ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ο «Αρης» του Τσαμαδού και η ηρωική του έξοδος (26/4/1825)

ο-αρης-του-τσαμαδού-και-η-ηρωική-του-έ-616598

Ηρωικές στιγμές ναυτικής ιστορίας από το 1821

Στις σελίδες της ιστορίας συναντούμε κάποια γεγονότα, που, έστω και εάν δεν συνδέονται με νίκες, ούτε σχετίζονται με ευρύτερης στρατηγικής σημασίας επιτυχίες, αποτελούν μολαταύτα ξεχωριστά επιτεύγματα, μια και εμπεριέχουν, στον μέγιστο βαθμό, τα στοιχεία της παλικαριάς και του ηρωισμού, προκαλώντας θαυμασμό και δέος. Εάν, επιπλέον, ληφθούν υπόψη οι συνθήκες, κάτω από τις οποίες διαδραματίστηκαν, ανυψώνονται σε μοναδικά, διαχρονικά σημεία αναφοράς, αξεθώριαστα στην ιστορική μνήμη. Ενα τέτοιο περιστατικό είναι και η ηρωική έξοδος του βρικίου «Αρης» του Τσαμαδού από τον όρμο του Ναβαρίνου, έπειτα από την ήττα και τη σφαγή στη Σφακτηρία, διασπώντας τον ασφυκτικό κλοιό του πολυάριθμου αιγυπτιακού στόλου. Πρόκειται για μοναδικό εγχείρημα διέκπλου στην ελληνική ναυτική ιστορία, αν και θαρρώ πως η ανίχνευση στους ναυτικούς αγώνες παγκοσμίως δεν έχει να επιδείξει κάτι ισάξια αντίστοιχο.

Το χρονικό της εξόδου

Οπωσδήποτε το γεγονός έχει παρουσιαστεί κατ’ επανάληψη στις σελίδες ναυτικών, ιστορικών περιοδικών και όχι μόνο, πέρα από την ιδιαίτερη αναφορά στα ιστορικά συγγράμματα που πραγματεύονται τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821, περιόδου γεμάτης με σελίδες αυτοθυσίας και ηρωισμού. Το χρονικό του συγκεκριμένου συμβάντος είναι βέβαια γνωστό. Οι διχασμένες ελληνικές δυνάμεις, από τους δύο εμφυλίους δεν κατόρθωσαν να αποτρέψουν την απόβαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, παρά τις προσπάθειες του στόλου, που υστερούσε όμως αριθμητικά κατά πολύ εκείνου των Αιγυπτίων. Εξακολουθούσαν όμως οι ελληνικές δυνάμεις να κατέχουν τα δύο φρούρια (Παλιόκαστρο και Νιόκαστρο) εκατέρωθεν του όρμου του Ναβαρίνου, όπως και τη βραχονησίδα Σφακτηρία, που τον καλύπτει, ενώ υπήρχε αγκυροβολημένη και μοίρα 8 πλοίων. Η επιτυχημένη αιγυπτιακή απόβαση στη Σφακτηρία κατέληξε σε σφαγή των ελληνικών δυνάμεων και στην άμεση εκκένωσή της, καθώς η κατάσταση έπαιρνε εντελώς αρνητική τροπή. Τα ευρισκόμενα στον όρμο καράβια παρέλαβαν τα υπολείμματα του σώματος, που υπερασπιζόταν τη βραχονησίδα και σαλπάρισαν γρήγορα, για να διαφύγουν από τον αποκλεισμό του αιγυπτιακού στόλου. Το πέτυχαν, όχι βέβαια ανώδυνα, αφού χρειάστηκε, εκτός από τα δύο πρώτα πλοία, τα υπόλοιπα να δώσουν μάχη με μονάδες του εχθρού. Διέφυγαν με επιτυχία τα 6, ενώ η μικρή γολέτα «Αθηνά» του Νέγκα εγκαταλείφθηκε, ανήμπορη να διασπάσει τον κλοιό και τελευταίος έμεινε ο «Αρης», που καθυστέρησε, προκειμένου να παραλάβει την σορό του κυβερνήτη του Αναστάση Τσαμαδού, ο οποίος σκοτώθηκε στη Σφακτηρία. Τούτο κατορθώθηκε κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, κάτω από τα πυρά των εχθρών. Μαζί με τον νεκρό κυβερνήτη επιβιβάστηκαν στο καράβι οι τελευταίοι διασωθέντες αγωνιστές, ανάμεσά τους ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Αλλά η διαφυγή πλέον φάνταζε αδύνατη, καθώς ο κλοιός είχε σφίξει απελπιστικά. Ο «Αρης», πιστός στο ραντεβού με τη μοίρα του, με τον ύπαρχο Ν. Βότση στο τιμόνι του, όλο το πλήρωμα σε θέσεις μάχης και κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, προσπάθησε να επιχειρήσει το ακατόρθωτο.

Δόθηκε από όλους ο όρκος «καλή αντάμωση στον άλλο κόσμο» και το καράβι έπλευσε στο μέσον του διαύλου, ώστε να εκμεταλλευτεί, όσο το δυνατόν καλύτερα, τον λιγοστό ευνοϊκό αγέρα που έπνεε, δίχως τον κίνδυνο να καθηλωθεί, με ό,τι αυτό συνεπαγόταν. Πέρα από την ακατάβλητη θέληση για επιβίωση ή τον συμβιβασμό με την ιδέα του θανάτου και την απόφαση να πουλήσουν όλοι ακριβά τη ζωή τους, εκείνο που μέτρησε καταλυτικά στην επιτυχή ολοκλήρωση της διαφυγής ήταν η ποιοτική ανωτερότητα του πληρώματος σε ναυτοσύνη, μαχητικότητα και θάρρος. Τα 16 πυροβόλα του «Αρη» έβαλλαν με τη μεγαλύτερη δυνατή ταχυβολία και με απόλυτη ευστοχία, αποθαρρύνοντας τους διώκτες του να τον πλησιάσουν. Με επιδέξιους ελιγμούς απέφυγε και τα εχθρικά πλοία, που προσπάθησαν να τον προσβάλουν και να επιχειρήσουν ρεσάλτο, στην περιορισμένη ορατότητα που προκαλούσε ο καπνός των κανονιών. Από τα 5 πρώτα αιγυπτιακά πολεμικά, που αποπειράθηκαν να του κόψουν διαδοχικά τον δρόμο, το ένα ανατινάχτηκε από εύστοχες βολές (συνέβαλαν και τα κανόνια του Νιόκαστρου) και τα υπόλοιπα αποσύρθηκαν με σοβαρές αβαρίες. Αλλες δύο φρεγάτες, που αποτόλμησαν εμβολή, αποχώρησαν χάρη σε ευφυές τέχνασμα. Καθώς ζύγωναν απειλητικά τον «Αρη» για να επιπέσουν πάνω του, δόθηκε φωναχτά και επαναλαμβανόμενα η διαταγή για φωτιά στην μπαρουταποθήκη, ώστε να καταστραφούν όλοι μαζί, με αποτέλεσμα την άμεση απεμπλοκή του εχθρού. «Προκειμένου να γλιτώσουν, αυτοί και τα καράβια τους, από τη θανατερή αυτή γειτνίαση, λοξοδρόμησαν και ανέστρεψαν», σημειώνει χαρακτηριστικά ο αρχιπλοίαρχος Μάριος Σίμψας στο έργο του «Το ναυτικό στην ιστορία των Ελλήνων», τόμος 4ος, σελ. 56. Αποφεύγοντας και τους τελευταίους επίδοξους διώκτες του, ο «Αρης» ξανοίχτηκε στο πέλαγος με κουρελιασμένα πανιά, σπασμένα άλμπουρα και πολλές πληγές. Ενώθηκε με τον υπόλοιπο στόλο και έπλευσε ασφαλής, αρχικά στην Καλαμάτα και κατόπιν στο Ναύπλιο για την επιδιόρθωση των ζημιών. Το ανεπανάληπτο κατόρθωμα δίκαια μνημονεύεται ως κάτι πρωτόγνωρο στα ναυτικά πολεμικά χρονικά από τις σύγχρονες, αλλά και τις μεταγενέστερες πηγές. Πρόκειται για επιτυχή διέκπλου (διέλευση διά μέσου του στόλου του αντιπάλου), αποτέλεσμα παλικαριάς και ναυτοσύνης.

Το ένδοξο πλοίο και το άδοξο τέλος του

Ο «Αρης» του Τσαμαδού ήταν πλεούμενο μήκους 30 μέτρων με εκτόπισμα 350 τόνων και έφερε ιστιοφορία πάρωνος (βρίκι). Ναυπηγήθηκε στη Βενετία το 1807. Συμμετείχε, εκτός από το παραπάνω γεγονός, σε πολλές επιχειρήσεις του κατά θάλασσα αγώνα της Εθνεγερσίας το 1821. Μετά την ολοκλήρωση του αγώνα αγοράστηκε από το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, εντάχθηκε στη δύναμη του στόλου και μετονομάστηκε σε «Αθηνά», επιλογή πράγματι άστοχη, αφού δεν έπρεπε να αποστερηθεί το ιστορικό του όνομα, που παρέπεμπε στις ένδοξες στιγμές του. Το σφάλμα διορθώθηκε στα 1879, όταν ονομάστηκε ξανά «Αρης». Χρησιμοποιήθηκε σαν Σχολή Ναυτικών Δοκίμων ή εκπαίδευσης κατώτερου προσωπικού για αρκετά χρόνια, έως ότου παροπλιστεί τελικά, έχοντας διαγράψει μακρά αξιοσημείωτη πορεία σε περιόδους πολέμου και ειρήνης. Το τέλος του όμως υπήρξε πέρα για πέρα άδοξο και εντελώς ανάρμοστο για την ιστορία, που κουβαλούσε το δοξασμένο πολεμικό. Ο,τι δεν κατόρθωσε ολόκληρος ο στόλος του Ιμπραήμ, το κατάφερε με συνοπτικές διαδικασίες και συζητήσιμες δικαιολογίες το ίδιο το Ελληνικό Κράτος. Στα 1921, με την ευκαιρία της επετείου των εκατόχρονων του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, αποφασίστηκε η «τιμητική» βύθισή του, καθώς θεωρήθηκαν αδύνατες, για οικονομικούς λόγους, η επισκευή και η συντήρησή του. Βυθίστηκε στη βραχονησίδα Κυρά της Αμφιάλης, απέναντι από τον Ναύσταθμο Σαλαμίνας, παρά τις έντονες αντιδράσεις και τις πολυάριθμες φωνές διαμαρτυρίας για την απαράδεκτη απόφαση. Θα μπορούσε ίσως να βρεθούν οι κατάλληλοι φορείς για να αναλάβουν τη δαπανηρή επισκευή και αναπαλαίωσή του, προκειμένου να διατηρηθεί ως πλωτό μνημείο, όπως συμβαίνει με ξύλινα πλεούμενα παλαιότερων εποχών σε άλλες χώρες. Πόσο πιο πλήρης θα ήταν η ναυτική ιστορική συνέχεια, αν στο Τροκαντερό του Φλοίσβου, στο Πάρκο Ναυτικής Παράδοσης, μαζί με την αθηναϊκή τριήρη, το θωρηκτό Αβέρωφ, το αντιτορπιλικό Βέλος και τα άλλα παραδοσιακά σκαριά, βρισκόταν και ο «Αρης» του Τσαμαδού, ως εκπρόσωπος του 1821 και της ιστιοφόρου πολεμικής ναυτιλίας.

Από το ημερολόγιο του πλοίου

Το γεγονός καταγράφεται στο ημερολόγιο του καραβιού ως εξής:

«Η κάτωθεν σημείωσις γεγραμμένη με μολυβδοκόνδυλον κατά την ημέραν της εξόδου του πλοίου της 26 Απριλίου 1825.

Εως εις τας 3 ώρας μ.μ. ο εχθρικός στόλος γενόμενος εις δύο μοίρας, η μεν φυλάττουσα το Βλησίδη εκανονοβόλει το νησίον Σφακτηρία ταυτόχρονος δε και ο Ιμβραήμ πασάς διά ξηράς την πόλιν, ο κανονοβολισμός διήρκεσεν ώραν 1 εις τας 5 όπου και έρριψαν τας βάρκας των οι εχθροί γεμάτας πολεμοφόδια να κάμουν απόβασιν. Οι εν τω Νησίω έδωσαν την κατ’ αρχάς αντίστασιν γενναίως και έτρεψαν ταις βάρκαις εις φυγήν και μία όμως εξ εκείνων μη δυνηθέντες να την εμποδίσωσιν έκαμεν απόβασιν και ταυτοχρόνως έκαμον και αι άλλαι και ούτως οι Ελληνες ετράπησαν σε φυγήν και άλλους εζώγρησαν, άλλους εθανάτωσαν και άλλους έπνιξαν και ούτως εκυριεύθη το Νησίον από τους εχθρούς, τα δε ιδικά μας πλοία ιδόντα τον κίνδυνον και αβεβαιότητα μη κλεισθώσιν έκαμον αρχήν να κόπτουν τας αγκύρας αφού άφησαν το… έξω εις το Νησίον άλλους συντρόφους αρκετούς θανατομένους και ζωγρησμένους πρώτον το καράβι έκαμε πανιά, εστάθη το πλοίον του Βουδούρη και ακολούθως τα πλοία, ημείς δε εξήλθομεν και ο πλοίαρχός μας με τα του ναυκλήρου έξω και άλλοι σύντροφοι, ο δε Εκλαμπρότατος Μαυροκορδάτος έλειπεν έξω εις το Νησίον. Εστείλαμεν ταις βάρκαις μας διά να τους λάβωμεν, αλλά κατά δυστυχίαν ταις ανήγγειλον ότι εθανατώθη ο γενναίος πλοίαρχός μας πολεμών με τα του ναυκλήρου Χριστοφίλου και λοιπών, τούτους επερίλαβον. Ο ναύκληρος Χριστόφιλος εσώθη κολυμβών εις το φρούριον».

Βέβαια, στο ημερολόγιο καταγράφονται συνοπτικά τα γεγονότα έως και την αναχώρηση του «Αρη» από τον όρμο του Ναυαρίνου. Ατυχώς δεν περιλαμβάνεται ο επικός αγώνας της διάσπασης του εχθρικού κλοιού ως την τελική σωτηρία, δοσμένος με τη γνησιότητα της άμεσης καταγραφής.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου