύ των μελών μίας οικογένειας.

Το συγκεκριμένο καμπανάκι αφορά κυρίως τα έγγαμα ζευγάρια, νεώτερα και μεγαλύτερα. «Η παραμονή για όλο το 24ωρο μέσα στο σπίτι, λόγω των ειδικών συνθηκών της καραντίνας, βοήθησε πολλά ζευγάρια, σε ορισμένα όμως ήταν καταστροφική», σύμφωνα με την ίδια. «Αναδείχθηκαν τρωτά σημεία και προβλήματα που σε άλλες συνθήκες δεν θα τα έδινε κανείς από τους δύο σημασία. Τώρα όμως μεγεθύνθηκαν και αυτό μπορεί να έχει συνέπειες», παρατηρεί επίσης, εξηγώντας ότι «οι απώλειες» θα φανούν στην πορεία.

«Πληγές» στους ηλικιωμένους

Η καραντίνα άφησε «πληγές» και στους ηλικιωμένους. Ξαφνικά αισθάνθηκαν «παροπλισμένοι», όπως εξηγεί στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ η κ. Πιταράκη. Αυτή ήταν και η κύρια επισήμανση όσων καλούσαν στις τηλεφωνικές γραμμές των δομών του νοσοκομείου για να ανταλλάξουν μία κουβέντα με έναν συνάνθρωπό τους, αλλά και για να εκφράσουν τη μοναξιά τους. «Από τη μία στιγμή στην άλλη βρέθηκαν να μην ανταλλάσουν κουβέντα με κανέναν. Πριν τον κορονοϊό, έβγαιναν έξω, συμμετείχαν στην κοινωνική ζωή και ξαφνικά βγήκαν στο περιθώριο», πρόσθεσε η ίδια, κρούοντας των κώδωνα του κινδύνου για έξαρση της κατάθλιψης στην τρίτη ηλικία.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου