ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Πλήθος επισκεπτών συγκεντρώνουν οι αρχαιολογικοί χώροι της Μαγνησίας

πλήθος-επισκεπτών-συγκεντρώνουν-οι-α-523819

Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρίσκεται ο αρχαιολογικός πλούτος της Μαγνησίας που προσελκύει πλήθος επισκεπτών κάθε χρόνο. Ενήλικες από την Ελλάδα και το εξωτερικό αλλά και μαθητές σχολείων επισκέπτονται τα μνημεία και τους αρχαιολογικούς χώρους της Μαγνησίας που έχουν αναδειχθεί και αποτελούν πόλο έλξης σε διαχρονική βάση.

Θεσμοί όπως οι «Μέρες Αρχαιολογίας» που γιορτάστηκαν πρόσφατα, οι «Πράσινες πολιτιστικές διαδρομές» που βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής, οι θησαυροί που παρουσιάζονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βόλου και υπολογίζεται ότι προσελκύουν περί τους 30.000 επισκέπτες ετησίως, συνθέτουν έναν ενδιαφέροντα κύκλο δράσης για την περιοχή.

Η διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς της Μαγνησίας, των μνημείων και των χώρων που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη, είναι το αποτέλεσμα της προσπάθειας ανθρώπων με όραμα, που έδρασαν πριν από έναν αιώνα, αφήνοντας ανεξίτηλο το ερευνητικό τους στίγμα.

Με αφορμή το ενδιαφέρον που εκδηλώνεται για τα μνημεία της Μαγνησίας, ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ επιχειρεί μια αναδρομή σε τρεις προσωπικότητες που άφησαν εποχή και άνοιξαν δρόμους για την μετέπειτα ανάπτυξη και ανάδειξη του αρχαιολογικού πλούτου της περιοχής.

Με οδηγό το πολύτιμο αρχείο της Δρ. Αργυρούλας Δουλγέρη – Ιντζεσίλογλου, Επί τιμή προϊσταμένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μαγνησίας, αναδεικνύονται οι προσωπικότητες και το έργο του Απόστολου Αρβανιτόπουλου, του Νικόλαου Γιαννόπουλου και του Δημήτρη Θεοχάρη.

Ο Απόστολος Αρβανιτόπουλος

Ο Απόστολος Αρβανιτόπουλος υπήρξε στέλεχος της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και πρώτος Εφορος Αρχαιοτήτων Θεσσαλίας, όπου τοποθετήθηκε το 1906, με έδρα τον Βόλο, και εργάστηκε έως το 1926. Διενήργησε πολλές ανασκαφές σε διάφορες περιοχές της Θεσσαλίας, εντόπισε πολλές νέες αρχαιολογικές θέσεις και δημοσίευσε πολλά αρχαιολογικά ευρήματα, κυρίως επιγραφές.

Στην περιοχή της Μαγνησίας πραγματοποίησε ανασκαφές στις Φθιώτιδες Θήβες, στις Φερές, στη Γορίτσα, στις Αμφανές, στα Ζερέλια, στο Ιερό του Κοροπαίου Απόλλωνα και σε άλλες θέσεις. Οι πιο σημαντικές ανασκαφές του πραγματοποιήθηκαν στον αρχαιολογικό χώρο Δημητριάδος-Παγασών, όπου ανακάλυψε τις περίφημες γραπτές στήλες που χρονολογούνται στην ελληνιστική εποχή και αποτελούν έως και σήμερα ένα μοναδικό σύνολο εξαιρετικής σπουδαιότητας και αξίας για τη μελέτη της αρχαίας ζωγραφικής. Το 1909 για τη στέγαση και την έκθεση των στηλών ιδρύθηκε το «Αθανασάκειο» Αρχαιολογικό Μουσείο του Βόλου με δωρεά του Αλέξιου Αθανασάκη, καταγόμενου από την Πορταριά.

Το χρονικό διάστημα 1920-1926 διενήργησε επίσης σημαντικές ανασκαφές στην περιοχή των αρχαίων Φερών, σε συνεργασία με τη Γαλλική Σχολή Αθηνών, μεταξύ άλλων και στο Ιερό του Θαυλίου Διός, όπου ήλθαν στο φως τα ερείπια ενός μεγάλου δωρικού ναού κλασικής εποχής, καθώς και πλήθος χάλκινων αναθημάτων που φυλάσσονται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Το 1926 ο Απ. Αρβανιτόπουλος εξελέγη Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και έπαψε να διενεργεί ανασκαφές, συνέχισε όμως να δημοσιεύει ευρήματα παλαιότερων ανασκαφών από τη Θεσσαλία και για το σκοπό αυτό εξέδιδε το αρχαιολογικό περιοδικό «Πολέμων».

Ο Νικόλαος Γιαννόπουλος

O Ν. Ι. Γιαννόπουλος άρχισε την ενεργό δράση του ως ερασιτέχνης Aρχαιολόγος σε πολύ νεαρή ακόμη ηλικία. Ιδρυσε το 1896 την «Eν Aλμυρώι Φιλάρχαιον Eταιρείαν «της Όθρυος», θέτοντας τον θεμέλιο λίθο της συστηματικής αρχαιολογικής έρευνας και στην ουσία του Αρχαιολογικού Έργου στη Θεσσαλία, με στόχο την διαφύλαξη των κειμηλίων της Θεσσαλικής ιστορίας.

Από τα πρώτα επιτεύγματά του υπήρξε η δημιουργία της Αρχαιολογικής Συλλογής του Αλμυρού, μέρος της οποίας στεγάστηκε αρχικά στο Παρθεναγωγείο και στο Ελληνικό Σχολείο του Αλμυρού. Επιστέγασμα της όλης προσπάθειας ήταν η ανέγερση του Aρχαιολογικού Mουσείου του Aλμυρού για την έκθεση και τη φύλαξη των αρχαιοτήτων, που θεμελιώθηκε το 1910 και αποπερατώθηκε το 1929, χωρίς κρατική επιχορήγηση, ούτε δωρεές ευπόρων πατριωτών, αλλά με τη συνδρομή του Δήμου Αλμυρού και την πενιχρή οικονομική συμβολή των απλών πολιτών. Χάρη στην συνεργασία του με σημαντικούς αρχαιολόγους και μελετητές της εποχής του, συνέδραμε ουσιαστικά την αρχαιολογική έρευνα της Θεσσαλίας.

Δέκα χρόνια μετά την ίδρυση της Φιλαρχαίου Εταιρείας Αλμυρού, κορυφαίας σε πανελλήνιο επίπεδο, ιδρύθηκε η κρατική Εφορεία Αρχαιοτήτων Θεσσαλίας με έδρα τον Βόλο και με πρώτο Έφορο Αρχαιοτήτων τον Απ. Αρβανιτόπουλο. Από το 1925 μέχρι και την τελευταία του πνοή, στις 28 Νοεμβρίου του 1945, ο Ν. Ι. Γιαννόπουλος συνέχισε ασταμάτητα και με συνέπεια το Αρχαιολογικό Έργο του στις επάλξεις του Aρχαιολογικού Mουσείου του Bόλου ως κρατικός πλέον υπάλληλος, πρώτος Eπιμελητής Aρχαιοτήτων ολόκληρης της Θεσσαλίας και μόνος για 20 ολόκληρα χρόνια, με τη σύντομη παρουσία ορισμένων Εφόρων Αρχαιοτήτων, όπως ο Χρ. Καρούζος, και σε άμεση συνεργασία με τον Κ. Κουρουνιώτη, τότε Διευθυντή της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας που υπαγόταν στο Υπουργείο Παιδείας.

Ο Δημήτρης Θεοχάρης

Ο Δημήτρης Θεοχάρης υπηρέτησε ως Επιμελητής Αρχαιοτήτων στην Αττική, την Εύβοια και την Θεσσαλία, αφήνοντας πολύ μεγάλη παρακαταθήκη. Συμμετείχε στην ίδρυση φιλάρχαιων σωματείων όπως η Φιλάρχαιος Εταιρεία Βόλου, η Εταιρεία Θεσσαλικών Ερευνών, ενώ μετείχε σε πολύ σημαντικούς πανελλήνιους φορείς.

Κορυφαίο έργο του Θεοχάρη στην Θεσσαλία αποτέλεσε η ανασκαφή του Σέσκλου, όπου συνεχίζοντας το προδρομικό έργο του Χρήστου Τσούντα, ολοκλήρωσε την ανασκαφή στην ακρόπολη, την περίοδο 1962 – 1968, αποσαφήνισε την στρωματογραφία και έφερε στο φως σημαντικά δεδομένα. Με τις έρευνες της δεύτερης περιόδου επισημάνθηκε και ανασκάφηκε εν μέρει ένας τεράστιος νεολιθικός οικισμός στο Σέσκλο, πολεοδομικά οργανωμένος, που απλώνεται σε έκταση 100 στρεμμάτων γύρω από την ακρόπολη.

Το ζήτημα της Ιωλκού τον απασχολούσε ιδιαίτερα από την αρχή της ερευνητικής του προσπάθειας στην Θεσσαλία. Το 1956 στην πρώτη περίοδο της ανασκαφής στην Ιωλκό, ταυτίζει την θέση του μυκηναϊκού ανακτόρου, επισημαίνοντας τα λείψανα τριών διαδοχικών φάσεων, για να αποκαλύψει στην συνέχεια και άλλα ενδιαφέροντα δεδομένα.

Με την ανασκαφή στην Πύρασο, σημερινή Νέα Αγχίαλο, έφερε στο φως πολύ σημαντικά ευρήματα, ενώ το ίδιο συνέβη και στον Αγιο Πέτρο της Κυρά Παναγιάς, όπου επίσης διεξήγαγε έρευνες. Ο Θεοχάρης άφησε σημαντικό επιστημονικό έργο και διαμόρφωσε το ελληνικό πρόσωπο της έρευνας και την σφραγίδα της γνώσης του, που άνοιξε δρόμους για την προσέγγιση της νεολιθικής εποχής.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου