ΤΟΠΙΚΑ

Ακίνητο–φιλέτο στο κέντρο του Βόλου περνά στο Δημόσιο

ακίνητο-φιλέτο-στο-κέντρο-του-βόλου-π-272764

Πέρασαν δώδεκα χρόνια από τον θάνατο ιδιοκτήτριας κεντρικού ακινήτου στον Βόλο, που δεν έχει κληρονόμους, και η Πολιτεία ακόμη δεν έχει διεκπεραιώσει τη διαδικασία για να περιέλθει το ακίνητο στην κατοχή του Δημοσίου.

Το ακίνητο αφορά στο κτίριο όπου στεγαζόταν η Νομαρχιακή Επιτροπή Επιμόρφωσης, η Ν.Ε.Λ.Ε., Ελ. Βενιζέλου,ε Δημάρχου Γεωργιάδου. Ιδιοκτήτρια ήταν η Αικατερίνη Κόκκαλη η οποία απεβίωσε το 2005.

Η απογραφή της κληρονομιάς και η σφράγιση των χώρων εκείνων που είναι κενοί έγινε μόλις τον περασμένο Μάρτιο. Όμως, η διαδικασία για την αναγνώριση της κυριότητας του Δημοσίου επί του ακινήτου ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί, καθώς απομένει να γίνει ακόμη ένα δικαστήριο στο Πρωτοδικείο Βόλου, αλλά και να διερευνηθεί εάν υπάρχουν και άλλα περιουσιακά στοιχεία…

Η πορεία του επίμαχου ακινήτου προκειμένου να περιέλθει στο δημόσιο τεκμηριώνει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο την αναβλητικότητα και την αδιαφορία που επιδεικνύει η ελληνική πολιτεία για τη δημόσια ακίνητη περιουσία, και μάλιστα εν μέσω κρίσης που νοικοκυριά ξεσπιτώνονται.

Τα ακίνητα που χαρακτηρίζονται «σχολάζουσα κληρονομιά», δηλαδή κληρονομιά για την οποία δεν υπάρχουν ή δεν είναι γνωστοί οι κληρονόμοι, και γι ‘αυτό καλείται το Δημόσιο να τα διαχειριστεί, τηρούν υπό θολό ιδιοκτησιακό καθεστώς επί δέκα έως και τριάντα χρόνια.

Στην προκείμενη περίπτωση, η διαδικασία έτρεξε πιο γρήγορα, καθώς κινητοποιήθηκε -και μάλιστα με πολύμηνη δικαστική έρευνα- ο δικηγόρος της Περιφερειακή Ενότητας Μαγνησίας και Σποράδων, Χρήστος Φώτου, επειδή έπρεπε να ανανεώσει μία μίσθωση.

Όλα ξεκίνησαν τον Απρίλιο του 2005 όταν απεβίωσε η ιδιοκτήτρια του ακινήτου, Αικατερίνη Κόκκαλη, λέει ο δικηγόρος της πρώην Νομαρχίας, Χρήστος Φώτου.

Στην έρευνα που έκανε διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχουν κληρονόμοι, συγγενείς δηλαδή μέχρι 4ου βαθμού που θα κληρονομούσαν το ακίνητο, αντίθετα υπήρχαν πιο μακρινοί συγγενείς, οι οποίοι όμως δεν είχαν δικαίωμα για την κληρονομιά.

Η αφορμή της έρευνας

Η πρώην Νομαρχία Μαγνησίας μίσθωσε από την Αικατερίνη Κόκκαλη το οροφοδιαμέρισμα με εμβαδόν 123,41 τετραγωνικά μέτρα το 1997 για τρία έτη με μηνιαίο μίσθωμα 120.000 δραχμές. Όπως όριζε η αρχική συμφωνία, η οποία προέβλεπε δυνατότητα παράτασης, η εν ζωή τότε εκμισθώτρια παρέδωσε την κατοχή του μισθίου έως και το 2000.

Τότε παρατάθηκε εκ νέου η μίσθωση για διάστημα τριών ετών και εκεί στεγάστηκε η Διεύθυνση ΠΕΧΩΠΕ.

Νέα σύμβαση, τέλος, συνάφθηκε το 2004 για την εγκατάσταση των Υπηρεσιών της Διεύθυνσης Εμπορίου και Τουρισμού, επίσης με τριετή διάρκεια. Στις 13 Μαρτίου 2015 η εκμισθώτρια απεβίωσε χωρίς να αφήσει διαθήκη και χωρίς να υπάρχουν κληρονόμοι. Ο κ. Φώτου άρχισε να πραγματοποιεί έρευνα.

Σήμερα, στον πρώτο όροφο του ακίνητου υπάρχουν τα γραφεία της Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης. Στον κάτω όροφο υπάρχουν τέσσερα καταστήματα κενά που σφραγίστηκαν και ένα που συνεχίζει να λειτουργεί.

Η διερεύνηση των περιουσιακών στοιχείων της θανούσας συνεχίζεται. Σύμφωνα με πληροφορίες, σχετικά πρόσφατα διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν και καταθέσεις σε τράπεζες άνω των 60.000 ευρώ.

Ο ορισμός του κηδεμόνα

Με την κληρονομιά ασχολείται το Γραφείο Κληροδοτημάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, μετά τον διορισμό κηδεμόνα από το Μονομελές Πρωτοδικείο το 2008. Ο κηδεμόνας σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία διορίζεται από το δικαστήριο προκειμένου να διαχειριστεί τα περιουσιακά στοιχεία του κληρονόμου μέχρι να γίνει η εκκαθάριση και να διαλευκανθεί πλήρως το ιδιοκτησιακό καθεστώς.

Η διευθέτηση όμως των καθηκόντων του κηδεμόνα φαίνεται ότι και πάλι είναι μία πολύ δύσκολη διαδικασία. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρώτος διορισθείς δικηγόρος το 2008 παραιτήθηκε και χρειάστηκε να οριστεί καινούργιος.

Πολύχρονη διαδικασία

Η επίμαχη υπόθεση σχολάζουσας κληρονομιάς σέρνεται επί χρόνια. Εξάλλου η κείμενη νομοθεσία ορίζει πως πριν από τη δικαστική βεβαίωση ότι δεν υπάρχει άλλος κληρονόμος, δεν μπορεί να ασκηθεί δικαίωμα από το δημόσιο ή κατά του δημοσίου ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου.

Η κληρονομική διαδοχή από τον νόμο επέρχεται όταν δεν υπάρχει διαθήκη, ή όταν η διαδοχή από διαθήκη ματαιωθεί ολικά ή μερικά. Στην προκείμενη περίπτωση, δεν υπήρχε καμία διαθήκη.

Όταν ο κληρονομούμενος δεν έχει ρυθμίσει την τύχη της περιουσίας του μετά τον θάνατό του, δηλαδή όταν δεν υπάρχει διαθήκη, επεμβαίνει ο νόμος και συγκεκριμένα ο Αστικός Κώδικας. Ωστόσο, κι όταν ακόμη επεμβαίνει ο Νόμος, φαίνεται και πάλι ότι υπάρχει μεγάλη αναβλητικότητα. Από το 2008 που διορίστηκε ο κηδεμόνας μέχρι σήμερα έχουν περάσει εννέα χρόνια κι ακόμη απομένουν να γίνουν δικαστήρια.

Η πράξη απογραφής

Η πράξη απογραφής συντάχθηκε από συμβολαιογράφο, στις 20 Μαρτίου 2017. Σύμφωνα με αυτή, η παλιά διώροφη οικοδομή βρίσκεται σε οικόπεδο επιφανείας 123.76 τετραγωνικών μέτρων. Στο ισόγειο έχει πέντε συνολικά καταστήματα έκτασης 17,02 τ.μ., 11.02 τ.μ., 17,41 τ.μ., 19,15 τ.μ. και 25,46 τ.μ..

Το συνολικό εμβαδόν τους είναι 90,06 τετραγωνικά μέτρα και των παταριών 23,62 τετραγωνικά. Ο πάνω όροφος αποτελείται από πέντε χώρους γραφείου, ενώ στον ακάλυπτο υπάρχει κλίμακα που οδηγεί σε δώμα. Το συνολικό εμβαδόν του είναι 107,56 τετραγωνικά μέτρα. Η αξία του ακινήτου έχει προσδιοριστεί στις 233.681 ευρώ και σύμφωνα με απόφαση του Ειρηνοδικείου Βόλου η κληρονομιά αυτή δεν είναι παθητική.

Μετά την ολοκλήρωση της απογραφής παραδόθηκαν τα κλειδιά της σχολάζουσας κληρονομιάς στον κηδεμόνα και έγινε η σφράγιση των χώρων που είναι κενοί.

Ερωτήματα

Άραγε, όταν δεν υπάρχουν κληρονόμοι και χρειάζεται τόσος χρόνος για τη διαλεύκανση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος ακινήτων, τότε πόσος χρόνος μπορεί να χρειάζεται για να περιέλθουν ακίνητα στο Δημόσιο που έχουν κληρονόμους, αλλά εκείνοι τα αποποιούνται για να μην επωμιστούν οικονομικά βάρη, όταν μάλιστα αυτά βαρύνονται με πολλά;
Εν μέσω κρίσης, που νοικοκυριά ξεσπιτώνονται, είναι δυνατόν να τρέχουν τόσο αργά οι διαδικασίες για τα περιουσιακά στοιχεία του Δημοσίου; Τα ακίνητα αυτά που αποτελούν σχολάζουσες κληρονομιές δεν θα μπορούσαν να καλύψουν ανάγκες στέγασης;

Σήμερα, στον όγδοο χρόνο της οικονομικής κρίσης, οι κληρονομιές έχουν φτάσει να θεωρούνται κατάρα. Μόνο στο πρώτο οχτάμηνο του 2017 έγιναν 1.076 αποποιήσεις, καταγράφοντας αύξηση, σε σχέση με το 2016, κατά 68%.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΡΟΥΓΚΑ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου