ΤΟΠΙΚΑ

«Ο Βόλος ταλαιπωρήθηκε από επιδημίες»

ο-βόλος-ταλαιπωρήθηκε-από-επιδημίες-164182

Ο παλιός φαρμακοποιός Αγγελος Ψιμόπουλος αφηγείται στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ δύσκολες εποχές, που βίωσε η πόλη κατά το παρελθόν

Κυρίαρχο θέμα της τοπικής και διεθνούς ειδησεογραφίας ο κορονοϊός, που έχει προκαλέσει παγκόσμια αναστάτωση και τη λήψη σειράς μέτρων που αποσκοπούν στη διασφάλιση της δημόσιας υγείας και την αναχαίτιση του εχθρού. Οι επιδημίες, ωστόσο, είναι φαινόμενο, που έχει καταγραφεί σε διάφορες χρονικές περιόδους, βάζοντας σε δοκιμασία τον τοπικό πληθυσμό. Ο συνταξιούχος φαρμακοποιός Αγγελος Ψιμόπουλος, συγγραφέας και ερευνητής, αφηγείται στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ στιγμιότυπα παλαιότερων εποχών, τότε που ο Βόλος δοκιμάστηκε από αλλεπάλληλα κύματα γρίπης, που έθεσαν τους πάντες σε επιφυλακή.

Ρεπορτάζ: ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

Ανατρέχοντας στο παρελθόν, ο κ. Ψιμόπουλος θυμάται μια μεγάλη περίοδο γρίπης που σκέπασε σαν γκρίζο σύννεφο την πόλη, το διάστημα Νοέμβριος – Δεκέμβριος του ‘69. «Κατά καιρούς σημειώθηκαν διάφορες επιδημίες, αλλά η συγκεκριμένη επηρέασε την πόλη, γιατί αρρώστησαν το 30% και πλέον, του πληθυσμού. Εκείνη την εποχή χρησιμοποιούσαν σχεδόν 95% πενικιλίνη και στρεπτομικίνη σε ενέσεις. Ο ασθενής πήγαινε στο γιατρό και έρχονταν στο φαρμακείο για να του δώσουμε τα φάρμακα» είπε.

Το αδιαχώρητο δημιουργήθηκε, στο μεταξύ, στα φαρμακεία του Βόλου, που γέμιζαν ασφυκτικά από κόσμο, καθώς δεκάδες ασθενείς έρχονταν κατά κύματα, με την συνταγή του γιατρού στο χέρι. Περιγράφοντας μια χαρακτηριστική εικόνα εκείνης της περιόδου, ο γνωστός φαρμακοποιός αναφέρει ότι: «Το φαρμακείο γέμιζε από κόσμο και μια μέρα ειδικότερα, ένα απόγευμα, αναγκαστήκαμε να κατεβάσουμε το ρολό για να κλείσει η πόρτα, γιατί δεν χωρούσε άλλους μέσα και δεν μπορούσαμε να πάρουμε ανάσα, παρότι το φαρμακείο, που βρίσκονταν στο φαρδύ, στη Νέα Ιωνία, ήταν σχετικά μεγάλο. Όταν άρχισε να αραιώνει ο κόσμος, ανεβάσαμε και πάλι το ρολό, για να εισέρχονται οι επόμενοι», συνέχισε την αφήγηση.

Το συγκεκριμένο φαινόμενα ήταν μάλλον σύνηθες στον παλιό Βόλο, ειδικά σε περιόδους δύσκολες που έχουν καταγραφεί ανεξίτηλα στη μνήμη όσων τις βίωσαν. Ο κ. Ψιμόπουλος θυμάται την περίοδο μετά το ’40 τότε που η πενικιλίνη και η στρεπτομυκίνη κόστιζαν μια λίρα. «Ποιος να αγοράσει φάρμακα», σχολίασε.

Αλλεπάλληλες επιδημίες γρίπης

Ηταν τόσο μεγάλο το κύμα της γρίπης που σημειώθηκε την συγκεκριμένη χρονιά, ώστε επηρέασε μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού του Βόλου, θέτοντας τους πάντες σε επιφυλακή.

Όπως αφηγείται, μάλιστα, ο συνταξιούχος φαρμακοποιός, «περνώντας με το αυτοκίνητό μου από την Καρτάλη και φθάνοντας στην Ερμού, βλέποντας το πλήθος του κόσμου που είχε κατακλύσει τους δρόμους, αναρωτήθηκα αυθόρμητα «υπάρχουν και γεροί; Δεν έχουν ασθενήσει όλοι; Τόσο πολύ μας είχε δώσει την εντύπωση ότι όλος ο κόσμος είχε ασθενήσει», είπε.

Κατά το παρελθόν, η πόλη δοκιμάστηκε από αλλεπάλληλα κύματα γρίπης, με τον Αγγελο Ψιμόπουλο να στέκεται στην επιδημία του 1953, που σημειώθηκε την περίοδο που ήταν φοιτητής και την αντίστοιχη που σημειώθηκε τα Χριστούγεννα του 1967, προσβάλλοντας τον ίδιο και την σύζυγό του Ελένη, που αρρώστησαν βαριά.

Οπως αφηγείται ο ίδιος, αν δεν μεσολαβούσε η αργία του φαρμακείου λόγω Χριστουγέννων, και η παραμονή τους στο σπίτι, θα είχε κινδυνεύσει η ζωή τόσο του ίδιου, όσο και της συζύγου του. H Ελένη Ψιμοπούλου ανέφερε στο σημείο αυτό ότι το θερμόμετρο χτύπησε «κόκκινο», ο πυρετός έφτασε στο 42 και η κρίσιμη κατάσταση αντιμετωπίστηκε με κρύες κομπρέσες με ξύδι και την ανάλογη φαρμακευτική αγωγή. Η διήμερη ανάπαυλα ήταν καθοριστικός παράγοντας ανάρρωσης και όπως θυμάται ο συνταξιούχος φαρμακοποιός, δεν άκουσε ούτε την καμπάνα της εκκλησίας, λόγω του υψηλού πυρετού.

Παρασκεύαζαν φάρμακα

Εφόδια των φαρμακοποιών του παρελθόντος, το πασίγνωστο γουδί, ο βραστήρας, τα σκονάκια, τα χορταρικά και το σιρόπι δεν σταματούσαν να χρησιμοποιούνται.

Στις περιόδους επιδημίας, οι γιατροί της εποχής βρίσκονταν επί ποδός, πραγματοποιώντας δεκάδες επισκέψεις κατ’ οίκον σε ασθενείς, με τους φαρμακοποιούς να παρασκευάζουν τα φάρμακα για την θεραπεία των Βολιωτών που είχαν νοσήσει.

«Στα παλιά φαρμακεία παρασκεύαζαν πολλά φάρμακα, έφτιαχναν εγχύματα, αφεψήματα, αλοιφές. Φτιάχναμε επίσης «σκονάκια» και καψουλάκια. Στις γρίπες που αντιμετώπισα εγώ, μετά το ’53, δίναμε πενικιλίνη και στρεπτομικίνη, σιρόπια αποχρεμπτικά και κινίνο επίσης.

Μέχρι το ’70 περίπου παρασκευάζονταν πολλά φάρμακα στα φαρμακεία. Στη διάρκεια επιδημιών είχαμε παρασκευάσει πολλές συνταγές, χωρίς να προλαβαίνουμε να πάρουμε ανάσα» ανέφερε.

Κάθε δύο λεπτά έμπαινε πελάτης στο φαρμακείο. «Σε ένα εξάωρο πρέπει να έφευγαν 180 πελάτες από το φαρμακείο, ενώ χορηγούσαμε γύρω στα 300 με 400 φάρμακα την ημέρα» υπογράμμισε. Αξιοποιώντας τα μέσα της εποχής και την επιστημονική τους γνώση, οι φαρμακοποιοί παρασκεύαζαν τα φάρμακα που χορηγούνταν στους ασθενείς, δουλεύοντας ακατάπαυστα με τα μέσα που διέθεταν. «Κάθε εποχή έχει τις δυσκολίες της» σχολιάζει ο Βολιώτης ερευνητής.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου