Αποκαταστάθηκε στην πρότερη μορφή του το αρχοντικό Κύρου στον Αγιο Γεώργιο Νηλείας
Οριστική τελετή παράδοσης παραλαβής του αρχοντικού Κύρου στον Αγιο Γεώργιο Νηλείας πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τετάρτη, προκειμένου το κτίριο να αξιοποιηθεί από τον Δήμο Νοτίου Πηλίου ως χώρος πολιτισμού.
Την αποκατάσταση του εμβληματικού κτιρίου, με τον εκπληκτικό εσωτερικό διάκοσμο, ανέλαβε η Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Εργων Θεσσαλίας, που φρόντισε για τη διάσωση ενός ακόμη σπουδαίου μνημείου της νεότερης περιόδου.
Το αρχοντικό Κύρου, γνωστό με το όνομα ενός εκ των πρώην ιδιοκτητών του, βρίσκεται στον Αγιο Γεώργιο Νηλείας και είναι ιδιοκτησίας του Δήμου Νότιου Πηλίου. Αρχικά ήταν ιδιοκτησία της οικογένειας Οικονομίδη, στη συνέχεια της οικογένειας Κύρου, με το όνομα της οποίας είναι γνωστό μέχρι σήμερα και στη κατόπιν περιήλθε στην Αιγυπτιώτισσα Κατίνα Τζωρτζή μέχρι το 1998. Τη χρονιά αυτή με πωλητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου των Ανω Λεχωνίων Σταμ. Δημητριάδη, αγοράστηκε από την τότε Κοινότητα του Αγίου Γεωργίου Νηλείας, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για πολιτιστικούς σκοπούς. Βρίσκεται στον κεντρικό πυρήνα του οικισμού αμέσως μετά την κεντρική πλατεία και πάνω στον δρόμο που οδηγεί προς τις γειτονικές Πινακάτες και τις Μηλιές.
Πρόκειται για τριώροφο λιθόκτιστο αρχοντικό του τέλους του 19ου αιώνα σύμφωνα με πληροφορίες της πρώην ιδιοκτήτριας, η οποία διέμενε εποχικά κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες. Υπάρχει άλλωστε και η χρονολογία 1889 στο κέντρο του κιγκλιδώματος του μπαλκονιού, η οποία ενδεχομένως να είναι και η χρονολογία κατασκευής του σπιτιού, ενώ ο μελετητής και λαογράφος της περιοχής Κ. Λιάπης στο βιβλίο του «Ο μεγάλος Αϊ Γιώργης του Πηλίου» το χρονολογεί στα 1882.
Το αρχοντικό Κύρου είναι από τα πλέον ενδιαφέροντα κτίσματα της τελευταίας ακμής του Πηλίου, το οποίο διατηρεί στο σύνολό του όλα τα αυθεντικά δομικά και διακοσμητικά του στοιχεία. Στο εσωτερικό του σπιτιού υπάρχει πλούσιος ζωγραφικός διάκοσμος στις περισσότερες οροφές, οι οποίες σώζονται σε άριστη κατάσταση.
Το αρχοντικό Κύρου για όλους τους παραπάνω λόγους, το 1997 προτάθηκε από την 5η Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων και χαρακτηρίστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού ως νεότερο μνημείο, προκειμένου κατ’ αρχήν να προστατευθεί και στη συνέχεια να αποκατασταθεί, ώστε να αποδοθεί στο κοινό ένα μοναδικό για την περιοχή του Πηλίου νεότερο μνημείο.
Ακολούθησε το 2000 η σύνταξη της μελέτης επισκευής και μετασκευής του σε πολιτιστικό χώρο από την 5η Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων, η οποία εγκρίθηκε από τα αρμόδια όργανα του Υπουργείου και στη συνέχεια εντάχθηκε στο πρόγραμμα έργων της ίδιας υπηρεσίας.
Η έναρξη των οικοδομικών εργασιών άρχισε στις αρχές του 2002 με χρηματοδότηση του υπουργείου Πολιτισμού και επίβλεψη των εργασιών σε ό,τι αφορά στα αρχιτεκτονικά από τον αρχιτέκτονα και πρώην διευθυντή της Υπηρεσίας Δημήτριο Παλιούρα και στα στατικά από τον πολιτικό μηχανικό Πασχάλη Μπαξεβανάκη.
Οι εργασίες συνεχίστηκαν και ολοκληρώθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος τους, μέχρι το 2013 που οι παραπάνω συνταξιοδοτήθηκαν, ενώ υπήρξαν και μεγάλα κενά διαστήματα λόγο έλλειψης χρηματοδότησης. Στη συνέχεια το έργο συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε από την αρχιτέκτονα και διευθύντρια της Υπηρεσίας Ρέα Γεωργίου.
Οι οικοδομικές εργασίες που υλοποιήθηκαν στο κτίριο αφορούσαν σε όλο το φάσμα των οικοδομικών εργασιών, από τη στερέωση του φέροντα οργανισμού του μέχρι και στην αποκατάσταση των εξειδικευμένων αρχιτεκτονικών λεπτομερειών, καθώς και στη συντήρηση του ζωγραφικού διακόσμου, εργασία λεπτή και επίπονη, που υλοποιήθηκε από τον υπάλληλο της Υπηρεσίας και συντηρητή έργων τέχνης Γιάννη Παπαϊωάννου.
Με την ολοκλήρωση των εργασιών ακολούθησε στις 8 Σεπτεμβρίου η παράδοση του έργου από την Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων του ΥΠΠΟΑ στον Δήμο Νότιου Πηλίου προκειμένου να αποδοθεί σε χρήση ένα πραγματικό κόσμημα αρχιτεκτονικής του Πηλίου, το οποίο κατά την άποψή μας, θα συμβάλει αφενός στην ανάδειξη την νεότερης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της περιοχής και αφετέρου με τη λειτουργία του ως τοπικού Μουσείου στη διάσωση της ιστορικής μνήμης και της πολιτιστικής ζωής του τόπου.