ΤΟΠΙΚΑ

Στην Αλεξάνδρεια με την… Αλεξάνδρα

στην-αλεξάνδρεια-με-την-αλεξάνδρα-851206

Σαν στροβιλίσματα χορευτικά περάσανε τα χρόνια, γράφοντας μια ιστορία όμορφη που πάει να γίνει νοσταλγία, αλλά μη βιάζεσαι. Ακόμα ο χορός καλά κρατεί, ακόμα τον ακολουθώ και συνεχίζω όσο οι άλλοι με παρακινούν, όσο τα βήματά μου αντέχουν. Είναι μια ιστορία μαγευτική, με μουσικές εξαίσιες, κάτι σαν «μελωδία της ευτυχίας», αλλά με ήχους γνώριμους, δικούς μας, ήχους ελληνικούς, παραδοσιακούς, μ’ αντίλαλους που διεγείρουν, σε ξυπνούν, σε κρατούν όρθιο στο χώρο σου, στον τόπο που τον αγαπάς κι οφείλεις να υπερασπίζεσαι και να τον προστατεύεις…
Η γνωριμία μου με τους παραδοσιακούς χορούς και τα χορευτικά μας συγκροτήματα είναι ιστορία παλιά, που να θυμάμαι τώρα, αλλά θα θυμηθώ: Αρχίζει με τη Λέσχη Εργαζομένου Κοριτσιού, που εκτός από εργαζόμενο ήταν και ζωντανό, χαριτωμένο και τρέχαμε να το προβάλλουμε πότε στα Καρδιτσιώτικα «Καραϊσκάκια» και πότε στις λαμπερές βραδιές της Έκθεσης Θεσσαλονίκης, κάπου στο τέλος της δεκαετίας του ’60. Ύστερα δεν ξέρω πως, ξέρω αλλά άστο τώρα, πήρα μεταγραφή για το Λύκειο Ελληνίδων, ελέω Μαρίας Παλιούρα, που ήταν από μόνη της μια ζωντανή χορευτική ιστορία. Κι αρχίσαμε τις πολιτιστικές αποστολές, με πούλμαν ανά τας Ευρώπας, με το σαντούρι του αξέχαστου Αριστείδη Μόσχου να ηχεί και την ομάδα να πετάει. Και περνούσανε τα χρόνια, ώσπου κάποια στιγμή βρέθηκα στον Χ.Ο.Β. ελέω Αλεξάνδρας Καραγιάννη.
Η Αλεξάνδρα, απ’ τις πρώτες χορεύτριες του Λυκείου, αν όχι η πρώτη, κάπου στα 1978 αποφασίζει να κάνει χορευτικό συγκρότημα δικό της με στήριγμα τον ίδιο της τον εαυτό. Και τα κατάφερε. Ο Χορευτικός Όμιλος Βόλου, γνωστός στο Πανελλήνιο και στο εξωτερικό, φέτος γιορτάζει τα τριαντάχρονα της ουσιαστικής του προσφοράς στο χώρο της ελληνικής παράδοσης και στον τομέα του ανόθευτου ελληνικού πολιτισμού. Στο μεταξύ, οι πρώτοι χορευτές του έγιναν γονείς, για να χορεύουν σήμερα μαζί με τα παιδιά τους, ενώ κάποιοι απ’ αυτούς γνωρίστηκαν, ταίριασαν και ζευγάρωσαν κι έκαναν οικογένειες χορεύοντας στον ΧΟΒ. Στα επόμενα χρόνια έμπλεξα και με το χορόδραμα, τον «Ερινεώ» του Γιάννη Τράντα, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία, διαφορετική…
Έτσι είχαν τα πράγματα όταν βρεθήκαμε, πριν λίγες μέρες με τον ΧΟΒ για δεύτερη φορά στο πολυάνθρωπο Κάιρο, την πόλη γίγαντα των 20 και των 22 εκατομμυρίων, ανάλογα με το αν η μέρα είναι εργάσιμη ή μια απ’ τις αργίες, οπότε οι μεταφερόμενοι παραμένουν στα… χωριά τους, των εκατοντάδων χιλιάδων το καθένα ψυχών. Και ξανασυναντήσαμε γνωστές ανθρώπινες φιγούρες κι εικόνες επιβλητικές. Μετά τις πυραμίδες και τη Σφίγγα και το χρυσάφι του Τουταγχαμών, θα ξαναπάμε στους κομπολογάδες, στους μαστόρους του φιλντισιού και του χρυσού, αλλά και στον όρμο του Ναυτικού Ομίλου να βρούμε τον Κεραμιδιώτη καπετάνιο για μια βόλτα με τη «Χριστίνα» του στο Νείλο. Και θα λαχταρήσουμε ξανά με το τρελό οδήγημα των οδηγών, με τ’ αυτοκίνητα να σού ‘ρχονται από παντού και να γλιτώνεις! Για να πάρεις δίπλωμα οδηγού στο Κάιρο σου ζητάνε τέσσερα πράγματα: Να ‘χεις γερά φρένα, γερά ανακλαστικά, αναπτυγμένη φαντασία για το τι μ… θα κάνει ο διπλανός σου και πίστη στον Αλλάχ για να γυρίσεις ζωντανός στο σπίτι.
Μεγάλα πάρκα που μοιάζουν με στρατώνες. Δεν μοιάζουν. Είναι. Ο στρατός είναι παντού, ο Μουμπάρακ πρέπει να αισθάνεται ήσυχος κι ασφαλής, αγρυπνούν τα ΜΑΤ και ξέρουν τη δουλειά τους. «Ξέρεις πώς επιλέγονται;» μου λέει ένας φίλος. «Λένε στους στρατεύσιμους: Οι εγγράμματοι να πάνε δεξιά κι οι αγράμματοι αριστερά. Όσοι δεν πάνε ούτε δεξιά, ούτε αριστερά είναι γιατί δεν ξέρουν… αν ξέρουν γράμματα ή όχι. Αυτοί είναι κατάλληλοι για ΜΑΤ»!
Η αγορά του Αλ Χαλίλι κλέβει την παράσταση σε μια επίσκεψη του Καΐρου, οι τουρίστες αφιερώνουν ώρες στον λαβύρινθο των σοκακιών με τα χίλια χρώματα κι αρώματα και μ’ όλα τα απίθανα που διαλαλούν οι μικροπωλητές. «Το νου σου στους πιτσιρικάδες», συμβουλεύει ο φίλος συνοδός. «Έτσι και σου πάρουν την τσάντα, ξέχνα την. Τους καταπίνει το Αλ Χαλίλι». Ας αφήσουμε όμως τα εξωτερικά «γυρίσματα» κι ας πάμε στα εσωτερικά μας.
Αυτή τη φορά η πρόσκληση των Ελλήνων του Καΐρου ήταν διαφορετική. Τον Χορευτικό Όμιλο προσκάλεσε ο συντονιστής της Ελληνικής Εκπαίδευσης Β. Αφρικής κ. Ανδρέας Καρατζάς, για να λαμπρύνει το βολιώτικο συγκρότημα τη λήξη ενός επιτυχημένου συνεδρίου. Ήταν ένα συνέδριο γύρω απ’ την ελληνική και αραβική γλώσσα, με σκοπό να φέρει πιο κοντά τα δύο εκπαιδευτικά συστήματα, αλλά και για να διαδώσει την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό στην Αίγυπτο. Και πράγματι ήταν μια λαμπρή βραδιά εκείνη της 23ης Νοεμβρίου στην αίθουσα εκδηλώσεων του Σπετσεροπούλειου κτιρίου της Ηλιούπολης, με τον ΧΟΒ να παρουσιάζει ελληνικούς παραδοσιακούς χορούς, καταχειροκροτούμενος από τα μέλη του συνεδρίου, Έλληνες και άλλους πανεπιστημιακούς καθηγητές.
Κατά τα άλλα, «όπου κι αν ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει», για να επαναλάβω αναγκαστικά και πάλι τον Σεφέρη. Όχι μόνο στο Κάιρο, όπου κι αν πήγα, ανέκαθεν, πάντα και παντού, οι υπηρεσίες του υπουργείου Εξωτερικών, πρεσβείες και προξενεία, Ντόρα μου, ήταν μάλλον ανέτοιμες, ασυντόνιστες, αδιάφορες, χαλαρές. Είχαμε πρόβλημα στην άφιξή μας στ’ αεροδρόμιο του Καΐρου κι αν ήταν κάποιος της πρεσβείας μας εκεί (στα τηλεφωνήματά μας κανείς δεν απαντούσε) δεν θα επέστρεφαν με το ζόρι οι γαλονάδες της Ασφάλειας ένα μέλος της ομάδας μας με το ίδιο αεροπλάνο στην Ελλάδα, με το αιτιολογικό ότι το διαβατήριό του ήταν προβληματικό. Κι αυτή η ατμόσφαιρα της αδιαφορίας των διπλωματικών μας υπηρεσιών λες και διαχέεται κι επηρεάζει και τους κοινοτικούς ομογενείς μας, μ’ αποτέλεσμα στενάχωρα για φιλοξενούμενους και φιλοξενούντες. Βέβαια, κάποια στιγμή όλα τακτοποιούνται και διασκεδάζονται με το γνωστό… «τέλος καλό, όλα καλά», αλλά είναι αυτή μια σοβαρή δικαιολογία για των Ελλήνων τ’ αδιόρθωτα;
Ας πεταχτούμε καλύτερα ως την ακτή της Αφρικής, να μας φυσήξει η Μεσόγειος και να πιτσιλιστούμε από τις μικροσταγόνες των θεόρατων κυμάτων, καθώς έρχονται βουβά, σπάζοντας υπόκωφα στους βράχους της παραλίας. Ναι, να πάμε στην Αλεξάνδρεια, την πρωτεύουσα της μνήμης, που ήταν και το δέλεαρ αυτού του ταξιδιού. Πού να πρωτοσταθούμε όμως μέσα σε λίγες ώρες; Στον Καβάφη; Στη Βιβλιοθήκη; Στο Φάρο; Ή να καθίσουμε στου Ναυτικού Ομίλου τη βεράντα και να ονειρευτούμε την Ελίζαμπεθ Ταίηλορ Κλεοπάτρα και τον Τσάρλτον Ήστον Φαραώ; Μη βιάζεσαι. Το σπίτι του Καβάφη είναι κλειστό, έχει… ρεπό ο φύλακας! Ας φωτογραφηθούμε στην εξώπορτα. Δεν πειράζει. Έτσι κι αλλιώς όλο σε λάθος κείμενα βάζουμε τους στίχους του και την «Ιθάκη» του την έχουμε απογυμνώσει εντελώς, αφότου προσορμίστηκε στο λιμανάκι της η «Αργώ» μας…
Ας πάμε στο Πατριαρχείο για ένα κερί, να μας φυλάει ο Θεός απ’ τους Εφραίμ, αν και δεν βλέπω σωτηρία. Ο κόσμος πλέον το εμπέδωσε: «Με το σταυρό στο χέρι» βγάζεις λεφτά, οπότε… Κάπου στην ίδια γειτονιά κοντοσταθήκαμε κάτω από μια ταμπέλα φαρμακείου. N. Papantonis έλεγε το επώνυμο. Σπρώξαμε τη μισάνοιχτη ξύλινη πόρτα για να βρεθούμε σε μια ατμόσφαιρα δύο αιώνων πριν. Εδώ θα πρέπει να ‘παιρνε τα γιατροσόφια του ο Καβάφης. Ζευγάρι ηλικιωμένων οι φαρμακοποιοί με τις νεανικές φωτογραφίες τους στο γραφείο. «Φωτογράφισε κι αυτά τα μπουκαλάκια, είναι κειμήλια συλλεκτικά», μου λέει η συμπαθέστατη κυρία, συλλεκτικής επίσης εποχής.
Αρχαίο θαύμα τότε η βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, σύγχρονη η καινούργια καθηλώνει του βιβλίου τον εραστή, που με την επίσκεψή του πραγματοποιεί ένα απ’ τα όνειρά του. Μ’ ένα design εκπληκτικό το 11ώροφο αρχιτεκτονικό αριστούργημα αρχίζει κάτω απ’ την επιφάνεια της θάλασσας κατά το 1/3 και σε σχήμα ηλιακού δίσκου η μια πλευρά του κλίνει προς τη Μεσόγειο κι η άλλη υψώνεται στον ουρανό. Στους εξωτερικούς του τοίχους, από γρανίτη γκρίζο, χαράχτηκαν σύμβολα απ’ όλες τις γλώσσες των χωρών που πρόσφεραν για την ανέγερσή του. Τα ανισόπεδα επίπεδα αποτελούν μια ανοιχτή τεράστια αίθουσα 85.405 τ.μ., στεγάζουν 8 εκατομμύρια βιβλία κι εξυπηρετούν ταυτόχρονα 3.500 άτομα σε αναγνωστήρια και ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Βλέπουμε τους φοιτητές και τις φοιτήτριες (με τις μαντίλες) να διαβάζουν και που τους ζηλεύουμε φωναχτά χωρίς να μας ακούνε. Οι ηχοπαγίδες στους τοίχους κρατούν τα σχόλιά μας και τα συνήθη «ελληνικά» μας. Μακάρι το σύγχρονο θαύμα της βιβλιοθήκης να λιγοστέψει τους αναλφάβητους της χώρας που υπερηφανεύεται γι’ αυτό…
Πίσω απ’ το φρούριο του Καϊτμπέη (υψώνεται εκεί που κάποτε υπήρχε ο Φάρος) ο ήλιος πάει να δύσει και τα ζευγάρια των ερωτευμένων Αλεξανδρινών αγκαλιασμένα τον παρακολουθούν χωρίς να νοιάζονται για το περαστικό σύννεφο νερού που αφήνουν τ’ αφρισμένα κύματα. Περαστικοί κι εμείς από την πόλη των ονείρων, την χάνουμε καθώς ο ήλιος χάνεται κι αυτός στην αγκαλιά της Μεσογείου. «Κι αποχαιρέτα την Αλεξάνδρεια που χάνεις…» θα μας πουν. Κρίμα. Αν ήταν δυνατόν να μην την αποχαιρετήσουμε ποτές. Τι να κάνουμε; Ας όψεται ο Καβάφης!
Την χάνουμε λοιπόν την Αλεξάνδρεια, μας μένει όμως η Αλεξάντρα. Που συνεχίζει να μας εμπνέει, να μας γεμίζει, να μας δονεί. Και να μας ετοιμάζει, αργά ή γρήγορα και το επόμενο ταξίδι. Ξέρετε για πού σχεδιάζει την επόμενη αποστολή του ΧΟΒ; Για το Εκατερίνενμπουργκ, αγνώστων λοιπών στοιχείων. Όχι, δεν είναι ακατόρθωτο, ούτε ταξίδι μυθικό. Για την Αλεξάντρα όλα είναι δυνατά, γιατί στηρίζεται μόνο στη δύναμή της…

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου