ΤΟΠΙΚΑ

Η ανακαλυπτική μάθηση

η-ανακαλυπτική-μάθηση-851206

Η ανακαλυπτική μάθηση (discovery learning) κατά τον Bruner, χαρακτηρίζεται από πολύπλοκες γνωστικές διαδικασίες, οι οποίες έχουν σχέση με την πρόσκτηση, επεξεργασία και κωδικοποίηση των πληροφοριών. Η ανακαλυπτική μάθηση δεν αποτελεί ένα ιδιαίτερο σαφώς προσδιορισμένο είδος μάθησης, αλλά ο όρος αναφέρεται στο σύνολο των γνωστικών διαδικασιών που σχετίζονται με την αναλυτική και διαισθητική σκέψη, καθώς επίσης και με την επίλυση προβλημάτων. Ο Bruner διακρίνει τρεις χαρακτηριστικές διαδικασίες, οι οποίες λειτουργούν σχεδόν ταυτόχρονα στην πράξη της μάθησης:
ü Την ανακάλυψη γνώσεων – εννοιών.
ü Το μετασχηματισμό των γνώσεων και
ü Την αξιολόγηση, εκτίμηση-έλεγχο των γνώσεων.
Υποστηρίζει ακόμα ο Bruner, ότι πρέπει να δίνεται η ευκαιρία στο μαθητή να αντιμετωπίζει προβληματικές καταστάσεις και να ενεργεί κατά τρόπο παρόμοιο προς εκείνο, που θα ενεργούσε ένας επιστήμονας, ένας μαθηματικός, ένας ιστορικός, π.χ. σε ανάλογη περίπτωση. Οφείλει, δηλαδή, ο δάσκαλος να αφήνει το μαθητή να ανακαλύπτει μόνος του και να μαθαίνει έννοιες έτσι, όπως μπορεί μόνος του να τις αντιληφθεί.
Η μάθηση των μαθηματικών απαιτεί ενεργή συμμετοχή του μαθητή, ανακατασκευή της γνώσης μέσω της ανακάλυψης, πειραματισμό, εξερεύνηση, ανακάλυψη. Τόνισε τη σημασία της καλλιέργειας της διαισθητικής σκέψης, η οποία συνίσταται στην ικανότητα να φτάσει κανείς ξαφνικά στη λύση ενός προβλήματος με μια αναπάντεχη έμπνευση της στιγμής και την ικανότητα να διαμορφώνει γρήγορα εύστοχες εικασίες ή να επιλέγει μεταξύ των πιθανών μεθόδων λύσης την πιο αποδοτική και γόνιμη. Η μέθοδος της ανακάλυψης επιτρέπει στους μαθητές να μαθαίνουν πώς να μαθαίνουν.
Ο Bruner δίνει επίσης, μεγάλη σημασία στην κατανόηση της δομής των διαφόρων θεμάτων. Με τον όρο «δομή» αναφέρονταν στις θεμελιώδεις αρχές που συνθέτουν ένα συγκεκριμένο θέμα. Η κατανόηση της δομής μιας έννοιας ή μιας ιδέας, επιτρέπει στους μαθητές να διερευνήσουν από μόνοι τους τα επιμέρους θέματα και τις ειδικότερες γνώσεις αλλά και να βρουν αφορμή να επεκταθούν και σε άλλα θέματα συνδυάζοντας και γνώσεις από άλλες περιοχές. Η συγκίνηση της ανακάλυψης αποτελεί ισχυρό κίνητρο για μάθηση και ουσιαστική ανταμοιβή για τη δημιουργική εργασία του μαθητή. Η μάθηση μέσω της ανακάλυψης οδηγεί τους μαθητές σε δεξιότητες που τους επιτρέπουν να αντιμετωπίζουν ευκολότερα τα προβλήματα του περιβάλλοντός τους. Οι μαθητές μπορούν να ανακαλούν ευκολότερα αυτά που έχουν μάθει, εφόσον τα έχουν οργανώσει και κωδικοποιήσει με το δικό τους τρόπο.
Η διαδικασία μάθησης κατά τον Bruner ακολουθεί την εξής πορεία:
ü Ο μαθητής χειρίζεται και επεξεργάζεται απ΄ ευθείας τα διάφορα υλικά.
ü Ο μαθητής ανακαλύπτει κάποιες κανονικότητες και πρότυπα, τα οποία αντιστοιχούν στα διαισθητικά πρότυπα τα οποία έχει ήδη διαμορφώσει. Ουσιαστικά συνδυάζει τις εμπειρίες του από τον εξωτερικό κόσμο με κάποια μοντέλα ή πρότυπα, που έχει στο μυαλό του.
ü Οι υπάρχουσες ιδέες και αντιλήψεις του μαθητή αναδιοργανώνονται ώστε να προσαρμοσθούν και να συμμορφωθούν με τις καταστάσεις της φυσικής εμπειρίας.
Η μέθοδος της ανακάλυψης του Bruner έχει εφαρμοσθεί με τις εξής δύο μορφές: Μη καθοδηγούμενη ανακάλυψη, κατά την οποία ο δάσκαλος δεν παρέχει τις βασικές αρχές και οι μαθητές διατηρούν τον έλεγχο της διαδικασίας της έρευνας και καθοδηγούμενη ανακάλυψη, κατά την οποία ο δάσκαλος δίνει τις βασικές αρχές ενός θέματος και παρεμβαίνει καθοδηγώντας τους μαθητές, όπου κρίνει ότι αυτό είναι απαραίτητο. Με τον τρόπο αυτό, οι μαθητές διατηρούν τη δυνατότητα οργάνωσης της πορείας της έρευνας, αλλά δε φτάνουν σε αδιέξοδα. Με τη φάση αυτή συνδέθηκε το όνομα του Jerome Bruner που εισήγαγε την έννοια της σπειροειδούς ανάπτυξης του αναλυτικού προγράμματος με τη μέθοδο της κατευθυνόμενης ανακάλυψης.
Φάση της οικοδόμησης της γνώσης:
ü Αρχή λειτουργικότητας. Ο μαθητής αποκτά μια μαθηματική έννοια αν μπορεί να την εντάξει σε υπάρχουσα λειτουργία.
ü Αρχή σύνδεσης. Ο μαθητής αποκτά μια έννοια συνδέοντάς την με υπάρχουσες γνώσεις ή έννοιες.
ü Αρχή μεταλλαγής. Μάθηση δε σημαίνει αντιγραφή των στοιχείων που προσφέρονται από το περιβάλλον, αλλά συγχώνευση των στοιχείων αυτών με υπάρχουσες καταστάσεις.
ü Αρχή της συμμετοχής. Αποκτά μια έννοια όταν ενεργεί με κατάλληλο τρόπο για την ηλικία του, πάνω στις παρεχόμενες γνώσεις και έννοιες.
ü Αρχή προώθησης. Μαθαίνει μια έννοια, όταν πετύχει βελτίωση μιας υπάρχουσας έννοιας ή δεξιότητας και όχι όταν απλώς τις επαναλαμβάνει.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bruner, J. S. (1966). Toward a Theory of Instruction. Cambridge, Mass: Harvard
University Press.
Bruner, J. (1977). The Process of Education. Cambridge, Mass: Harvard
University Press.
Bruner, J. S. (1990). Acts of Meaning. Cambridge, Mass: Harvard University
Press.
Bruner, J. S. (1991). The Narrative Construction of Reality. In: Critical Inquiry,
18, pp. 1-21.
Bruner, J. (1997). Πράξεις Νοήματος. Σειρά: Ανθρώπινα συστήματα (δ΄ έκδ.).
Μετάφραση Η. Ρόκου & Γ. Καλομοίρης. Επιμ. Μ. Τσαγκαράκης & Α. Ζώτος.
Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Cole, M. & Cole, R. S. (2000). Η ανάπτυξη των παιδιών: Γνωστική και
ψυχοκοινωνική ανάπτυξη κατά τη νηπιακή και μέση παιδική ηλικία, τόμ. Β΄.
Μετάφραση Μ. Σόλμαν. Επιμ. Z. Μπαμπλέκου. Αθήνα: Γιώργος Δαρδανός.
Debesse, M. & Mialaret, G. (1985). Οι παιδαγωγικές επιστήμες: Ψυχολογία της
εκπαίδευσης. Αθήνα: Εκδόσεις Δίπτυχο.
Duffy, T. M., Lowyck, J., & Jonassen, H. D. (1993). Designing Environments for
Constructive Learning. NATO ASI Series. New York: Springer – Verlag.
Hayes, Ν. (1998). Εισαγωγή στην Ψυχολογία, τόμ. Β΄. Επόπτης ελληνικής
έκδοσης, Ι. Παρασκευόπουλος. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Κολιάδης, Ε. (1997). Θεωρίες μάθησης και Εκπαιδευτική πράξη, τόμ. Γ΄.
Γνωστικές Θεωρίες, Αθήνα.
Φλουρής, Γ., Κουλοπούλου, Α., & Σπυριδάκης, Ι. (1981). Το αυτοσυναίσθημα και
η παιδαγωγική του αντιμετώπιση. Αθήνα: Εκδόσεις Αλκυών.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου