ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Σκοπελίτης ο «Μεχμέτ Καρτάλ» της σειράς «Κόκκινο Ποτάμι»

σκοπελίτης-ο-μεχμέτ-καρτάλ-της-σειρ-315829

Πολλά χιλιόμετρα έχει διανύσει στο θεατρικό σανίδι ο Δημήτρης Δρόσος, ο οποίος ενσαρκώνει έναν από τους βασικούς χαρακτήρες της τηλεοπτικής σειράς «Κόκκινο ποτάμι» που σαρώνει στους πίνακες τηλεθέασης, παράλληλα με τις «Αγριες μέλισσες». Η ιστορική σειρά εποχής, αποτέλεσε την αφορμή για την πρώτη, ουσιαστικά, τηλεοπτική εμφάνιση του ταλαντούχου Σκοπελίτη ηθοποιού, ο οποίος κερδίζει τις εντυπώσεις με την ερμηνεία του.

Ο ταλαντούχος ηθοποιός μιλάει στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ για τη «συνάντησή» του με τον ρόλο του Μεχμέτ Καρτάλ, ενός Τούρκου αξιωματούχου, που είναι υπαρκτό, ιστορικό πρόσωπο.

«Ο ρόλος που υποδύομαι, είναι εξαιρετικά δύσκολος και απαιτητικός. Διατηρώ έναν ρόλο που υπήρξε ως ιστορικό πρόσωπο και ήταν ο Ταλάτ πασά. Εχει σοβαρό βαθμό δυσκολίας ο ρόλος, γιατί είναι ένας άνθρωπος που εντάσσεται στα πολιτικά πράγματα και καταλήγει να γίνει υπουργός εσωτερικών εκείνη την περίοδο που ξεκινούν όλες οι ιστορίες με τα έθνη – κράτη στα Βαλκάνια», αναφέρει ο ταλαντούχος ηθοποιός.

Για τις ανάγκες του ρόλου συνεχίζει τα μαθήματα Τουρκικών, που είχε ξεκινήσει παλαιότερα, δουλεύοντας με πολύ μεράκι, προκειμένου να είναι άρτιο το αποτέλεσμα. Περιγράφοντας τα συναισθήματά του για την συμμετοχή του στην επιτυχημένη σειρά του Μανούσου Μανουσάκη, αναφέρει ότι «για να πεις μια ιστορία χρειάζονται και οι χαρακτήρες για να δημιουργηθεί ένα δραματουργικό πλαίσιο. Αποδέχτηκα την πρόταση γιατί βρήκα πολύ ενδιαφέρον αυτό που έπρεπε να κάνω. Είναι τρομερά μεγάλη πρόκληση για μένα, διότι έχω πάρα πολύ κείμενο στα Τουρκικά. Είχα ξεκινήσει πριν από χρόνια τουρκικά και συνεχίζω με εντατικά μαθήματα, διότι πρέπει να ανταπεξέλθω. Εχει αρκετή δουλειά ο συγκεκριμένος ρόλος» υπογράμμισε.

Η συμμετοχή στο «Κόκκινο ποτάμι» είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διαδικασία για τον Σκοπελίτη ηθοποιό, ο οποίος εισπράττει «αγάπη και αναγνωρισιμότητα» από τον κόσμο, διευκρινίζοντας, ωστόσο, ότι δεν θα ήθελε να τον ταυτίσει το κοινό με τον συγκεκριμένο χαρακτήρα που υποδύεται. «Κάνω θέατρο τόσα χρόνια και ξαφνικά έρχεται η τηλεόραση και ανακαλύπτουν οι υπόλοιποι ότι είσαι ηθοποιός» είπε, αναφερόμενος στην δύναμη της τηλεοπτικής εικόνας.

Στο θέατρο από παιδί

Το θέατρο και γενικότερα η υποκριτική τέχνη είναι υπόθεση ζωής για τον Δημήτρη Δρόσο, ο οποίος ανακάλυψε στο νησί του και σε νεαρή ηλικία την καλλιτεχνική του κλίση.

Με την υποκριτική ασχολείται από την ηλικία των 12 ετών και όπως αναφέρει στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ το ξεκίνημα έγινε ουσιαστικά μέσα από τα τμήματα του πολιτιστικού οργανισμού του δήμου Σκοπέλου. «Είχα εξαιρετικούς δασκάλους που μου έδειξαν τον δρόμο» επισημαίνει.

Ξεδιπλώνοντας τις αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας, μιλάει με θαυμασμό για τον Θανάση Μπέα δάσκαλο παραδοσιακών χορών, χαρακτηρίζοντάς τον «μέντορα», τον Γεννάδιο Πάτση στο θέατρο και το Νίκο Λαρυγγάκη στη μουσική.

Στη διάρκεια των σπουδών στη Θεσσαλονίκη με αντικείμενο τις τουριστικές επιχειρήσεις, αναζήτησε δρόμους καλλιτεχνικής έκφρασης, δημιουργώντας μια θεατρική ομάδα με τους φίλους του Χρήστο Κοσμά και Κυριάκο Τσιτλακίδη, επίσης φοιτητές, οι οποίοι ακολούθησαν, έκτοτε, καλλιτεχνική πορεία, ο πρώτος ως μουσικός και ο δεύτερος ως φιλόλογος και ποιητής.

Το ισχυρό καλλιτεχνικό του ένστικτο τον οδήγησε στην Αθήνα το 2002 «με τις ευλογίες της οικογένειάς μου», υπογραμμίζει. Φοίτησε αρχικά στην δραματική σχολή του Γιώργου Αρμένη, για να δώσει κατόπιν εξετάσεις στην σχολή του Εθνικού όπου εισήχθη πρώτος, ολοκληρώνοντας επιτυχώς τις σπουδές που τον οδήγησαν στο θεατρικό σανίδι.

Παράλληλα με τα τηλεοπτικά γυρίσματα, ο Δημήτρης Δρόσος ερμηνεύει πρωταγωνιστικό ρόλο στη σκληρή μα και βαθιά ανθρώπινη ιστορία διαψευσμένων ονείρων, το έργο «Ανθρωποι και Ποντίκια» του Τζον Στάινμπεκ που ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά στον Τεχνοχώρο Cartel της Αθήνας σε σκηνοθεσία Βασίλη Μπισμπίκη.

Η παράσταση έχει αποσπάσει βραβείο σκηνοθεσίας, καλύτερης παράστασης και το βραβείο κοινού στα βραβεία «All for fun», με τον Δημήτρη Δρόσο να δηλώνει «ευτυχής», γιατί του δίνεται η ευκαιρία να συνεργαστεί με μια θεατρική ομάδα που χαράσσει τον δικό της εκφραστικό δρόμο, έχοντας ξεπεράσει το φράγμα των εκατό παραστάσεων με το συγκεκριμένο έργο.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου