ΤΟΠΙΚΑ

«Αναψε φωτιές» ο κατώτατος μισθός

αναψε-φωτιές-ο-κατώτατος-μισθός-638918

«Θα χαθούν θέσεις πλήρους απασχόλησης» προειδοποιεί ο επιχειρηματικός κόσμος – Εμπαιγμό και αθέτηση της δέσμευσης για επαναφορά των αποδοχών στα 751 ευρώ καταγγέλλει το Εργατικό Κέντρο

Μείωση φορολογίας και εισφορών ως αντιστάθμισμα στην αύξηση του κατώτατου μισθού, ο οποίος από την 1η Φεβρουαρίου διαμορφώνεται πλέον στα 650 ευρώ, ζητά ο επιχειρηματικός κόσμος της Μαγνησίας, χτυπώντας ηχηρό καμπανάκι στην Κυβέρνηση, ότι σε διαφορετική περίπτωση η επιχειρηματικότητα θα υποστεί ένα ακόμη σοβαρό πλήγμα, την ώρα που θα έπρεπε να έχει στηρίγματα για να ορθοποδήσει μετά τη λαίλαπα της κρίσης των τελευταίων οκτώ χρόνων.

Ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Θεσσαλίας και Κεντρικής Ελλάδας προειδοποιεί πως η αύξηση του κατώτατου μισθού θα λειτουργήσει αποτρεπτικά στην προσέλκυση νέων επενδύσεων, ενώ επίσης διατυπώνει την εκτίμηση πως η αύξηση θα επιβαρύνει ακόμη περισσότερο το ήδη αυξημένο κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων αφενός και αφετέρου θα θέσει σε κίνδυνο τις υπάρχουσες θέσεις πλήρους απασχόλησης.

Την ίδια ώρα τα συνδικάτα επικρίνουν με σφοδρότητα την Κυβέρνηση ότι εμπαίζει τους εργαζόμενους. «Τι σχέση μπορεί να έχει αυτή η νέα «κωλοτούμπα» με το κυρίαρχο αίτημα του συνδικαλιστικού κινήματος για άμεση επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ;» αναρωτιέται το Εργατικό Κέντρο Βόλου και καταγγέλλει την Κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό.

*ΣΒΘΚΕ: Τίθενται σε κίνδυνο οι θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης

«Oι εξαγγελίες της Κυβέρνησης για την αύξηση του κατώτατου μισθού χάνουν ακόμη και την επιδιωκόμενη επικοινωνιακή τους αξία, καθώς η ίδια η οικονομική πραγματικότητα τις ανατρέπει, τις διαψεύδει και τις απαξιώνει», σημειώνει ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Θεσσαλίας και Κεντρικής Ελλάδας, σ’ ανακοίνωση που εξέδωσε.

«Η οριζόντια αύξηση του κατώτατου μισθού», συνεχίζει ο ΣΒΘΚΕ, «χωρίς παράλληλες ενέργειες υποστήριξης για τις επιχειρήσεις, το μόνο που καταφέρνει είναι να επιβαρύνει με την αύξηση του κόστους εργασίας, το ήδη υψηλό λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων και να διακινδυνεύει την παραγωγικότητα, αλλά και τη ίδια την απασχόληση.

Σε μια περίοδο που οι ελληνικές μικρομεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις έχουν ξεπεράσει κάθε όριο αντοχής στο κόστος λειτουργίας τους, εξαιτίας του υψηλότατου μη μισθολογικού κόστους, της υπερφορολόγησης, του κόστους ενέργειας, αλλά και της αδυναμίας πρόσβασης στη χρηματοδότηση, δεν έχουν άλλα περιθώρια για την απορρόφηση των όποιων επιπλέον επιβαρύνσεων, οι οποίες ενδεχόμενα θα μετακυλιστούν στο κόστος των προϊόντων και στον τελικό καταναλωτή, καθώς δεν μπορούν πλέον να τις χρηματοδοτήσουν οι ίδιες.

Οσον αφορά στο διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων, αυτό επί της ουσίας δεν θα έχει το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Η διατήρηση του έμμεσου μισθολογικού κόστους της εργασίας σε τόσο υψηλά επίπεδα σε συνδυασμό με την υπερφορολόγηση των εισοδημάτων των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, στην πράξη αποδυναμώνει κάθε παροχή. Επίσης ενδεχόμενες αυξήσεις στα προϊόντα θα επιβαρύνουν την αγοραστική ικανότητα.

Λόγω της αδυναμίας των επιχειρήσεων να αντεπεξέλθουν σε τόσο υψηλά κόστη, όπως διαμορφώνονται συνολικά, τίθενται σε κίνδυνο οι θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης και η ανάπτυξη, πράγμα για το οποίο όλοι οι εργοδοτικοί φορείς έχουν επικοινωνήσει στην Κυβέρνηση με μελέτες και με σχετικά παραδείγματα. Η απόκλιση των αμοιβών σε σχέση με τη χαμηλή παραγωγικότητα δεν μπορεί να υποστηρίξει την ανταγωνιστικότητα της εγχώριας παραγωγής.

Αναπόφευκτα παρεμποδίζονται οι προσπάθειες για τη διατήρηση της εύθραυστης πορείας της οικονομίας σε βιώσιμα επίπεδα. Αναχαιτίζονται οι επενδύσεις που, εν τοις πράγμασι, είναι η μόνη λύση για τη δημιουργία νέων και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας».

Επίσης, ο ΣΒΘΚΕ αναρωτιέται «πώς μπορεί η Ελλάδα με υψηλό δημόσιο χρέος, με χαμηλή πιστοληπτική διαβάθμιση, χωρίς να έχει επιχειρήσει ουσιαστική έξοδο στις διεθνείς αγορές χρηματοδότησης, με αδυναμία επίλυσης χρόνιων αγκυλώσεων, θα κατορθώσει να καλύψει το μεγάλο επενδυτικό της έλλειμμα;» και καταλήγει λέγοντας: «Μόνη διέξοδος είναι η βιώσιμη ανάπτυξη και η μετάβαση σε μια κοινωνία που παράγει και δεν καταναλώνει μόνο. Δηλαδή η οικονομική μεγέθυνση που θα βασίζεται σε μια παραγωγική βάση εύρωστη και ανταγωνιστική που θα μπορεί να υποστηρίζει με συνέπεια ανταγωνιστικές αμοιβές και εισόδημα».

*ΟΕΒΕΜ: Ναι στην αύξηση, αλλά με ελαφρύνσεις στις ΜμΕ

Η Ομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ν. Μαγνησίας στην τοποθέτησή της για το συγκεκριμένο θέμα επισημαίνει πως είχε ταχθεί υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες της κοινωνίας, των επιχειρήσεων και της εισόδου της ελληνικής οικονομίας σε ένα νέο κύκλο ανόδου, η οποία όμως χωρίς την λήψη άλλων ελαφρυντικών μέτρων για μισθωτούς και επιχειρήσεις, δεν θα έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, όπως τονίζει.

«Η εξαγγελία του πρωθυπουργού για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 650 € θα πρέπει να συνοδευτεί με πρωτοβουλίες προς δύο κύριες κατευθύνσεις. Η πρώτη από αυτές σχετίζεται με τη διεύρυνση του αφορολογήτου ποσού για τους μισθωτούς, έτσι ώστε το διαθέσιμο εισόδημά τους να ανταποκρίνεται σε αυτή την αύξηση. Η δεύτερη πρωτοβουλία σχετίζεται με τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους, όπως για παράδειγμα η άμεση κατάργηση της επιπλέον εισφοράς 1% επί των ασφαλιστικών εισφορών του άρθρου 97 του Ν. 4387/2016», επισημαίνει η ΟΕΒΕΜ.

«Η οποιαδήποτε αύξηση στους μισθούς των εργαζομένων δεν θα πρέπει να εξουδετερώνεται από μια επιπλέον διεύρυνση της «φορολογικής σφήνας» η οποία στη χώρα μας είναι ήδη πολύ υψηλή.

Πάγια θέση είναι η αποκατάσταση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων μέσω της επαναφοράς της αποφασιστικής συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων (εργοδοτών και εργαζομένων) στον καθορισμό του κατώτατου μισθού.

Σημειώνουμε ότι ο μηχανισμός καθορισμού του κατώτατου μισθού (ν.4172/2013), με τον οποίο ουσιαστικά αντικαταστάθηκε ο κοινωνικός διάλογος, θα ήταν ιδιαίτερα ωφέλιμος υπό την προϋπόθεση ότι θα αποτελούσε εργαλείο των κοινωνικών εταίρων και όχι των κυβερνήσεων.

Τέλος, ένα ακόμα ζήτημα που πρέπει να διευθετηθεί αφορά στις ασφαλιστικές εισφορές των μη μισθωτών, που υπολογίζονται με βάση τον εκάστοτε κατώτατο μισθό. Αυτό σημαίνει ότι εάν δεν υπάρξει σχετική μέριμνα, περίπου 1 εκατομμύριο μη μισθωτοί θα κληθούν να καταβάλλουν αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές το επόμενο διάστημα», καταλήγει η Ομοσπονδία.

*ΕΚΒ: Είναι τάχα αυτή πραγματική αύξηση, κ. Τσίπρα;

Από την πλευρά του το Εργατικό Κέντρο Βόλου σημειώνει: «Στα «απόνερα» των Πρεσπών, μας προέκυψε και η «γαλαντομία» του κ. Τσίπρα. Ο οποίος, πιστός στην παροιμιώδη πια αμετροέπεια και ανακολουθία του, συρρίκνωσε τις προεκλογικές υποσχέσεις του κατά 100 ολόκληρα ευρώ και «μοίρασε» το υπόλοιπο, βαφτίζοντάς το αναιδώς «αύξηση του κατώτατου».

Το ΕΚΒ καταγγέλλει τη νέα αυτή κοροϊδία του κ. πρωθυπουργού, που κανένα πρόσχημα και καμιά «αναγωγή» της σε πρότερες μνημονιακές καταστάσεις δεν μπορεί να δικαιολογήσει! Ασφαλώς και κάθε αύξηση του κατώτατου μισθού είναι επιβεβλημένη και κινείται σε θετική κατεύθυνση, ας μην ονομάζει όμως η Κυβέρνηση πραγματική αύξηση αυτό το εξανεμισμένο κιόλας, από τα πολυετή μνημόνια και τα βαριά χαράτσια, μισθολογικό «φιλοδώρημα». Αν αυτό δε εννοούσε ο κ. Τσίπρας όταν έκανε το «βαρυσήμαντο» διάγγελμά του για την πολυδιαφημιζόμενη «τυπική έξοδο από τα μνημόνια», ε, τότε, λυπούμαστε, αλλά εκτίθεται ξανά πολύ σοβαρά.

Το ΕΚΒ και το συνδικαλιστικό κίνημα όσο θα διαπιστώνουν ότι δεν διασφαλίζονται οι θεμελιώδεις συλλογικές κατακτήσεις των εργαζομένων, θα παραμένουν σε αγωνιστική ετοιμότητα, αρνούμενα να επιτρέψουν στο κράτος να είναι αυτό ο απόλυτος ρυθμιστής του εισοδήματος των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, αποδυναμώνοντας τον ρόλο των συνδικάτων και θέτοντας υπό την προστασία του τις εργοδοτικές οργανώσεις, μη υποχρεώνοντάς τις να καθίσουν στο τραπέζι των πραγματικών συλλογικών διαπραγματεύσεων με τα αντιπροσωπευτικά όργανα των εργαζομένων».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου