ΤΟΠΙΚΑ

Πωλούν τα καΐκια τους και αποχωρούν ~ Δύσκολες μέρες για τους αλιείς

πωλούν-τα-καΐκια-τους-και-αποχωρούν-δύ-162442

Τα έξοδα δεν βγαίνουν για την παραμονή στο επάγγελμα

Δούλεψαν σκληρά και ίδρωσαν για να αποκτήσουν τα καΐκια τους, αλλά τώρα δεν αντέχουν άλλο τα δυσβάσταχτα έξοδα και τελικά τα «εγκαταλείπουν». Αναρτούν πωλητήρια και είτε αγοράζουν μικρότερα αλιευτικά σκάφη είτε αποχωρούν από το επάγγελμα. Δεν χώρεσε το σύνολο των αλιέων που ήθελαν να αποσύρουν τα σκάφη τους το μέτρο της επιδότησης για την οριστική παύση των αλιευτικών δραστηριοτήτων αλιευτικού σκάφους, του Επιχειρησιακού Προγράμματος Αλιείας και Θάλασσας.

Ρεπορτάζ: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΡΟΥΓΚΑ

Το μέτρο έτρεξε τον Νοέμβριο, όμως το ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε ήταν διπλάσιο από το αναμενόμενο. Πανελλαδικά απορρίφτηκαν 763 αιτήσεις λόγω έλλειψης χρημάτων, ενώ οι αιτήσεις που έγιναν δεκτές ήταν 521 και εκείνες που έτυχαν αρνητικής αξιολόγησης ήταν 61. Στη Μαγνησία, οι αιτήσεις απόσυρσης σκαφών που εγκρίθηκαν ήταν 52, άλλες τόσες όμως, ενώ είχαν ικανοποιητικό αριθμό μορίων δεν προχώρησαν ελλείψει χρημάτων, ενώ υπήρξαν και μερικές αιτήσεις που απορρίφτηκαν ελλείψει επαρκών δικαιολογητικών εγγράφων.

Οι άδειες αλιείας στη Μαγνησία, σύμφωνα με τα στοιχεία του Αλιευτικού Συλλόγου Βόλου, αριθμούν γύρω στις 800 – 900. Περίπου λοιπόν ένας στους οχτώ ή εννέα αλιείς θέλησαν να κάνουν χρήση του μέτρου. Συνολικά οι αλιείς εκτιμούν ότι πάνω από 140-150 οικογένειες αποχωρούν από τον κλάδο. Η αλιεία είναι ένα επάγγελμα που ασκείται κυρίως οικογενειακά. Σε πολλές περιπτώσεις υπάρχουν δύο οικογένειες που λειτουργούν ένα καΐκι.

Από τους αλιείς που αιτήθηκαν να ενταχθούν στο μέτρο, τα δύο τρίτα αφορούν κυρίως σε επαγγελματίες του κλάδου που βγαίνουν σε συνταξιοδότηση, και σε αισθητά μικρότερο βαθμό κάποιους που εγκαταλείπουν. Το ένα τρίτο τέλος αφορά σε νέους, που εν μέσω κρίσης κοιτάζουν να ελιχθούν και να δουλέψουν με μικρότερα καΐκια.

Η υψηλή φορολογία, τα δυσβάσταχτα έξοδα, η μείωση των αλιευμάτων αλλά και η τραγική συγκυρία της ρύπανσης στον Σαρωνικό, που είχε ως αποτέλεσμα ένας μεγάλος αριθμός αλιευμάτων της Μαγνησίας να μείνει ανεκμετάλλευτος, ωθεί τους επαγγελματίες σε έξοδο από την αλιεία και στη συνταξιοδότηση.

Ο πληθυσμός των αλιέων «γεράζει». Ο πρόεδρος του Συλλόγου Χρήστος Ξηραδάκης, λέει ότι ο μέσος όρος ηλικίας των αλιέων είναι ηλικίας 60 ετών και άνω. «Δεν υπάρχει πλέον ενδιαφέρον από νέους να εισέλθουν στον κλάδο. Το επάγγελμα “χάνεται” σιγά σιγά» ανέφερε.

Έχουν σφίξει πολύ τα πράγματα και κίνητρα δεν δίνονται, είπε ο ίδιος, και επισήμανε ότι το μέτρο δίνει το δικαίωμα να αγοράσεις υπάρχουσα άδεια όχι όμως και να νηολογήσεις καινούργιο σκάφος. Εξαιρεί δε, τα μεγάλα γρι γρι, τα οποία επίσης πωλούνται γιατί έχουν μεγάλα έξοδα.

Χρήστος Ξηραδάκης: Η αλιεία χάνεται σιγά - σιγά

Αλλαξαν οι εποχές

Σε χρόνια οικονομικής κρίσης η ζήτηση του ψαριού έχει μειωθεί αισθητά. «Οι παλιές συνήθειες κόπηκαν. Οι αγορές γίνονται πλέον κάθε δεκαπέντε του μήνα ή στο τέλος κάθε μήνα. Ειδικά φέτος, η πτώση στη ζήτηση μετά το τέλος της τουριστικής σεζόν ήταν κάθετη, ενώ υπήρχαν αλιεύματα», τονίζει ο ίδιος.

Ενώ οι εποχές άλλαξαν, οι αλιείς δεν έχουν απολύτως καμία ενίσχυση. «Η Πολιτεία θα πρέπει να κάνει κάτι έστω για τους νέους στο επάγγελμα, ώστε η αλιεία να συνεχίσει να υπάρχει στην Ελλάδα», προσθέτει.

Εμποροι και καταναλωτές ζητούν παζάρι

Οι τιμές διάθεσης των ψαριών συνεχώς μειώνονται, ενώ τα πάγια έξοδά τους αυξάνονται. Οι αλιείς θυμούνται ότι κάποτε ο αστακός πωλούνταν 45 ευρώ το κιλό, ενώ τώρα πωλείται 20-22 ευρώ και πάλι δεν τον προτιμάνε. Η συναγρίδα έκανε 35 ευρώ το κιλό, ενώ τώρα πωλείται 20 ευρώ το κιλό και δύσκολα.

Οι αλιείς παλεύουν για επιβιώσουν. Κάποτε το πετρέλαιο κίνησης κόστιζε 40 λεπτά το λίτρο, ενώ σήμερα 1,30 ευρώ. Ακόμη, και τα δίχτυα που αγοράζουν οι αλιείς κοστίζουν πλέον 18 ευρώ, ενώ κάποτε ήταν 10 ευρώ.

«Θέλουν να μας εξοντώσουν»

Ο κ. Δημήτρης Κασούμης εργάζεται είκοσι χρόνια στο επάγγελμα. Σήμερα λέει ότι το μεροκάματο βγαίνει πολύ δύσκολα. Οι ψαράδες έχουν μειώσει σχεδόν κατά 50% τις τιμές διάθεσης των αλιευμάτων τους σε σχέση με πριν από δέκα χρόνια, όμως και πάλι η οικονομική δυνατότητα του καταναλωτή αλλά και των εμπόρων είναι μειωμένη, και τελικά προτιμούν τα ιχθυοτροφεία και τα κατεψυγμένα διαφορετικά ζητούν χαμηλότερες τιμές.

«Οι ασφαλιστικές εισφορές που πληρώνουμε είναι αυξημένες. Η φορολογία είναι υψηλή. Μας ελέγχουν για τα πάντα αλλά δεν υπολογίζουν τι έξοδα έχουμε, πετρέλαια, δίχτυα, ζημιές. Συνεχώς μπαίνουμε μέσα, ενώ η Πολιτεία δεν μας δίνει ούτε ευρώ. Εάν τα καΐκια πάθουν μία ζημιά δύσκολα επισκευάζονται. Πάνε να μας εξοντώσουν» λέει.

Δημήτρης Κασούμης: Εάν τα καΐκια πάθουν κάποια ζημιά, δύσκολα επισκευάζονται

Οι αλιείς πουλούν τα καΐκια τους

Ο κ. Παναγιώτης Γιαννίτσης βρίσκεται στο επάγγελμα τα τελευταία εφτά χρόνια και δουλεύει με τον πατέρα του. Σε αυτό το χρονικό διάστημα βλέπει ότι κάθε χρόνο υπάρχουν ολοένα και λιγότερα έσοδα. Καινούργιοι αλιείς, επισημαίνει, δεν παρουσιάζονται. Οι παλαιότεροι βγαίνουν στη σύνταξη.

Οι αλιείς βγάζουν ένα μεροκάματο της τάξεως των 700-800 ευρώ. Κάποια εποχές όμως, όπως το καλοκαίρι τα πράγματα είναι καλύτερα. Το χειμώνα πάντοτε δυσκολεύουν. «Αν θέλει κανείς μπορεί να βγάλει και μεγαλύτερο μεροκάματο. Όμως, τα έξοδα είναι αυξημένα. Φορολογούμαστε κανονικά σαν επιχείρηση. Το πετρέλαιο είναι ανεβασμένο. Τα ψάρια λόγω της υπεραλίευσης έχουν λιγοστέψει» τονίζει.

Παναγιώτης Γιαννίτσης:Τα έσοδα είναι κάθε χρόνο και λιγότερα

Ο νέος αλιέας χρειάζεται στήριξη

Η Πολιτεία πρέπει να δώσει κίνητρα στους αλιείς να τους στηρίξει. Αυτό επισημαίνει η κ. Αντωνία Χήρα η οποία εργάζεται μαζί με το σύζυγό της σε καΐκι. Όπως εξηγεί, τα θέματα που έχει να αντιμετωπίσει ένας ψαράς είναι πολλά. «Είναι ο χειμώνας, η θάλασσα, τα δελφίνια, οι ζημιές, οι φόροι, τα αυξημένα έξοδα» λέει, και τονίζει ότι ενώ ο αλιέας παλεύει να ανταπεξέλθει, δεν τυγχάνει καμία απολύτως ενίσχυσης εδώ και πάρα πολλά χρόνια.

 Αντωνία Χήρα: Οι αλιείς παλεύουν με τον καιρό, τη θάλασσα, τα δελφίνια, τις ζημιές

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου