ΤΟΠΙΚΑ

Πίσσα και πούπουλα…

πίσσα-και-πούπουλα-501851

Καταλάβαμε όλοι εντέλει πως η Siemens επηρέαζε την κοινή γνώμη ώστε να επιτυγχάνει ευμενή διάθεση απέναντί της ενόψει προμηθειών. Θα θυμάστε παλιότερα ψιθύρους για τους δεσμούς παραδοσιακών και μη εκδοτών του κέντρου με μεγάλους προμηθευτές. Και σίγουρα δεν ξεχάσατε ότι τις παραμονές αξιολόγησης μεγάλων προτάσεων προμήθειας γεμίζουν οι εφημερίδες ολοσέλιδες καταχωρήσεις για οπλικά συστήματα, λες και ο μέσος πολίτης πετάγεται στο περίπτερο και ψωνίζει ένα Μιράζ.
Και σκέφτεστε σίγουρα ότι και στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας κάποιο ρόλο παίξαν τα κέντρα που ενέχονται για την επιβάρυνσή της μέσω του ντόπιου και ξένου Τύπου.
Θα σας πω λοιπόν μια ιστορία πριν συνεχίσω. Γνωστή ιστορία πολύ, αλλά με άγνωστο υπόστρωμα. Ηταν κάποτε ένας κύριος που τον λέγαν Ντέιβιντ Μπάρνις. Το καλοκαίρι του 2007 ο καλός αυτός κύριος αποφάσισε να πάει με την οικογένειά του στην Κω. Έκλεισε λοιπόν με την εταιρία Τόμσον μια περίοδο σε ένα πολυτελές κλαμπ του νησιού. Όταν όμως έφτασε εκεί, διαπίστωσε ότι όλα δουλεύαν αποκλειστικά στα γερμανικά. Τα μαθήματα θαλάσσιου σκι, οι δραστηριότητες για τα παιδιά, τα κανάλια της τηλεόρασης. Όταν επέστρεψε προσέφυγε στα δικαστήρια και αποζημιώθηκε με 750 λίρες διότι παρεπλανήθη στις επιλογές του. Σε απάντηση της αδικαιολόγητης μεταχείρισης που – κατά την άποψή της – υπέστη η γερμανική κουλτούρα η εφημερίδα «Μπιλντ» – ναι, η ίδια που μας προέτρεπε πρόσφατα να πουλήσουμε κανένα νησί για να ξεχρεώσουμε – δημοσίευσε τα μέρη που πρέπει κανείς να αποφύγει αν δεν θέλει να περάσει τις διακοπές του με ορδές μεθυσμένων Αγγλων: Πάλμα στην Μαγιόρκα, Σαν Αντόνιο στην Ιμπιζα, Φαληράκι στη Ρόδο και Μάλια στην Κρήτη… Τη συνέχεια την είδατε στις τηλεοράσεις σας. Κάθε Έλλην υπαίθριος τηλεοπτικός «δημοσιογράφος» – σύγχρονος ορισμός αυτού που κρατά μικρόφωνο στο δρόμο – όρμησε να επιβεβαιώσει τη δυσφήμιση της δικής μας χώρας προς δόξα της ισχύος των σύγχρονων ΜΜΕ. Είδαμε όλες τις Αγγλίδες που ντυμένες ομοιόμορφα προετοιμάζουν τη φίλη τους για το τελευταίο προγαμιαίο ξεσάλωμα, τους Άγγλους σε μηχανές-γουρούνες, και τους ντόπιους να λεν τον πόνο τους. Και μετά ξεφούσκωσε όλο αυτό, διότι έγινε προφανές ότι η τηλεοπτική κάλυψη ήταν και σε δυσαναλογία με την πραγματικότητα αλλά και κουραστική.
Γιατί σας ζαλίζω θα μου πείτε με όλα αυτά; Διότι τον τελευταίο καιρό γίνομαι αποδέκτης ερωτημάτων δεκάδων γνωστών και φίλων, που ανησυχούν για τις φήμες που κυκλοφορούν σχετικά με την ελληνική οικονομία και αναζητούν τρόπους να εκπατρίσουν τις οικονομίες τους. Και προσπαθώ να τους εξηγήσω ότι ήδη είναι θύματα του πανικού που κάποιοι προσπαθούν να προκαλέσουν, ώστε να αρμέξουν στη συνέχεια την ελληνική οικονομία. Γιατί αν πάψει η ρευστότητα χρήματος, θα δείτε πληθωρισμό να επιτείνεται, την ανεργία να ανεβαίνει στα ύψη, την αγορά ακινήτων να καταρρέει. Και ότι το καλύτερο που έχουν να κάνουν, αν φοβούνται για τις αποταμιεύσεις τους, είναι να κλείσουν την τηλεόρασή τους και να πεταχτούν, τώρα που είναι καλοκαίρι, να πιούν τον καφέ τους στην παραλία. Διότι η τηλεόραση και ο Τύπος καλλιεργούν τη μανία αποστολής αποταμιεύσεων στο εξωτερικό, όπως στο παρελθόν καλλιέργησαν το μαζικό τζόγο στο χρηματιστήριο και στη συνέχεια τη μαζική απόσυρση των επενδύσεων.
Βέβαια οι καταχρήσεις στην άσκηση της «τέταρτης εξουσίας» τον ίδιο  τον Τύπο εκθέτουν κυρίως. Με την κρίση όμως και τη συνακόλουθη κρίση αξιών παρατηρούμε την εξής αντίφαση: αν ένα κομμάτι του Τύπου αρέσκεται να συνδαυλίζει την τρομολαγνεία και κινδυνολογία  ή ευπιστία του Έλληνα, ένα άλλο κομμάτι του φαίνεται να ξαναβρίσκει το βασικό προορισμό του: τη διαφύλαξη της διαφάνειας στη δημόσια ζωή και την ενημέρωση του πολίτη. Αφήνει λοιπόν σιγά σιγά τα δημοσιοσχεσίτικα πρότυπα που του είχαν επιβληθεί τα τελευταία χρόνια και καταρρίπτει ο ίδιος τα σταριλίκια που τροφοδοτούσε σε κάθε έκφανση κοινωνική και που απένειμε ως «πτυχίο» για την αναγνώριση· από τα σπορ ως τα καλλιστεία, τη δημοσιογραφία ως την τέχνη, από τον κάθε επαγγελματικό κύκλο ως την  πολιτική κανείς δεν είχε θέση στη ζωή, αν δεν είχε επιβληθεί ως κοσμικός και δεν εδικαιούτο ξαπλώστρα στη Μύκονο και πρώτο τραπέζι πίστα στις μπουζουκλερί.
Σιγά σιγά λοιπόν θυμάται ο κόσμος ότι ο ταπεινότερος των ιατρών είναι δέκα φορές αξιότερος από τον ποδοσφαιρικό αστέρα που αμείβεται πολλαπλάσια χωρίς λόγο. Ότι η κοινωνία δεν προχωρά με τη συμβολή των δεκάδων σταρλέτων που προβλήθηκαν αφειδώς τα προηγούμενα χρόνια – με την απόλυτη ενοχή του Τύπου – και οι οποίοι αποδεικνύονται ένας ένας στην καλύτερη περίπτωση φελλοί και στην χειρότερη ένοχοι οικονομικών εγκλημάτων. Οτι ό,τι είναι ανομιμοποίητο είναι αχρείο/άχρηστο. Και τέλος ότι ένας δίνει την εντολή (δεν εννοώ τραπεζική εντολή να φύγει η μίζα από Γερμανία και να κατηφορίσει σα δω).
Εννοώ ότι την εντολή για το πού θα πάμε, τι θα γίνει, αν πέσουμε στον γκρεμό, αν συρθούμε με την κοιλιά ως σκουλήκια να παρακαλούμε τον πάσα ένα να μας δώσει κάνα φράγκο, τη δίνει ο ελληνικός λαός. Αυτός έχει δικαίωμα να σφάλλει, να πειραματίζεται, να ξεφτιλίζεται. Και αυτός, όπως είπε ο πρωθυπουργός, έχει επίσης δικαίωμα να πάρει με τις πέτρες όσους δεν έχουν το θάρρος να ανταποκριθούν στην εντολή αυτή. Εγώ έχω την πέτρα παρά πόδας – και την ψήφο στην τσέπη. Αλλά αντ’ αυτής προτιμώ την εικόνα που λάτρευα παιδιόθεν στο Λούκυ Λουκ: πίσσα και πούπουλα.
**Οι θέσεις του γράφοντα είναι αυστηρά προσωπικές
ΥΓ. Η έκθεση για τη «Ματωμένη Κυριακή» στη Βόρεια Ιρλανδία το 1972 δημοσιοποιήθηκε και ο Βρετανός πρωθυπουργός ζήτησε συγγνώμη για τους φόνους 13 αθώων πολιτών που υπήρξαν «αδικαιολόγητοι και ασυγχώρητοι». Όπως όλες οι ζωές που χάνονται σε τέτοιες περιστάσεις, στα χωρικά ύδατα του Ισραήλ ή στα Εξάρχεια.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου