ΤΟΠΙΚΑ

39χρονος Βολιώτης σκότωσε τη γιαγιά του για ένα ρολόι!

39χρονος-βολιώτης-σκότωσε-τη-γιαγιά-του-154823

Η δολοφονία μιας ηλικιωμένης, στο σπίτι της στην Κολωνία, και ο σκληρός τρόπος με τον οποίο έδρασαν οι δράστες συγκλόνιζαν την πόλη της Γερμανίας το καλοκαίρι του 2014. Επί ημέρες, γερμανικές εφημερίδες ασχολούνταν με το φονικό. Επί χρόνια, οι διωκτικές αρχές της περιοχής αναζητούσαν τα πρόσωπα πίσω από το φρικτό έγκλημα. Οταν ένας τυχαίος αστυνομικός έλεγχος, στις αρχές του 2019, οδήγησε σε έναν από τους δολοφόνους. Ηταν ο εγγονός της νεκρής γυναίκας (μητέρα του πρώην πατριού του) μεταξύ εκείνων που την οδήγησαν σε ασφυκτικό θάνατο.

Ρεπορτάζ: ΒΑΣΩ ΣΑΜΑΚΟΒΛΗ

Με το «μυστικό» του, μετά τη δολοφονία, ο δράστης επέστρεψε στα πάτρια εδάφη: στον Βόλο. Παντρεύτηκε, απέκτησε δύο παιδιά, λειτούργησε επιχείρηση. Μέχρι τη στιγμή που τα στοιχεία έδειξαν τη συμμετοχή του στον βασανισμό μέχρι θανάτου της ηλικιωμένης. Συνελήφθη, κρατήθηκε και οδηγήθηκε σε δίκη. Προ ημερών, στις 17 Μαρτίου, το περιφερειακό δικαστήριο της Κολωνίας εξέδωσε την ετυμηγορία του. Τον έκρινε ένοχο για τη δολοφονία του θύματός του, ηλικίας 78 ετών, και τον καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη.

Μετά από μια μαραθώνια δίκη, το δικαστήριο εμφανίστηκε πεπεισμένο ότι ο 39χρονος Βολιώτης είναι ο δολοφόνος της ηλικιωμένης γυναίκας. Τον καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη.

«Ακόμη και αν ισχυριστήκατε, μέχρι και την τελευταία σας λέξη, την αθωότητά σας, είμαστε πεπεισμένοι ότι είστε ένας από τους τέσσερις δράστες», είπε κοφτά και απόλυτα ο δικαστής, στρέφοντας το βλέμμα του στον κατηγορούμενο. Παρέπεμψε σε όλα τα στοιχεία που αποδεικνύουν την ενοχή του.

Οι άλλοι τρεις δράστες του στυγερού εγκλήματος, δύο άντρες και μία γυναίκα, δεν έχουν ακόμη εντοπιστεί.

Με την καταδίκη σε ισόβια κάθειρξη του ενός εκ των δραστών έκλεισε ένας πρώτος κύκλος της τιμωρίας των ενόχων πίσω από την φρικιαστική δολοφονία της ηλικιωμένης, πριν από έξι χρόνια. Νύχτα της 14ης Ιουνίου του 2014.

Η 78χρονη Irmgard Β. βρέθηκε νεκρή στην κρεβατοκάμαρά της, στην περιοχή Pulheim-Brauweiler. Ενα «κουβάρι» το άψυχο σώμα της. Δεμένα τα χέρια της, το στόμα της σφραγισμένο με μαύρη ταινία γυρισμένη ξανά και ξανά. Ο θάνατός της ήταν βασανιστικός, ασφυκτικός. «Μια αποτρόπαια πράξη, υπό συνθήκες φρίκης», είπε ο δικαστής απευθυνόμενος στον ένοχο.

Η σορός της ηλικιωμένης, που βρήκε βασανιστικό θάνατο το καλοκαίρι του 2014, μεταφέρεται από το σπίτι

Τουλάχιστον τρεις άνδρες (μαζί με τον 39χρονο Βολιώτη) και μία γυναίκα εισήλθαν στο σπίτι της συνταξιούχου, εκείνο το εφιαλτικό βράδυ. Εψαξαν τα πάντα μέσα στο σπίτι της και άφησαν την ηλικιωμένη δεμένη στο κρεβάτι της, να αφήνει οδυνηρά την τελευταία της πνοή. Πήραν έναν φορητό υπολογιστή, χρήματα και ένα χρυσό ρολόι.

Ερευνητές - εγκληματολόγοι, την επομένη ημέρα του φονικού, σκανάρουν κάθε σημείο στον τόπο του φονικού

Επί χρόνια, τα ερωτήματα για το ποιος βρισκόταν πίσω από την τραγική κατάληξη της 78χρονης αποτέλεσαν μαρτύριο για τους δικούς της ανθρώπους. Για πολλά χρόνια δεν είχε εντοπιστεί κανένα ίχνος. Μέχρι που ένας τυχαίος τροχονομικός έλεγχος έγινε η αιτία να διασταυρωθεί το DNA τού ενός εκ των δολοφόνων με ίχνος δέρματος που βρέθηκε στα νύχια της ηλικιωμένης. Τις στιγμές που προσπαθούσε, με όσες δυνάμεις διέθετε, να αποτρέψει τους δολοφόνους της από την ασφυξία που θα της στερούσε τελικά τη ζωή.

Η ανθρωποκτονία παρέμενε στις ανεξιχνίαστες. Μέχρι τον Ιανουάριο του 2019, οπότε ο Βολιώτης έπεσε σε τυχαίο αστυνομικό έλεγχο, ενώ ήταν στη Γερμανία για δρομολόγιο με το φορτηγό.

Στη διάρκεια του ελέγχου οι αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι εκκρεμούσε αίτημα για να υποβληθεί σε εξέταση DNA ως ύποπτος για τη δολοφονία. Τότε, προκειμένου να αποφύγει τις αυτόφωρες διαδικασίες, αποδέχθηκε να δώσει δείγμα σάλιου και αφέθηκε ελεύθερος.

Τα αποτελέσματα της εξέτασης ταυτοποίησαν υλικό ίδιο με αυτό που εντοπίστηκε από τους ερευνητές στον τόπο του εγκλήματος. Η παρουσία του στο σπίτι της δολοφονημένης γυναίκας, εκείνο το μοιραίο βράδυ, επιβεβαιώθηκε από τις έρευνες. Οι ελληνικές αστυνομικές αρχές, με βάση διεθνές ένταλμα, τον συνέλαβαν τον περασμένο Απρίλιο και τον παρέδωσαν στις γερμανικές αρχές. Ο 39χρονος προφυλακίστηκε στις φυλακές της Κολωνίας μέχρι τη δίκη του.

Τον Νοέμβριο του 2019, βρέθηκε ενώπιον του περιφερειακού δικαστηρίου της Κολωνίας. Τα στοιχεία παραπομπής του στη δίκη έδειχναν αδιάσειστα. Ο κατηγορούμενος κάθισε στο εδώλιο αμίλητος και με ατάραχο ύφος, ανάμεσα στους δύο δικηγόρους του, άκουσε τις κατηγορίες που του απαγγέλθηκαν. Παρούσες στο δικαστήριο η Βολιώτισσα σύζυγός του και η Αγχιαλίτισα μητέρα του.

Ακουσε να κατηγορείται για τη δολοφονία της μητέρας του πρώην πατριού του, δηλαδή της γιαγιάς του. «Το βράδυ της 14ης Ιουνίου 2014, από τις 2:30 έως τις 4:20 πήγες στο σπίτι της δολοφονηθείσας με άγνωστους συνεργούς και κίνητρο τη ληστεία», η κατηγορία που του απήγγειλε ο εισαγγελέας, περιγράφοντας ότι πέρασαν στην αυλή, αφού αναρριχήθηκαν από την οροφή του γκαράζ. «Η γυναίκα πέθανε οδυνηρά, από ασφυξία, ώρες αργότερα», περιέγραφε το κατηγορητήριο.

Το χρονικό διάστημα της δολοφονίας ο 39χρονος ζούσε στη Σερβία. Το κατηγορητήριο περιέγραφε ότι ταξίδεψε για τη Γερμανία μόνο για εκείνη την ημέρα του φονικού. Την επομένη επέστρεψε Σερβία.

Για τους ερευνητές, αλλά και το δικαστήριο, το γενετικό υλικό που βρέθηκε στα χέρια της νεκρής αποτέλεσε αδιάσειστο στοιχείο ότι ήταν εκείνος που ακινητοποίησε τη γιαγιά του, δένοντάς την με καλώδια και φιμώνοντας το στόμα της.

Είμαι αθώος»

Ο 39χρονος ισχυρίστηκε την αθωότητά του στο δικαστήριο, αλλά έπεσε σε αντιφάσεις. Υποστήριξε ότι αγαπούσε τη γιαγιά του και ότι το DNA βρέθηκε στο σπίτι, εξαιτίας των συχνών επισκέψεων που έκανε στο σπίτι της, λέγοντας ότι την αγαπούσε. Ωστόσο, άλλα μέλη της οικογένειας δεν επιβεβαίωσαν τις επισκέψεις.

Ο Βολιώτης δράστης, 39 ετών, στο περιφερειακό δικαστήριο Κολωνίας, ανάμεσα στους δικηγόρους του

Ο δε ισχυρισμός του ότι τη νύχτα του εγκλήματος βρισκόταν στη Σερβία, αντικρούστηκε κατά την ακροαματική διαδικασία, καθώς προσκομίστηκαν στοιχεία που τεκμηρίωναν τη διέλευσή του από τα σύνορα της Ουγγαρίας.

Τότε ο δράστης …θυμήθηκε ότι ταξίδεψε πράγματι για Κολωνία για επαγγελματικές δουλειές. Ο ισχυρισμός του απορρίφθηκε, με τον δικαστή να μη δέχεται την αναπροσαρμογή της θέσης του, λέγοντας ότι είναι λόγια τελευταίας στιγμής, που καμία αξία κατά συνέπεια δεν έχουν.

Στη διάρκεια της μεγάλης δίκης, αναβίωσαν σκηνές της δολοφονίας, στην περιοχή PulheimBrauweiler, ένα ήσυχο και ειδυλλιακό μέρος, με καθαρά δρομάκια, λίγο έξω από την Κολωνία. Μια γειτόνισσα, το πρωινό της Κυριακής, έχει βγάλει τον σκύλο της βόλτα, όταν βλέπει την ανοιχτή πόρτα του σπιτιού. Περνά διστακτικά για να δει αν όλα είναι εντάξει και παθαίνει σοκ. Τα συρτάρια είναι πεταμένα, τα ντουλάπια ανακατεμένα και η 78χρονη νεκρή, δεμένη, σε λίμνη αίματος.

Μετά τον θάνατο του συζύγου της η ηλικιωμένη ζούσε μόνη στο όμορφο σπίτι της, με τζαμαρίες, σύγχρονα έπιπλα και πλούσιο κήπο. Κανένας από τους γείτονες δεν άκουσε το παραμικρό το προηγούμενο βράδυ.

Το πρωί μεγάλη ομάδα ερευνητών για την εξιχνίαση ανθρωποκτονιών, ιατροδικαστές και εγκληματολόγοι, σκάναραν κάθε σημείο του σπιτιού.

Το έγκλημα χαρακτηρίστηκε τρομερό. Οι εισβολείς στην κατοικία ήταν αμείλικτοι. Το κατηγορητήριο περιέγραψε ότι έδρασαν «σκληρά».

Ο γιος της νεκρής γυναίκας, πρώην πατριός του κατηγορούμενου, επιχειρηματίας ο οποίος τα τελευταία χρόνια κατοικεί στο Πήλιο, κατέθεσε ως μάρτυρας εναντίον του στο δικαστήριο.

«Ο πελάτης μου είναι συγκλονισμένος από το γεγονός ότι ένα μέλος της οικογένειας του ήταν ανάμεσα στα πρόσωπα που διέπραξαν το έγκλημα», δήλωσε ο δικηγόρος του.

«Αισθάνομαι δικαίωση για τον άδικο και άσχημο τρόπο που έχασα τη μητέρα μου. Μία γυναίκα υγιής, που αγαπούσε και στήριζε την οικογένεια. Δεν της άξιζε ο τρόπος που έφυγε… Θέλω να πιστεύω ότι το έργο της αστυνομίας θα ολοκληρωθεί με τη σύλληψη και την τιμωρία των υπολοίπων συνενόχων», δήλωσε ο Γ.Ι. στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ μετά την έκδοση της δικαστικής απόφασης ο γιος της δολοφονηθείσας και πρώην πατριός του ενόχου.

Η μητέρα και η σύζυγος του κατηγορούμενου αρνήθηκαν να καταθέσουν και παρακολούθησαν ως θεατές τη δίκη.

Ο 39χρονος, μετά την απόφαση του δικαστηρίου για ισόβια κάθειρξη, δεν θα δει τα παιδιά του, ηλικίας 2 και 3 ετών, να μεγαλώνουν.

Η Βολιώτισσα σύζυγός του έμεινε να φροντίζει τα δυο τους παιδιά, έχοντας να αντιμετωπίσει μια δύσκολη πραγματικότητα, καθώς προφανώς ούτε που είχε ιδέα για το τι είχε συμβεί στο παρελθόν με τον άντρα που δημιουργούσε οικογένεια και τον οποίο γνώρισε μετά από το φονικό.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου