ΤΟΠΙΚΑ

Τα υπερκαταστήµατα και η τοπική αγορά

τα-υπερκαταστήµατα-και-η-τοπική-αγορά-851206

Φυσικά και ξέρουµε για τι µιλάµε, αν και προτείνω να µην το ονοµατίσουµε. Για να οριοθετήσω µόνο το πρόβληµα όµως επιτρέψτε µου να κάνω µερικές αρχικές παραδοχές. ∆εν µιλάµε καταρχή για ένα κατάστηµα που καλύπτει ένα κάθετο τοµέα ανεξαρτήτως µεγέθους, όπως αυτό που θα εγκατασταθεί στο κέντρο του Βόλου.
∆εν µιλάµε για ένα πολυκατάστηµα/mall, όπως αυτά που είναι της µοδός στην Αθήνα, όπου κάτω από την ίδια στέγη βρίσκει κανείς εκθετήρια πολλών, ανταγωνιστικών µεταξύ τους, επιχειρήσεων. Στην περίπτωσή µας αναφερόµαστε σε ένα σούπερ µάρ-κετ µε κεντρικό άξονα τα είδη διατροφής. Και βεβαίως δεν είναι καινοφανής ο προβληµατισµός που ενέσκηψε εσχάτως στις στήλες των βολιώτικων εφηµερίδων και των θεσσαλικών τηλεοπτικών καναλιών και ραδιοσταθµών.
Στον Βόλο αυτή την περίοδο ανακαλύπτουµε τον τροχό που πριν από µας είχαν ανακαλύψει οι Αµερικανοί, οι Γάλλοι και εν γένει οι απανταχού της γης καταναλωτές και πολίτες. Ο προβληµατισµός αυτός κατέληξε αλλαχού σε έντονη κρατική παρέµβαση για την ρύθµιση των πολεοδοµικών, οικονοµικών και κοινωνικών συνεπειών της δηµιουργίας καταστηµάτων «µεγάλης επιφανείας» όπως λένε στην Γαλλία. Και απεκάλυψε πληθώρα αθέµιτων πρακτικών ή πρακτικών φτηνιάρικης έµπνευσης, που οι εταιρίες µετέρχονται για να επιτυγχάνουν τη µονοπώληση της αγοράς.
Στις παρατηρήσεις λοιπόν:
1. εν πρώτοις το µέγεθος του καταστήµατος για το οποίο δη-µιυργήθηκε ζήτηµα, δεν ανήκει στην κατηγορία των απλών υπεραγορών/supermarkets. Σε τάξη µεγέθους οι αρµόδιοι και ειδικοί κατατάσσουν τα καταστήµατα µεταξύ 6.000 και 15.000 τ.µ. στην κατηγορία των υπερκαταστηµάτων/superstores.
2. την περασµένη δεκαετία είχε παρατηρηθεί στην Ευρώπη η µίµηση του «αµερικανικού παραδείγµατος» µε την εγκατάσταση σουπερµάρκετς σε ειδικές ζώνες εκτός οικιστικών χρήσεων. Η ασχήµια αυτών των χώρων και η νέκρωσή τους κατά τη διάρκεια της νύκτας δηµιούργησε πολλές αντιρρήσεις για το µοντέλο αυτό. Στην Ελλάδα µε την εξαίρεση της Αθήνας και Θεσσαλονίκης η επιλογή αυτή δεν υπήρξε διαδεδοµένη. Συχνά προκειµένου να παρακάµψουν περιορισµούς ως προς τη µέγιστη έκταση, κατέ-τµησαν το αντικείµενο σε περισσότερα από ένα γειτονικά/όµορα µαγαζιά µε κοινή είσοδο – π.χ. τρία διαφορετικά συνεχόµενα καταστήµατα της ίδιας εταιρίας, ένα µε είδη τροφίµων, ένα µε ρουχισµό, ένα µε είδη κιγκαλερίας.
3. Η εγκατάσταση µεγάλων καταστηµάτων αποτέλεσε το µήλο της έριδος µεταξύ γειτονικών πόλεων και άµβλυνε τις αντιρρήσεις των αρχών – και του νοµοθέτη -που βρήκαν προσωρινή λύση για τα παρακµάζοντα πολεοδοµικά τους συγκροτήµατα. Συχνά υπήρξε ελαστικοποίηση των ωραρίων λειτουργίας, εργασίας, και των όρων χρήσης γης. Oι εταιρίες συχνά παίξαν τη γάτα και το ποντίκι µε τις τοπικές αρχές ώστε να επιτύχουν αυτό που ήθελαν.
4. Η δηµιουργία των χώρων αυτών εξαφάνισε το µικροεµπόριο στο κέντρο των πόλεων. Στη συνέχεια όµως, όταν τα παραδοσιακά µπακάλικα σταµάτησαν να λειτουργούν, οι εταιρίες κολοσσοί των σουπερµάρκετ ενάπτυξαν πολιτική εγκατάστασης µικρών καταστηµάτων στο κέντρο της πόλης µετά από σχετική νοµοθετική ρύθµιση. Στη Γαλλία για παράδειγµα υπήρχε µέχρι πρότινος απώτατο όριο 300 τ.µ. για τη λειτουργία τους, Στον τοµέα αυτό όµως αποδείχτηκε ότι το γαλλικό µοντέλο δεν είναι αποδοτικό σε σχέση µε τις απαιτήσεις σε προσωπικό. Μόνο οι γερµανικές εκ-πτωτικές φίρµες που χρησιµοποι-ούν το ίδιο προσωπικό για την στοιβασία των ραφιών και τον χειρισµό των ταµειακών µηχανών κατορθώνουν να αποκοµίζουν κέρδη.
5. η δηµιουργία σουπερµάρκετ
συνδυάστηκε βεβαίως µε την σύµπηξη καρτέλ και κεντρικών προµηθευτικών οργανισµών, οι οποίοι κατέληξαν να ελέγχουν την αγορά και να καθορίζουν τις τιµές (χαρακτηριστικότερο παράδειγµα η νοµοθετική απαγόρευση της υπερβολικής µείωσης της τιµής, κατ’ επίφαση προς προστασία του ανταγωνισµού αλλά κατ’ουσία µετά από πίεση των µεγάλων αλυσίδων σουπερµάρκετ και προµηθευτικών οργανισµών). 6. Τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκε η τάση επιστροφής των σουπερµάρκετ στο κέντρο της πόλης ή στην περιφέρεια µεν αλλά πάντοτε εντός ορίων. Ενίοτε, όπως στην Αµερική, διότι η ερήµωση της υπαίθρου κάνει να µην υπάρχουν καταστήµατα σε απόσταση πολλών χιλιοµέτρων από οικισµούς. Ή άλλοτε λόγω ψυχρών οικονοµικών υπολογισµών και ανταλλαγµάτων για τη χρηµατοδότηση των πολιτικών. Εκ νέου χαρακτηριστικότερο παράδειγµα η Γαλλία, όπου πρόσφατος νόµος ανέβασε το όριο από τα 300 στα 1.000 µέτρα εντός πόλεων µε την επιφύλαξη δικαιώµατος βέτο από τις δηµοτικές αρχές σε πόλεις µέχρι 15.000 κατοίκων. Πολλοί αποδίδουν την τροποποίηση αυτή στη φιλία που δένει τον Γάλλο Πρόεδρο µε τον κ. Λε-κλέρκ, ιδιοκτήτη σουπερµάρκετ και µαζί µε την εταιρία που µας απασχολεί εντοπίως συνιδιοκτήτη του µεγαλύτερου προµηθευτικού οργανισµού στη Γαλλία. Στις αγγλοσαξονικές χώρες αντίστοιχα αυτή η «επενεγκατάσταση» συνδέεται µε οικονοµικά κίνητρα/επιδοτήσεις, µε πρόσχηµα την εξυπηρέτηση πληθυσµών που δεν διαθέτουν ιδιόκτητο αυτοκίνητο. Η τάση αυτή συνδέεται µε την προσπάθεια «γιγαντισµού», την οποία παρατηρούµε και στην περίπτωση του Βόλου, µετά από ενδελεχή µελέτη που επιτρέπει στα τεράστια αυτά καταστήµατα να απευθύνονται στο µέγιστο δυνατό πελατειακό κοινό (περίπου 50.000 άτοµα) µε µία µόνη εγκατάσταση που δηµιουργεί οικονοµίες κλίµακας, χωρίς απαραίτητα προσφυγή στο ιδιωτικό αυτοκίνητο (που δηµιουργεί τεράστιες απαιτήσεις για πάρκιγκ).
Συµπερασµατικά όµως θα έλεγα ότι σε κάθε περίπτωση οι ισχυρές οµάδες πίεσης κατόρθωναν πάντοτε να επιβάλλουν αυτό που οικονοµικά ήταν προσφορότερο τη συγκεκριµένη χρονική στιγµή, παρουσιάζοντάς το σαν την επιθυµία του καταναλωτή και σαν µέριµνα για τα χαµηλά βαλάντια που δεν διαθέτουν αυτοκίνητο. Για την πόλη του Βόλου ελπίζω ότι άλλες επιλογές θα πρεσβεύσουν. Η εγκατάσταση ενός µεγάλου µεταπρατικού πόλου στην οδό Λαρίσης (τη στιγµή που στην Αθηνών υπάρχει ήδη η βιοτεχνική επιλογή) στερεί την πόλη από τις ελάχιστες δυνατότητες επέκτασης του οικιστικού ιστού στο µέλλον.
Οι πολεοδοµικές επιφυλάξεις δεν έχουν αξία βεβαίως για τις αντιρρήσεις και φόβους που προβάλλει το Επιµελητήριο, διότι η εγκατάσταση ενός τέτοιου κολοσσού, ακόµη και εκτός πόλης, θα πλήξει οπωσδήποτε τον εµπορικό κόσµο.
Απλώς πιστεύω προσωπικά ότι, όπως σε όλες τις άλλες περιπτώσεις παγκοσµίως οι µεγάλες εταιρίες σουπερµάρκετς επέβαλλαν την επιθυµία τους, µεταµφιέζοντάς την ως επιθυµία των καταναλωτών, χρησιµοποιώντας την οικονοµική τους ισχύ µέσω των λό-µπυς τους για να κάµψουν ακόµη και την πολεοδοµική νοµοθεσία, έτσι και εδώ «το πεπρωµένον φυγείν αδύνατον» – ή κατά την προ-σφυή ρήση του Bar-Bar : «το πε-τρωµένον φαγείν αδύνατον».
ΥΓ. Γενικώς για να µην περνάει το δικό τους οι εταιρίες πρέπει να αντιµετωπίζονται µε διαφάνεια και νοµιµότητα. ∆ιηγούµαι τις τελευταίες µέρες την εµπειρία του Λουξεµβούργου, το οποίο για να προστατεύσει την τοπική του αγορά, αρνήθηκε την παραχώρηση αδείας για την εγκατάσταστη του ΙΚΕΑ εντός του εδάφους του. Το ΙΚΕΑ εγκαταστάθηκε στη συνέχεια 50 µέτρα από τα σύνορα της χώρας, στο Βέλγιο, 20 λεπτά µακριά από την πρωτεύουσα. Πολλοί κακίζουν την κυβέρνηση για την επιλογή της αυτή, το Λουξεµ-βουργο όµως δεν υποτάχθηκε στην βούληση µιας εταιρίας και παραµένει παρόλα αυτά η πλουσιότερη χώρα του κόσµου.
– Με αφορµή τον έντονο προβληµατισµό που αναπτύχθηκε τον τελευταίο καιρό στην κοινωνία του Βόλου σχετικά µε την α-δειοδότηση υπερκαταστήµατος στην οδό Λαρίσης.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου