ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Ο Αγγλος περιηγητής Ουίλλιαμ Ληκ στο Βόλο και στο Πήλιο του 1809 Α’

ο-αγγλος-περιηγητής-ουίλλιαμ-ληκ-στο-β-411560

Του Κώστα Λιάπη

Ο Άγγλος στρατιωτικός και περιηγητής Ουίλλιαμ Ληκ ήρθε στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια των ναπολεόντιων πολέμων (1804) και την όργωσε επί μια πενταετία στα πλαίσια της διπλωματική αποστολής του. Ο ίδιος πέρασε κι από τη Θεσσαλομαγνησία στη διάρκεια του δεύτερου ταξιδιού του, που πραγματοποίησε στη Θεσσαλία τον χειμώνα 1809 – 1810.

Οι εντυπώσεις του από τον Βόλο και τα χωριά του Πηλίου –εντυπώσεις που, όπως και οι άλλες από τον υπόλοιπο Ελλαδικό χώρο, δείχνουν ένα ανήσυχο και φιλέρευνο πνεύμα– δημοσιεύτηκαν στο Δ΄ μέρος από το τετράτομο ταξιδιωτικό χρονικό «Ταξίδια στη Βόρεια Ελλάδα», που κυκλοφόρησε στο Λονδίνο μόλις στα 1835. Πολύ περισσότερο όμως από τη δημοσίευση του προσωπικού ημερολογίου του Ληκ στη μητρική του γλώσσα άργησε η πρώτη του μετάφραση στα ελληνικά.

Συγκεκριμένα η πρώτη συστηματική μεταφραστική προσπάθεια του συγκεκριμένου αυτού τόμου, απ’ τον οποίο όμως αφαιρέθηκαν οι πληροφορίες του γύρω από αρχαιολογικά θέματα, πραγματοποιήθηκε μόλις το 1969 από τον Ελληνοαμερικανό ιερέα Γεώργιο Στάθη, ο οποίος τη σχετική μεταφραστική του εργασία («Η Θεσσαλία 1805 – 1810), από το ημερολόγιο του Άγγλου περιηγητή Γουίλλιαμ Ληκ»), την τύπωσε στο τυπογραφείο Σχοινά της πόλης μας. Και βέβαια στα νεότερα χρόνια έχουμε και στη χώρα μας μια τουλάχιστον πολύ πιο συστηματική μεταφραστική προσπάθεια, που εκτείνεται σε όλο εύρος των ανά την Ελλάδα καταγραμμένων περιηγήσεων και των αντίστοιχων πληροφοριών του διάσημου Άγγλου περιηγητή. Όπως αυτή καταγράφηκε στο «Θεσσαλικό ημερολόγιο» του Κώστα Σπανού (σε μετάφραση από τα αγγλικά του Βασίλη Αργυρούλη), στους τόμους 33 – 38, όσον αφορά το ταξίδι του Ληκ των ετών 1809 – 1810, που μας ενδιαφέρει άμεσα και στους τόμους 39 – 45 όπου καταγράφονται τα υπόλοιπα ανά την Ελλάδα ταξίδια του.

Επειδή τα στοιχεία που περιλαμβάνουν οι σχετικές εντυπώσεις του Ληκ κυρίως από το Βόλο και τα χωριά του Πηλίου είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα για τους φιλίστορες, έκρινα σκόπιμο, αγαπητοί αναγνώστες, να σας δώσω τα πιο σημαντικά απ’ αυτά, συνοψισμένα μέσα από δυο ή τρία σημειώματα.

Ο Ληκ αρχίζει το ταξίδι αυτό στις 19 Νοεμβρίου 1809 προερχόμενος από τα Γιάννενα και φτάνει στο Πήλιο, αφού περιηγείται την περιοχή του Αλμυρού, μέσω της σημερινής Νέας Αγχιάλου («Κόκκινο» τότε) ένα σχεδόν μήνα αργότερα και συγκεκριμένα στις 14 Δεκεμβρίου. Το πρώτο αντίκρισμα του μυθικού βουνού από το λόφο «Αγγίστρι» και λίγο αργότερα από τη θέση των αρχαίων Παγασών, εντυπωσιάζει ιδιαίτερα τον Εγγλέζο λοχαγό που γράφει στο ημερολόγιό του το ίδιο βράδυ:

«Η θέα του Πηλίου από τη θέση των αρχαίων Παγασών παρουσιάζει μια όψη πολιτισμού, πυκνού πληθυσμού και ολοφάνερης ευημερίας, κάτι που μπορεί να δώσει στον ταξιδιώτη, που για πρώτη φορά μπαίνει στην Ελλάδα από τον κόλπο του Βόλου, την πιο λαθεμένη αντίληψη ως προς την πραγματική κατάσταση αυτού του ΄Εθνους.

Το βουνό απέναντι είναι σκεπασμένο με σπίτια και περιβόλια της Μακρινίτσας, του Βόλου (κι εννοεί τον Άνω Βόλο) και της Πορταριάς, το καθένα απ’ τα οποία χωριά διαιρείται σε συνοικίες, που χωρίζονται η μια από την άλλη από αμπέλια ή φυτείες από μουριές και φρουτόδεντρα. Δεξιότερα απ’ αυτά μια συνέχεια από τα ίδια υψώματα παρουσιάζει μια ίδια εικόνα γύρω από τις κωμοπόλεις Λεχώνια, Άγιο Λυρέντιο και Άγιο Γεώργιο. Μπροστά μας έχουμε τρεις ως τέσσερις χιλιάδες σπίτια, που αποδείχνουν την ικανότητα της ελληνικής φιλοπονίας και επιχειρηματικότητας, στοιχεία που φαίνεται να ευδοκιμούν όταν υπάρξει λίγη ανακούφιση από την τούρκικη τυραννία και κακοδιοίκηση»…

Στη συνέχεια ο Ληκ, αφού σχολιάσει τα δυσμενή για τις τουρκοκρατούμενες πεδιάδες αποτελέσματα της οθωμανικής κακοδιοίκησης, και αναφέρει σαν χτυπητά παραδείγματα προόδου τα χωριά του Πηλίου και των Αγράφων, επισημαίνει σαν χαρακτηριστικό παράδειγμα το θλιβερό τουρκοκρατούμενο κάστρο, αντιδιαστέλ- λοντάς το με τις ανθούσες κωμοπόλεις του Πηλίου. Ο ίδιος γράφει σχετικά:

«Ο τούρκικος Βόλος έρχεται σε μια μεγάλη αντίθεση με τις ελληνικές κωμοπόλεις του Πηλίου. Εδώ, το τελωνείο, οι στενοί δρόμοι, σχεδόν αδιάβατοι από τα λιμνάζοντα νερά και τις βρωμερές ακαθαρσίες, οι άθλιες και ελεεινές κατοικίες, ένα ασπρισμένο περίφραγμα καλούμενο «Κάστρο» μ’ έναν πολύ χαμηλό σχετικώς τοίχο, που περικλείει ένα τζαμί και λίγα τούρκικα σπίτια είναι όλα πολύ χαρακτηριστικά του λαού που διοικεί. Αυτή η μικρή κώμη ονομάζεται από τους Έλληνες «Κάστρο» και από τους Τούρκους «Γώλος». Βρίσκεται σε απόσταση 27 λεπτών απ’ τις πηγές των Παγασών και 37 λεπτά από τα Περιβόλια (Άνω Βόλο), στους πρόποδες του Πηλίου, όπου οι Τούρκοι έχουν τις καλοκαιρινές τους κατοικίες, μέσα σε αμπέλια, κήπους και περιβόλια με φρουτόδεντρα».

Η αναφορά όμως του Ληκ γίνεται πλατύτερη παρακάτω όταν περιγράφει τα σπίτια του Άνω Βόλου και του Βλαχομαχαλά – που είναι ο Βόλος της εποχής εκείνης – σπίτια, που, όπως φαίνεται, πρόσεξε ιδιαίτερα όχι τόσο για την καλαισθησία τους, την οποία άλλωστε τη θεωρεί ανύπαρκτη, όσο για την οχυρή τους κατασκευή.

«Τα σπίτια της πόλεως αυτής», σημειώνει, «τόσο ελκυστικά από απόσταση, πολύ δύσκολα επιβεβαιώνουν από κοντά την πρώτη καλή εντύπωση. Κι αυτό πρέπει ν’ αποδοθεί και στη γενική βέβαια κατάπτωση της Τέχνης στην Τουρκία, αλλά περισσότερο ίσως στην έλλειψη ασφάλειας, ακόμα και σ’ αυτό το ευνομούμενο διαμέρισμα της Θεσσαλομαγνησίας. Πιο πολύ λογαριάζεται κατά την κατασκευή ενός σπιτιού η άμυνα στις εχθρικές επιδρομές, παρά η καλαισθησία και οι οικιακές ευκολίες. Οι Βολιώτες είναι υποχρεωμένοι ν’ αντιμετωπίζουν όχι μόνο τον κλέφτη, τον πειρατή, τον παράνομο Αλβανό ή Τούρκο στρατιώτη, τον εκβιασμό του γείτονα κατακτητή αλλά και τις εσωτερικές τους φαγωμάρες που πολύ συχνά φτάνουν τη βιαιότητα και τον ανοιχτό πόλεμο, όταν βέβαια είναι ήσυχοι από εξωτερικούς εχθρούς. Έτσι τα σπίτια τους είναι ψηλά και χτισμένα κατά τον τύπο των πύργων. Εξάλλου απ’ αυτά λείπουν τα τζαμοπαράθυρα ενώ στερούνται και από πολλές άλλες ευκολίες, που ωστόσο έχουν τα σπίτια των Βλάχων της Πίνδου, καθώς κι εκείνα μερικών χωριών της Μακεδονίας.

Στη σχετική δικαιολογία τους οι κάτοικοι του Άνω Βόλου παρατηρούν ότι με το να βρίσκονται στην πιο εκτεθειμένη σε κινδύνους θέση του Πηλίου, δεν μπορούν να κοιτάξουν άλλες πολυτέλειες, όπως μπορούν να κάνουν οι κάτοικοι της Μακρινίτσας και της Ζαγοράς».

Κάπως υπερβολικές ωστόσο εδώ οι παρατηρήσεις του Ληκ αφήνουν ίσως να εννοηθεί πως στο Πήλιο καλλιεργούνται περισσότερο οι έριδες μεταξύ των κατοίκων και λιγότερο ίσως τα πλούσια χωράφια και περιβόλια, απ’ τους καρπούς των οποίων θα περίμενε κανείς την οικονομική άνθιση του τόπου. Ωστόσο αυτή η άνθιση είναι δεδομένη στο Πήλιο και φυσικά ο Ληκ δεν μπορεί να την αμφισβητήσει. Ο ίδιος μάλιστα σχολιάζοντάς την παρακάτω την αποδίδει στην καλή τύχη των περισσότερων χωριών να είναι «βακούφια» (δηλαδή αφιερώματα) των κυριότερων τζαμιών της Πόλης, γεγονός που επιτρέπει, όπως σημειώνει, στους κατοίκους τους να οπλοφορούν για την άμυνά τους κατά των κλεφτών, ο κοινός κίνδυνος από τις επιδρομές των οποίων έφερε στον τόπο ένα καλό, το ότι μόνιασε δηλαδή τους πηλιορείτες και καταπράυνε τις μεταξύ τους έριδες και φιλονικίες.

Η ανθηρή κατάσταση της γωνίας αυτής της Ελλάδας», γράφει χαρακτηριστικά ο Άγγλος στρατιωτικός, «που δύσκολα συναντιέται αλλού, και μάλιστα σε μια τέτοια ανοχύρωτη χερσόνησο, οφείλεται κατά μεγάλο μέρος στην τύχη πολλών χωριών να είναι βακούφια των κυριώτερων τζαμιών της Κωνσταντινούπολης. Σ’ αυτά, λοιπόν, δόθηκε περισσότερη από τη συνηθισμένη προστασία από μέρους της Πύλης κι ακόμα η άδεια οπλοφορίας των κατοίκων τους για άμυνα εναντίον των κλεφτών. Μια άδεια που επεκτάθηκε και στα υπόλοιπα χωριά. Από τότε όμως που η Θεσσαλία καταλήφθηκε από τους Αλβανούς (ο γράφων συμπληρώνει εδώ πως αυτό συνέβηκε μετά τα Ορλωφικά το 1760 και ίσχυσε ως το 1818), και περιορίστηκε η δράση των Κλεφτών απ’ τον Αλή Πασά, του οποίου η δύναμη και ο γνωστός σε όλους χαρακτήρας δημιουργεί τρόμο, ξύπνησαν, όπως ήταν επόμενο, οι πηλιορείτες, μ’ έναν ζωηρό φόβο μη χάσουν τις ελευθερίες και τα προνόμιά τους, με καλό αποτέλεσμα να πάψουν τις μεταξύ τους φαγωμάρες».

Κι εδώ, αγαπητοί φίλοι, τελειώνει το πρώτο μέρος από το ημερολόγιο του Ληκ με τις εντυπώσεις του από την περιοχή του τουρκοκρατούμενου Βόλου και μαζί του και η αντίστοιχη σημερινή αναφορά μας, Και βέβαια και με δεδομένο ότι το πληροφοριακό υλικό του διάσημου ξένου περιηγητή για το τουρκοκρατούμενο Πήλιο είναι άφθονο θα συνεχίσουμε και στο φύλλο της επόμενης Κυριακής – και όχι ίσως μόνο.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου