ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Αναλύοντας το κιτς

αναλύοντας-το-κιτς-776643

Γράφει η Νατάσα Καλιακούδα

Ιστορικός της Τέχνης – Διακοσμήτρια

Τίποτα δεν μας διασκεδάζει περισσότερο από την ανάλυση της εκκεντρικής εμφάνισης, αλλά… κιτς! Και χωρίς καν να μπούμε σε λεπτομέρειες, μόνο με τη χρήση της λέξης, μπορεί να αναπαραστήσει κανείς στο μυαλό του άπειρες εικόνες που, αν μη τι άλλο, είναι διασκεδαστικές.

Τι είναι το κιτς λοιπόν και γιατί μας διασκεδάζει; Και πως είμαστε σίγουροι ότι χρησιμοποιούμε σωστά τον όρο;

Θα έλεγε κανείς ότι είναι εύκολο: Κιτς είναι το κακόγουστο, το παράταιρο και το παράλογο. Αν όμως το γούστο είναι υποκειμενικό πως καταλαβαίνει κανείς ότι υπερβαίνει τα όρια του καλαίσθητου, κυρίως όταν ο πλανήτης απαρτίζεται από ποικίλους ετερόκλητους πολιτισμούς που αλληλεπιδρούν και το κιτς τείνει να είναι μια παγκόσμια έννοια;

Ερωτήματα τέτοιου τύπου βασάνισαν πολλούς μελετητές, από ιστορικούς της τέχνης μέχρι κοινωνιολόγους, καθώς ως κιτς δεν χαρακτηρίζεται μόνο ένα ντύσιμο, μια διακόσμηση, μια τηλεοπτική εκπομπή, αλλά μπορεί να προσδιορίζει μια στάση ζωής, μια ιδεολογία, μια συμπεριφορά, ακόμη και κοινωνικοπολιτικά πιστεύω.

Και πως φτάνει κανείς να αναγνωρίζει τελικά τα όρια του κιτς αφού μπορεί και χαρακτηρίζει τόσους τομείς, αφομοιώνεται εύκολα από κάθε κουλτούρα, παρόλα αυτά ξεχωρίζει και μπορεί να αναπαράγεται ως τάση;

Αν πάρουμε σαν κανόνα ότι καλαίσθητο είναι κάτι που έχει αρμονία, ισορροπία, συμμετρία και είναι φτιαγμένο με βάση τους επιστημονικούς κανόνες και την κοινή λογική, σε όποια κουλτούρα κι αν ανήκεις μπορείς εύκολα να διακρίνεις κάτι που εκδηλώνεται με ακρότητα που φτάνει στα όρια του γελοίου, το υπερβολικό και παραφορτωμένο, το δίχως ουσία φανταχτερό, δηλαδή το κιτς.

Πρόσεξε όμως, μεμονωμένα αυτές οι έννοιες μπορεί να είναι τάσεις και μάλιστα δυνατές όπως π.χ. το γελοίο γέννησε την καρικατούρα, το υπερβολικό γέννησε το μπαρόκ, το παραφορτωμένο το ροκοκό και ούτω καθεξής, αλλά όλα αυτά μαζί συνθέτουν το κιτς και άρα το κακόγουστο, το παράταιρο και το παράλογο όπως προαναφέρθηκε.

Εδώ πρέπει να τονίσω κι ένα άλλο σημαντικό χαρακτηριστικό του όρου, την άσκοπη επανάληψη και αναπαραγωγή στοιχείων είτε σε αδικαιολόγητο μέγεθος, είτε με παράλογο χρώμα και υλικό: ένα αγαλματάκι της Παναγίας για παράδειγμα, φτιαγμένο από πλαστικό, ο χιτώνας της σε εκτυφλωτικό γαλάζιο χρώμα και με ευδιάκριτο μακιγιάζ που χρησιμεύει ως φωτιστικό! Κι αυτό τοποθετημένο σε ένα ράφι μαζί με άλλα δέκα παρόμοια, από διαφορετικό υλικό και μέγεθος, βαφτισμένα όλα μαζί ως μπιμπελό.

Τι άλλο να πρωτοθυμηθεί κανείς από τη χρυσή εικοσαετία του κιτς 1970-1980, που εκτός από την υπερβολική διακόσμηση και παράλογη αρχιτεκτονική είχαν την τάση να είναι κιτς και όλα τ’ άλλα: ντύσιμο, χτενίσματα, αξεσουάρ, μουσική, τηλεόραση.

Παρόλο που το κιτς έχει αυτήν την αρνητική χροιά, δεν εμπόδισε πολύ κόσμο να το αγαπήσει και να το υιοθετήσει χωρίς δεύτερη σκέψη. Άλλωστε ο λόγος που σε πολλούς βγαίνει αυθόρμητα οφείλεται συνήθως -σύμφωνα με τους μελετητές- στο ότι δεν έχουν καλλιεργήσει την αισθητική τους παιδεία και τους λείπει η αίσθηση του μέτρου και του ωραίου σαν υψηλό ιδανικό. Άρα το κιτς τείνει να είναι λαϊκό.

Και γι αυτό σκανδαλίζει: γιατί ενώ δεν είναι πια τάση αναπαράγεται επιλεκτικά σαν άποψη προκαλώντας πολλά ερωτηματικά.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου