ΤΟΠΙΚΑ

Αρχαιολογικοί θησαυροί στο βυθό του Παγασητικού

αρχαιολογικοί-θησαυροί-στο-βυθό-του-π-851206

Πολύ σημαντικά συμπεράσματα για την ναυσιπλοΐα και το εμπόριο όπως αναπτύχθηκαν κατά την μυκηναϊκή, κλασική, ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο, προκύπτουν από τις υποβρύχιες αρχαιολογικές έρευνες που πραγματοποίησαν πρόσφατα στην Μαγνησία στελέχη του Ινστιτούτου Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών (Ι.ΕΝ.Α.Ε.). Σε ό,τι αφορά ειδικότερα στην περιοχή του Παγασητικού, η ενάλια αρχαιολογική έρευνα ήταν ιδιαίτερα γόνιμη, καθώς στις πέντε ερευνητικές αποστολές που έχουν πραγματοποιηθεί από το Ι.ΕΝ.Α.Ε., υπό την διεύθυνση του αρχαιολόγου Ηλία Σπονδύλη, κατά τα έτη 2000, 2003-2006, έχουν εντοπιστεί δώδεκα συνολικά ναυάγια. Κατά την πρώτη αποστολή ερευνήθηκε μία εκτεταμένη περιοχή στην οποία εντοπίστηκαν αρχικά 8 ναυάγια, εκ των οποίων το ένα (ναυάγιο 7) κρίθηκε περισσότερο ενδιαφέρον για περαιτέρω έρευνα: βρίσκεται στον όρμο Τηλέγραφο, 5 ναυτικά μίλια νότια της Αμαλιάπολης, και χρονολογείται στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ., δηλαδή στην Ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο, θεωρείται δε σπάνιο εύρημα για τον Ελλαδικό χώρο και για τον λόγο αυτό θα υπάρξει και νέος κύκλος ερευνών.

Κατά την αποστολή του 2003, ειδικότερα, η υποβρύχια έρευνα επικεντρώθηκε στην τοπογραφική αποτύπωση του ευρήματος, και στη δειγματοληπτική ανέλκυση αμφορέων. Κατά τις ερευνητικές περιόδους του 2004 και 2005 διενεργήθηκε ανασκαφή σε βασικά σημεία του φορτίου, από την οποία προέκυψαν σημαντικά στοιχεία για την συνέχιση των ανασκαφικών εργασιών. Μεταξύ των άλλων, επιβεβαιώθηκε η τυπολογία των αμφορέων του φορτίου, με κυρίαρχους δύο τύπους, εκ των οποίων ο ένας σπάνιος και ο δεύτερος άγνωστος μέχρι την ανακάλυψη του ναυαγίου. Επίσης, στους ήδη εντοπισμένους, από τις προηγούμενες έρευνες, έξι τύπους αμφορέων του φορτίου, προστέθηκε κι ένας έβδομος επίσης σπάνιος. Κατά την έρευνα το 2006 συνεχίστηκαν οι ανασκαφικές εργασίες στο ναυάγιο 7 ώστε να καταστεί σαφέστερη η εκτίμηση της έκτασης του φορτίου του ναυαγίου. Εκ παραλλήλου συνεχίστηκε η επιφανειακή έρευνα στην εγκεκριμένη θαλάσσια περιοχή.

Σημαντικά αρχαιολογικά συμπεράσματα

Στην νησίδα Κίκυνθος, στην είσοδο του κόλπου της Αμαλιάπολης, ανακαλύφθηκε

Βυζαντινό ναυάγιο (12ος-13ος αι. μ.Χ.) με πέντε τουλάχιστον τύπους πίθων το οποίο αποτυπώθηκε με την χρήση ηλεκτρονικών, φωτογραμμετρικών και συμβατικών μεθόδων και ανελκύστηκαν χαρακτηριστικά ευρήματα. Στην θαλάσσια περιοχή του ακρωτηρίου Γλάρος εντοπίστηκαν δύο ναυάγια των Ελληνιστικών χρόνων, τα οποία σημειώνονται από λίγα θραύσματα αμφορέων και από ένα μολύβδινο τύπο άγκυρας. Εντοπίστηκαν επίσης δύο Βυζαντινά ναυάγια που χαρακτηρίζονται από αμφορείς αντιστοίχων χρόνων και από έναν εντυπωσιακό αριθμό σιδερένιων αγκυρών, ακέραιων αλλά και τμηματικά σωζώμενων, του τύπου Υ κυρίως.

Μετά από πέντε επιτυχείς ερευνητικές περιόδους έχουν έλθει στο φως σημαντικά στοιχεία για τη ναυσιπλοΐα και το εμπόριο κατά τους πρώτους Βυζαντινούς αιώνες: Το πρώτον είναι η πεποίθηση ότι το ναυάγιο 7 ανήκει στον 4ο αι.μ.Χ., σε μία εποχή δηλαδή που η Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία μετεξελίσσεται σε αυτό που πολύ αργότερα ονομάσαμε Βυζαντινή αυτοκρατορία. Το ναυάγιο 7 είναι το πρώτο ναυάγιο αυτής της εποχής που ερευνάται στον ελληνικό χώρο. Το δεύτερο είναι ότι, η συνεχιζόμενη ανασκαφή του συμβάλλει ουσιαστικά στην έρευνα για την διευκρίνιση θεμάτων κεραμικής και διακίνησης αγαθών των χρόνων εκείνων. Η μελέτη της προέλευσης των αμφορέων θα καταδείξει τη διαδρομή του πλοίου, δίνοντας νέα στοιχεία για τη ναυτική και την εμπορική δραστηριότητα στο Αιγαίο.

Το τρίτο είναι η ναυτική αίσθηση που δημιουργήθηκε στα μέλη της αποστολής ότι, “τόσο τα βυζαντινά όσο και τα πρωιμότερα ναυάγια, κατά μήκος αυτής της ακτογραμμής, σηματοδοτούν μία πορεία είσπλου στον Παγασητικό Κόλπο εμφόρτων σκαφών ικανής χωρητικότητας”. Η τάξη μεγέθους, εκτιμώμενη από το φορτίο αμφορέων ενός εκάστου, πρέπει να κυμαίνεται στους 50 τόνους τουλάχιστον, δηλαδή πρόκειται για πλωτά μέσα που διενεργούν θαλάσσιο εμπόριο μεγάλων σχετικώς αποστάσεων. Το τέταρτο συμπέρασμα είναι ότι, κάθε ένα από τα ναυάγια που έχουν εντοπιστεί, αξίζει να ερευνηθεί χωριστά, διότι μπορούν να προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες που θα φωτίσουν σημαντικές πλευρές της Πρωτοβυζαντινής ιστορίας. Επιπλέον, θα αναδείξουν το σημαντικό ρόλο που έπαιξαν τα λιμάνια του Παγασητικού Κόλπου στις πολιτισμικές και εμπορικές ανταλλαγές την εποχή αυτή, η οποία σηματοδοτεί το τέλος του αρχαίου κόσμου.

Όσον αφορά τέλος στο ναυάγιο 7, η συνέχιση της συστηματικής ανασκαφής του είναι επιστημονικώς επιβεβλημένη. Ήδη έχουν γίνει από πλευράς Ι.ΕΝ.Α.Ε. όλες οι αναγκαίες εργασίες υποδομής για τον σκοπό αυτό. Η ανάδειξή του θα δώσει την ευκαιρία στην ελληνική υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα να βγει από το περιθώριο, να συμβάλει με νέα στοιχεία στη διεθνή ιστοριογραφία και να αποκτήσει τη θέση που αξίζει να έχει στη διαμόρφωση του αρχαιολογικού γίγνεσθαι στην Ανατολική Μεσόγειο. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε χάρις την υποστήριξη των : Κώστα Νιζάμη (Greek Diving Center), Γιώργου Γιαννίσση, Άγγελου Μαγκλή και άλλων χορηγών του Ινστιτούτου.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου