ΤΟΠΙΚΑ

ΚΩΣΤΑΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ: Γίνεσαι καλύτερος, παίζοντας δίπλα στον καλύτερο

κωστασ-σπυροπουλοσ-γίνεσαι-καλύτερο-851206

Καλλιτεχνική και δημιουργική πρόκληση αποτελούν για τον Κώστα Σπυρόπουλο τόσο ο ρόλος του «Μίκη», όσο και η σκηνοθετική απόδοση του θεατρικού έργου με το συγκλονιστικό φινάλε, που παρουσιάζεται σήμερα στο Θερινό Δημοτικό Θέατρο Βόλου στις 9.15 μ.μ. Οι «Blood Brothers” του Willy Russel, η καλοκαιρινή συμπαραγωγή του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βόλου και της Εταιρίας «ΘΕΣΠΙΣ» που περιοδεύει ανά την Ελλάδα, παρουσιάζεται ενώπιον των θεατρόφιλων της περιοχής, «οι οποίοι έχουν υψηλό καλλιτεχνικό κριτήριο», όπως υπογραμμίζει ο γνωστός ηθοποιός. Σύμφωνα με την άποψη που καταθέτει στον «Τ» ο θεσμός των ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. «είναι πολύ σημαντικός, διότι έδωσαν πολιτισμό, παρήγαν έργο και ως εκ τούτου πρέπει να διατηρηθούν». Υπέρμαχος της πολιτιστικής αποκέντρωσης, ο πρωταγωνιστής της παράστασης, δηλώνει απερίφραστα ότι «η περιφέρεια δικαιούται εκ των πραγμάτων ισότιμη αντιμετώπιση σε σχέση με το κέντρο».
Παράλληλα καθιστά σαφές ότι «η σκηνή πάντα ανοίγει δρόμους καλλιτεχνικής ολοκλήρωσης», γιατί ο ηθοποιός «πρέπει να κοινωνεί το έργο του, να το φέρνει κοντά στον κόσμο». Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η συνεργασία που έχει αναπτυχθεί με την πόλη, «η οποία αποτελεί μητροπολιτικό κέντρο» και έχει «σαφή πολιτιστική ταυτότητα». Το έργο του Willy Russel, όπου καταθέτει τις καλλιτεχνικές του ευαισθησίες, καταγράφεται ως σημαντικός σταθμός στη μέχρι τώρα πορεία του. Δίδαγμα ζωής αποτελούν για τον ίδιο «η υπομονή κι επιμονή», «η ετοιμότητα και η εντιμότητα», σε συνάρτηση με τον πολυδιάστατο ρόλο που ενσαρκώνει πάνω στην σκηνή, έχοντας την πεποίθηση ότι ο δρόμος του θεάτρου είναι δρόμος που οδηγεί στην αυτογνωσία και την ελευθερία της ψυχής.

-Η θεατρική αποκέντρωση και κυρίως η συνεργασία με ένα Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο διευρύνει, άραγε, τους καλλιτεχνικούς ορίζοντες ενός ηθοποιού;

Πιστεύω πως ναι, γιατί η δουλειά του ηθοποιού είναι να κοινωνεί το έργο του, να το φέρνει κοντά στον κόσμο. Κι επειδή έχουμε βαρεθεί το αθηνοκεντρικό κράτος που εστιάζεται διαρκώς σε ένα πυρήνα, είναι, θα έλεγα, υποχρέωσή μας να διευρύνουμε το έργο μας ώστε να φτάσει σε όλη την Ελλάδα. Σαφώς πιστεύω ότι η συνεργασία με ένα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. διευρύνει, όπως λέτε, τους ορίζοντες του ηθοποιού, γιατί πρέπει να κοινωνεί το έργο του σε όλη την Ελλάδα κι αυτό μου δίνει την ευκαιρία να έρθω απέναντι σ΄ ένα κοινό που είναι πολλές φορές πιο δύσκολο ή πιο ευαίσθητο. Θεωρώ πολύ σημαντικό τον θεσμό των ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. και κατά την γνώμη που πρέπει διατηρηθεί η προσπάθεια, γιατί έδωσαν πολιτισμό, παρήγαν έργο.

-Αυτό σημαίνει ότι έχετε σχηματίσει θετική άποψη για τη δράση και εν γένει παρουσία του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βόλου…

Αναμφίβολα. Κατ’ αρχήν εκτιμώ πάρα πολύ τον Διευθυντή του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βόλου, τον Σπύρο Μαβίδη, ο οποίος είναι ηθοποιός, είναι ένας άνθρωπος τον οποίο σέβομαι, εκτιμώ και αγαπώ, έχει καταθέσει την ζωή του στο θέατρο, έχει ζυμωθεί με αυτό που λέμε καλό, ποιοτικό θέατρο. Είναι ένας άνθρωπος που φιλοτεχνεί δύσκολα πράγματα, που προσπαθεί να κάνει ότι καλύτερο. Εχω θετική εικόνα για την πορεία του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βόλου και είμαι σαφής και κατηγορηματικός, θα έλεγα. Δεν μπορεί να καταργηθεί ο θεσμός των ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Θυμάμαι την συγχωρεμένη τη Μελίνα, πόσο πάλεψε γι’ αυτό, τον Κώστα τον Γεωργουσόπουλο, ανθρώπους οι οποίοι στήριξαν τον θεσμό για να πάει το θέατρο στην επαρχία και να βλέπουν αξιόλογα έργα οι θεατές.

-Ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του χαρακτήρα τον οποίο ενσαρκώνετε;

Εγώ είμαι ο «Μίκη», ο οποίος αντιπροσωπεύει τη θέση του φτωχού, του ανθρώπου που είναι πάσχον πρόσωπο. Είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος περνάει δια πυρός και σιδήρου, ένα παιδί που η μοίρα το χτύπησε, ήταν φτωχό, είχε όλες τις προϋποθέσεις και ήθελε να είναι πλούσιο. Πρόκειται για την ιστορία δύο διδύμων αδελφών, όπου η μητέρα δίνει το ένα σε μια πλούσια και τα δυο αυτά παιδιά μεγαλώνουν μαζί με την προϋπόθεση ότι δεν πρέπει να μάθουν ποτέ ότι είναι αδέλφια, γιατί την μέρα που θα το μάθουν, θα πεθάνουν. Ετσι λέει μια πρόληψη κι έτσι λέει ο όρκος που έδωσαν οι δύο μανάδες για να μην μάθουν τα δύο παιδιά το απόλυτο αυτό μυστικό. Ο «Μίκη» είναι ένας πολύ δύσκολος, πολυσύνθετος χαρακτήρας, ένα παιδί το οποίο παλεύει να κερδίσει τη ζωή, αλλά η ζωή δεν είναι τόσο γενναιόδωρη απέναντί του. Δεν του φέρεται με τον τρόπο που αυτός της φέρεται, με τον τρόπο που μόνο η ψυχή του ελέγχει. Είναι ένας πάρα πολύ καλός ρόλος και γενικότερα όλοι οι ρόλοι του έργου έχουν το εξής χαρακτηριστικό που δείχνει και την ιδιοφυΐα του Ράσελ, ξεκινούν από πολύ μικρή ηλικία γύρω στα επτά και φτάνουν γύρω στα 25. Διανύουν δηλαδή θεατρικό χρόνο απόλυτο και είναι ερμηνευτική πρόκληση για έναν ενήλικα ηθοποιό να υποδύεται ένα μικρό παιδί. Παράλληλα η εναλλαγή του κωμικού και δραματικού στοιχείου καθιστά πολυδιάστατο τον ρόλο.

-Πέρα από τον πρωταγωνιστικό ρόλο έχετε αναλάβει και την σκηνοθεσία της παράστασης. Η παράλληλη συμμετοχή ενός ηθοποιού στο «χτίσιμο» μιας θεατρικής ιδέας ανοίγει δρόμους καλλιτεχνικής ολοκλήρωσης;

Σαφέστατα. Η σκηνή πάντα ανοίγει δρόμους καλλιτεχνικής ολοκλήρωσης. Εγώ είμαι σκηνοθέτης συγκεκριμένων έργων, δεν δηλώνω σκηνοθέτης, ασχολούμαι με ό,τι αγαπάω, με ό,τι πιστεύω ότι μπορώ να το κάνω, με ό,τι είμαι πορωμένος, ας μου επιτραπεί η έκφραση. Η σκηνοθεσία σαφώς σου ανοίγει δρόμους και είναι κάτι που σε αφήνει ελεύθερο. Η ελευθερία της ψυχής είναι το ζητούμενο στον άνθρωπο. Για μένα ο πρωταρχικός παράγων για να σκηνοθετήσεις είναι το κλίμα και η ψυχολογία που θα εμπνεύσεις στους συναδέλφους σου, στους συνεργάτες σου, ώστε να μην φοβούνται να ανοιχτούν. Πρέπει να βγάλεις από μέσα τους αυτά που ήδη έχουν κι όχι αυτά που ξέρεις εσύ. Αν αρχίσει κανείς την διδαχή, τις απίστευτες διδασκαλίες που ακούμε κατά καιρούς, εκεί το χάνεις το παιχνίδι. Σαφώς και πρέπει ένας σκηνοθέτης να παίρνει τις αποφάσεις του, αλλά από την άλλη πλευρά όταν έχεις ένα καστ ηθοποιών που είναι προσωπικότητες, πρέπει να καταλάβεις τι έχουν στην ψυχή τους, τι ωφελεί την παράσταση και να το βγάλεις στην επιφάνεια.

-Δημιουργεί τρακ και χτυποκάρδι η εμφάνιση ενώπιον των Βολιωτών θεατρόφιλων, που όπως λέγεται, έχουν υψηλό καλλιτεχνικό κριτήριο;

Σαφώς και υπάρχει τρακ κι εμείς φιλοτεχνούμε τα δύσκολα. Θέλουμε δύσκολο κοινό. Ξέρω ότι ο Βόλος έχει υψηλό αισθητικό κριτήριο. Το γνωρίζω και το σέβομαι. Θέλω και εύχομαι να μας τιμήσουν οι θεατές και να φύγουν ακόμα πιο πολλοί και πιο γεμάτοι. Είναι πολύ σημαντικό. Εχω εικόνα για το Βόλο και μαθαίνω κι από τον Σπύρο Μαβίδη κάποια πράγματα. Θεωρώ ότι είναι είναι μητρόπολη εξελίξεων, καλλιτεχνικών τάσεων και νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό γιατί ως πόλη έχει συμβάλει πολύ στην αποκέντρωση για την οποία συζητάμε. Εχει σαφώς ταυτότητα πια ο Βόλος κι αυτό είναι σημαντικό. Θα θέλαμε το κοινό να είναι πάντα στην πρώτη γραμμή και αυτό μας κάνει καλύτερους. Όταν παίζεις με τον καλύτερο θα γίνεις καλύτερος, είσαι καταδικασμένος να γίνεις καλύτερος.

-Ποια είναι τα επόμενα καλλιτεχνικά σας σχέδια μετά την ολοκλήρωση της καλοκαιρινής περιοδείας; Υπάρχει προοπτική συνέχισης των παραστάσεων του “Blood Brothers” στην Αθήνα;

Τον επόμενο χειμώνα η παράσταση θα συνεχιστεί σε μια κεντρική αθηναϊκή αίθουσα. Όχι αυτό τον χειμώνα, γιατί όλοι έχουμε κλείσει, όλοι έχουμε υποχρεώσεις. Εγώ συνεχίζω φέτος το «Παρακαλώ, ας μείνει μεταξύ μας» ένα καινούργιο έργο των Ρήγα-Αποστόλου, με την Κάτια Δανδουλάκη, τον Γιώργο Μαρίνο και την Κατιάνα Μπαλανίκα στο Θέατρο «Κάτια Δανδουλάκη», εκεί όπου παρουσιάστηκε και πέρυσι, σημείωσε μεγάλη επιτυχία και πάει για δεύτερη χρονιά. Την επόμενη σεζόν θα παρουσιάσουμε το «Blood Brothers”. Δεν μπορούμε να αποχωριστούμε αυτό το έργο.

-Η μέχρι τώρα καλλιτεχνική σας πορεία και η θητεία δίπλα σε «ιερά τέρατα» όπως η Αλίκη, τι σας έχουν διδάξει;

Αυτά που διδάχτηκα είναι επιμονή, υπομονή, ετοιμότητα. Αυτό που συμβαίνει όταν ανεβαίνεις στη σκηνή και είσαι έτοιμος να παίξεις, μπορεί να συμβεί οτιδήποτε απρόοπτο, αυτό ακολουθεί τον καλλιτέχνη και δη τον ηθοποιό σε όλη του την ζωή. Και βεβαίως μου δίδαξαν εντιμότητα σε σχέση με τους ανθρώπους, τους συνεργάτες σου και παράλληλα ότι πρέπει να σε αγαπάει κι ο χώρος σου, πρέπει τα διαπιστευτήρια να ξεκινούν από τον χώρο σου. Πολύ σημαντικό επίσης είναι ποιοι σε υπογράφουν, ποιοι στελεχώνουν τη δουλειά σου. Δηλαδή για μένα είναι μεγάλη τιμή το ότι με εμπιστεύτηκε ο Διονύσης Τσακνής για πρώτη φορά, ώστε να πατήσει στο σανίδι. Περιποιεί τιμή, όπως και να το κάνουμε, το ότι με εμπιστεύεται.

-Ποια «ατάκα» του «Μίκη», του ρόλου που υποδύεστε στους «Blood Brothers”, θα μπορούσε να αποτελέσει μότο ζωής για σας;

Υπάρχει μια πολύ ωραία ατάκα του Μίκη που λέει στον πλούσιο αδελφό, «κοίταξε να δεις, εσύ έμεινες παιδί ,γιατί έχεις λεφτά και το μπορείς. Ρώτα όμως και μας που μας μεγάλωσαν με το ζόρι μέσα σ’ ένα βράδυ. Γέρασα Εντυ» και του απαντάει ο Εντυ «μα όσο είσαι, είμαι». Και τότε απαντάει ο Μίκη «μόνο που εμένα δεν με προειδοποίησε κανείς και μεγάλωσα. Εσένα όχι». Αυτό το «δεν με προειδοποίησε κανείς και μεγάλωσα» είναι για μένα η πιο σημαντική ατάκα.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου