ΤΟΠΙΚΑ

“Έτσι σώθηκα από την αιχμαλωσία”…

έτσι-σώθηκα-από-την-αιχμαλωσία-851206

Αισθήματα οδύνης προκαλούν στους απανταχού της γης Κυπρίους οι μνήμες της 20ης Ιουλίου του 1974 και των γεγονότων που ακολούθησαν, σφραγίζοντας ανεξίτηλα την νεότερη ιστορία. Τριάντα τέσσερα χρόνια μετά τα αναρίθμητα ονόματα των νεκρών και των αγνοουμένων της εισβολής του “Αττίλα” προκαλούν ανείπωτο πόνο και οι μνήμες εκείνης της περιόδου φέρνουν δάκρυα στα μάτια όσων βίωσαν από κοντά τα γεγονότα. Ο Γαβριήλ (Γαβρήλος) Μουσκής, ο οποίος ζει στον Βόλο, συγκαταλέγεται μεταξύ των Κυπρίων, που όρθωσαν με γενναιότητα ψυχής το ανάστημά τους ενάντια στον εισβολέα, αντιμετώπισαν με σθένος τα τανκς και τα βομβαρδιστικά του εχθρού και δεν έχασαν το θάρρος τους, ακόμη κι όταν βίωσαν τα δεινά της αιχμαλωσίας. Τριάντα τέσσερα χρόνια μετά ο κ. Μουσκής καταθέτει εμφανώς συγκινημένος τα βιώματά του στον “Τ” κι ένας λυγμός πνίγει την φωνή του στη θύμηση των αγνοουμένων συναγωνιστών του. “Ημουν δεκαοκτώμισι χρονών, όταν έγινε η πρώτη εισβολή στην Κύπρο, θυμάται. Υπηρετούσα στην Εθνική Φρουρά κι ήμουν υπαξιωματικός στο 286 Μηχανοκίνητο τάγμα πεζικού. Μετά το πραξικόπημα, συνεχίζει, που έγινε στις 15 Ιουλίου του 1974, ακολούθησε η εισβολή των Τούρκων, ημέρα Σάββατο, του Προφήτη Ηλία και γύρω στις 5-5.30 τα χαράματα ξεκίνησαν να πέφτουν οι αλεξιπτωτιστές των Τούρκων”. Το τάγμα βρίσκονταν έξω από τη Λευκωσία και παρότι ο οπλισμός που είχαν στην διάθεσή τους οι Κύπριοι στρατιώτες ήταν υποτυπώδης, εντούτοις περίσσευε το θάρρος και η επιθυμία να αποτραπεί ο εχθρός. Οι πρώτοι νεκροί πέφτουν στο πεδίο της μάχης, αλλά το φρόνημα των “αγωνιζόμενων περί πάτρης” είναι ισχυρό. Στις 23 Ιουλίου δίνεται το σήμα για εκεχειρία, λίγο πριν ενσκήψει το δεύτερο κύμα του εισβολέα στις 16 Αυγούστου. Οι συζητήσεις περί εκεχειρίας διακόπτονται ξαφνικά από την δράση του Αττίλα ΙΙ, που καταφθάνει δριμύτερος τα χαράματα της 14ης Αυγούστου, οπότε “ξεκινάει πάλι ο βομβαρδισμός των διαφόρων σημείων της Εθνικής Φρουράς που είχαμε σε όλη τη γραμμή παραθέσεως” επισημαίνει ο κ. Μουσκής, ζωντανεύοντας μέσω της αφήγησής του το χρονικό της αιχμαλωσίας του.

«Προσπάθησαν να μας κάμψουν το ηθικό»

“Hμασταν μια διμοιρία 35 ατόμων, συνεχίζει η αφήγηση, κρατούσαμε μια γραμμή έξω το Κοντεμένο, κοντά στον κύριο δρόμο Λευκωσίας-Κερύνειας και οι εντολές ήταν να κρατήσουμε τον δρόμο αυτό πάση θυσία ελληνικό». Η αντίσταση των Κυπρίων είναι σθεναρή και «κρατήσαμε τον δρόμο αυτό μέχρις ότου ξεκίνησαν οι Τούρκοι να δημιουργούν κλοιό με τα τανκς, τα οποία μας περικύκλωσαν σε σχήμα «Π», ώστε μόλις βρούμε διέξοδο διαφυγής, να μας χτυπήσουν. Από την στιγμή που βλέπει ο ανθυπολοχαγός να έρχονται τα τανκς, δίνει εντολή να φύγουμε. Εγώ σαν υπαξιωματικός πήγα να πάρω έναν στρατιώτη, ο οποίος ήταν χτυπημένος, για να τον σηκώσω, με αποτέλεσμα οι μεν πέντε με τον ανθυπολοχαγό να γλυτώσουν γιατί έφυγαν έγκαιρα, ο άλλος ανθυπολοχαγός, τον οποίο πήγα να φωνάξω, είδε τους Τούρκους που ερχόταν κι έφυγε από άλλο σημείο και τελικά έμεινα εγώ με τον φαντάρο πίσω μου, που ήταν τραυματισμένος. Οι σφαίρες περνούσαν σαν μέλισσες πάνω από τα κεφάλια μας, αλλά καλυφθήκαμε προκειμένου να γλυτώσουμε από το ανελέητο σφυροκόπημα, που διήρκεσε μια περίπου ώρα. Οταν καταλάβαμε ότι πλέον σταμάτησαν να μας χτυπούν, ξεκινήσαμε κι εμείς να πάμε στην ελληνική πλευρά. Δυστυχώς όμως ήμασταν πλέον εγκλωβισμένοι», θυμάται ο Γαβρήλος Μουσκής. Η αντίστροφη μέτρηση της σύλληψης αρχίζει νωρίς το πρωί της 16ης Ιουλίου από τάγμα Τούρκων που επέβαινε σε τεθωρακισμένα άρματα.
Η αιχμαλωσία, που διήρκεσε επί ενάμιση περίπου μήνα, ξεκίνησε από τις φυλακές της Λευκωσίας, στο Σαράϊ, ακολούθησαν τα Αδανα και κατόπιν τα Ατίγιαμα, μια πόλη κοντά στα Αδανα. «Δεχτήκαμε περιφρόνηση και ξύλο για να μας κάμψουν το ηθικό, αλλά από ένα σημείο και
μετά αποβάλλεις πλέον τον φόβο και λες «ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει». Δεν περιμέναμε πλέον ότι θα δούμε ξανά τα αγαπημένα μας πρόσωπα, συνεχίζει ο κ. Μουσκής, ο οποίος προσθέτει ότι «μας απελευθέρωσαν τελικά, όταν έγινε η ανταλλαγή, στις 24 Σεπτεμβρίου, και ήμουνα μεταξύ των τυχερών που γύρισαν πίσω, εν αντιθέσει προς τους 25 συναγωνιστές από το τάγμα μου, οι οποίοι είναι αγνοούμενοι», προσθέτει συγκινημένος.

«Εύχομαι να μην ξεχάσω»
Ενας λυγμός πνίγει την φράση “όσοι ήμασταν στον θάλαμο, βρήκαμε χαρτί και καταγράψαμε τα ονόματά μας, ώστε όποιος κατορθώσει να επιζήσει, να μνημονεύει τους υπόλοιπους”. Τριάντα τέσσερα χρόνια μετά το αίτημα της “δίκαιης λύσης του Κυπριακού” προβάλλει επιτακτικό, ενώ τα κυρίαρχα συναισθήματα του κ. Μουσκή και όλων κατ επέκταση των Κυπρίων είναι “πικρία και ντροπή” για “την αδιαφορία των αρμοδίων”. “Σκοτώθηκαν τόσοι, υπάρχουν τόσοι αγνοούμενοι. Τουλάχιστον ας δοθεί μια δίκαιη λύση του Κυπριακού, με τα σημερινά δεδομένα, όχι τύπου σχεδίου Ανάν» προσθέτει ο ίδιος.
Στα 1975 άνοιξε ο δρόμος των σπουδών στην Ανώτατη Βιομηχανική Σχολή Θεσσαλονίκης και από το 1979 ο Γαβριήλ Μουσκής ζει στο Βόλο μαζί με την σύζυγό του Μαρία και τα δύο βλαστάρια τους, την 29χρονη Εύη και τον 26χρονο Αχιλλέα. Η πρόσφατη απόδοση τιμής στο πρόσωπο του κ. Μουσκή και όσων πολέμησαν γενναία στο τάγμα ΠΟ1 286 του 1974 από την ηγεσία της Κύπρου, αποτέλεσε μια ακόμη συγκινητική στιγμή στην ζωή και τις μνήμες που έχουν καταγραφεί από καρδιάς στο προσωπικό σημειωματάριο, με την ελπίδα κάποτε να αποτυπωθούν σε βιβλίο προς όφελος των επόμενων γενεών. Η ευχή που εκφράζει αυθόρμητα, κοιτώντας δακρυσμένος το κιτρινισμένο χαρτί όπου έχουν γραφεί τα ονόματα των συναγωνιστών του, είναι «εύχομαι να μην ξεχάσω, ούτε θα ξεχάσω όσα συνέβησαν. Εύχομαι να μην ξεχάσουν όμως ούτε οι νέες γενιές, προσθέτει, γιατί δυστυχώς η παγκοσμιοποίηση και η εσκεμμένη κατάσταση, μπορώ να πω, που ζουν οι νέες γενιές, δεν τους επιτρέπει να γνωρίζουν πολλά γι’ αυτή την επέτειο».
«Λυπούμαι πραγματικά, προσθέτει, κι αισθάνομαι ντροπή για την αδιαφορία των αρμοδίων κι επειδή είμαι άνθρωπος προσγειωμένος και βλέπω αντικειμενικά τα δεδομένα, θεωρώ τουλάχιστον επιβεβλημένο, να δοθεί μια δίκαιη και ουσιαστική λύση» χωρίς «ημίμετρα τύπου σχεδίου Ανάν» στην μνήμη των «χιλιάδων νεκρών και των αγνοουμένων της Κύπρου που ζητούν δικαίωση», καταλήγει.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου