ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Αβραάμ Κάουα: «Δέχομαι την πρόκληση να δημιουργώ»

αβραάμ-κάουα-δέχομαι-την-πρόκληση-να-650311

O γνωστός συγγραφέας μιλά στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ για τα βιβλία του και τις ιστορίες που αφηγούνται

Συνέντευξη στην ΕΛΕΝΑ ΝΤΑΒΛΑΜΑΝΟΥ εκπαιδευτικό – συγγραφέα

Την προηγούμενη εβδομάδα παρουσιάστηκαν στο Public του Βόλου με μεγάλη επιτυχία τα βιβλία του συγγραφέα Αβραάμ Κάουα «Οι Νύφες του Δράκουλα» από τις εκδόσεις «Jemma Press». Στον μύθο του Δράκουλα, από το πρωτότυπο έργο του Μπραμ Στόουκερ μέχρι τις σύγχρονες λογοτεχνικές και κινηματογραφικές εκδοχές, ο αιμοδιψής κόμης βρίσκεται σε πρώτο πλάνο και οι θηριωδίες του προκαλούν τρόμο. Οι Αβραάμ Κάουα και Γιάννης Ρουμπούλιας καθιστούν πρωταγωνίστριες τις Νύφες του και δημιουργούν μια συναρπαστική ιστορία.

Πρόσφατα παρουσιάσατε στο Public το κόμικ «Οι Νύφες του Δράκουλα 2. Σντένκα», ενώ έχει προηγηθεί το πρώτο μέρος της τριλογίας με τον τίτλο «Νουρ: Το Τελευταίο Πέπλο». Πείτε μας δυο λόγια για τις συγκεκριμένες ιστορίες, καθώς και για το τι πρόκειται να ακολουθήσει.

«Οι Νύφες του Δράκουλα» είναι ένα τρίπτυχο ιστοριών που ενώνονται σε μία. Εμπνέονται από τις τρεις γυναίκες που εμφανίζονται σχεδόν πάντα στον μύθο του Δράκουλα, τρεις γυναίκες βρικόλακες που είναι σύντροφοι και ακόλουθοί του, μα πάντα υπό την απόλυτη, δεσποτική κυριαρχία του. Η ιδέα πίσω από το τρίπτυχο ξεκίνησε αρχικά με την πρόθεση να διηγηθούμε, ο σχεδιαστής μου ο Γιάννης Ρουμπούλιας και εγώ, την άγνωστη ιστορία των γυναικών αυτών. Με τον Δράκουλα να είναι πρακτικά αθάνατος, «παίξαμε» βάζοντας τις ηρωίδες μας σε τόπους, χρόνους και είδη αφήγησης που διαφέρουν μεταξύ τους. Η «Νουρ του Τελευταίου Πέπλου» ξεκινά ως οδαλίσκη στην Κωνσταντινούπολη του 1622, η Σντένκα είναι η θυγατέρα μιας οικογένειας που πλήττεται από την κατάρα των βρικολάκων στην ορεινή Σερβία του 1759 και η Κάριν μια Γερμανίδα δασκάλα στην Μπίστριτσα του 1844 – συνθήκες που μας έδωσαν, αντίστοιχα, άλλοθι να μπολιάσουμε το είδος του γοτθικού θρίλερ που παραδοσιακά ανήκει ο Δράκουλας με στοιχεία εξωτικής περιπέτειας, να δημιουργήσουμε ένα βαλκανικό γουέστερν με βαμπίρ αντί για παρανόμους ή Ινδιάνους ή να πλάσουμε ένα σκοτεινό ρομάντζο τύπου Τζέιν Ειρ.

Στη διάρκεια της συγγραφής της ιστορίας, συνειδητοποίησα πως η υπόσταση των τριών ηρωίδων στον κλασικό μύθο μάς έδινε την ευκαιρία να σχολιάσουμε τη θέση των γυναικείων χαρακτήρων γενικότερα στο είδος του θρίλερ. Οι πρωταγωνίστριές μας είναι θεληματικές και με δικό τους ψυχισμό, όχι απλά υποχείρια και θύματα, και συνέπεια αυτού ήταν η ματιά μας στον μύθο να είναι εξίσου γεμάτη σεβασμό, όσο και ρηξικέλευθη. Με την ολοκλήρωση της ιστορίας μας, το κοινό θα δει ότι πήγαμε τον μύθο ένα ευπρόσδεκτο βήμα μπροστά, όπως ταιριάζει τόσο στο πλαίσιο του 21ου αιώνα, όσο και στη ροπή του μύθου του Δράκουλα προς μια συνεχή ανανέωση.

Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τα κόμικ;

Λάτρευα πάντα την τέχνη αυτή ως μέσο για να πει κανείς όλων των ειδών τις ιστορίες. Πολλά πρωτόλεια πράγματα που έγραφα στο Γυμνάσιο ήταν σενάρια για κόμικ. Η λατρεία μου εκφράστηκε κατόπιν ως μελέτη, αρχικά γράφοντας άρθρα στο περιοδικό «Βαβέλ» και μετά στις σπουδές μου στη Φιλολογία και το σύγχρονο πολιτισμό – με έμφαση στα κόμικ και το σινεμά – και στα χρόνια που δίδασκα πάνω στα αντικείμενα αυτά στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Η πρώτη δημοσιευμένη μου δουλειά σε κόμικ ήταν εκείνη την περίοδο.

Τι αποτελεί για σας πηγή έμπνευσης;

Τα πάντα στη ζωή μου είναι ερεθίσματα, όπως συμβαίνει με όλους τους συγγραφείς. Συχνότερα πάντως, όπως ο Εκο, εμπνέομαι κι εγώ από άλλα βιβλία, ταινίες και κόμικ.

Πόσο χρόνο αφιερώνετε στη συγγραφή των σεναρίων;

Οσο πάρει το καθένα. Οι «Νύφες» ας πούμε γράφτηκαν σε διάστημα έξι – οκτώ μηνών, 132 σελίδες σενάριο. Η «Δημοκρατία», που είχε μεγάλη έρευνα και ήταν κάπου 180 σελίδες, πήρε κοντά ενάμιση χρόνο.

Μιλήστε μας για τη συνεργασία σας με τον Γιάννη Ρουμπούλια.

Ο Γιάννης είναι ένα δώρο στον σεναριογράφο του γιατί απλά μπορεί να σχεδιάσει τα πάντα, να αντεπεξέλθει σε όποια πρόκληση και ανάγκη της αφήγησης, από αλλαγές στο στιλ μέχρι εγκιβωτισμένες ιστορίες μέσα στην ιστορία. Οι λύσεις που δίνει είναι δημιουργικές σε σημείο που ξεπερνούν ό,τι είχα στον νου μου. Αν με έναν σχεδιαστή μπορείς να τα πεις σαν φίλος πίνοντας καφέ, είναι ιδανική συνεργασία. Αν το τελικό προϊόν φαντάζει δημιουργία ενός νου, ενώ γίνεται από δύο, είναι ιδανικό κόμικ. Με τον Γιάννη συμβαίνουν και τα δύο.

Μια ολόκληρη γενιά μεγάλωσε με τα κόμικ και περίμενε κάθε εβδομάδα να αγοράσει το καινούργιο τεύχος. Για σας υπήρξε το κόμικ μία παιδική αγάπη ή προέκυψε στην πορεία της ενηλικίωσής σας;

Ναι, ήμουν εκείνης της γενιάς, πέρασα από όλα τα στάδια. Μίκυ Μάους και Κλασικά από Ντίσνεϊ, υπερήρωες της Marvel και της DC, αλλά και Ταρζάν από Τζο Κιούμπερτ και Κόναν ο Βάρβαρος και φυσικά Κόμης Δράκουλας. Αργότερα ήρθαν και τα ευρωπαϊκά, δημιουργοί όπως Μπιλάλ, Μανάρα, Πρατ… Κόλλαγα με χαρακτήρες, με ιστορίες, με δημιουργούς και δεν ξεκόλλησα ποτέ. Οταν ήμουν μικρός, έκοβα φιγούρες από κόμικ μου που πάλιωναν κι έφτιαχνα νέες ιστορίες με αυτές. Αυτή ήταν η πρώτη μου «δημιουργική προσπάθεια», πλάκα – πλάκα.

Ποια είναι η άποψή σας για το μέλλον των κόμικ;

Δεν θα σας πω παιάνες, ούτε δυσοίωνες προφητείες. Τα πράγματα αυτή τη στιγμή είναι περίεργα στα κόμικ. Από τη μία, είναι παντού, είναι περισσότερα από ποτέ, με νέες μεθόδους έκδοσης και προώθησης που ευνοούν στρατιές νέων δημιουργών και υλικό που εμπνέει χολιγουντιανές παραγωγές δισεκατομμυρίων. Από την άλλη, η αγορά τους πλήγεται από κρίση και τον ανταγωνισμό άλλων μέσων, η κυρίαρχη εμπορική άποψη για αυτά είναι ως ενδιάμεσο στάδιο για κάτι άλλο πιο επικερδές (ταινίες, σειρές, παιχνίδια κ.τ.λ.) και όπως συμβαίνει και στην ευρύτερη βιομηχανία του θεάματος, η κοινότητα δημιουργών και κοινού συχνά διχάζεται για ζητήματα πολιτικά ή κοινωνικά που βρίσκουν την έκφραση τους σε αυτά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Υπό αυτές τις συνθήκες, το μέλλον τους φαντάζει άγνωστο, αλλά προσωπικά δέχομαι την πρόκληση να δημιουργώ στον χώρο όσο μου δίνεται η δυνατότητα, και ευτυχώς, από όσο μας διδάσκει η ιστορία τους, τα κόμικ μάλλον θα συνεχίσουν να δίνουν τη δυνατότητα αυτή στους δημιουργούς ό,τι και να γίνει.

Το κόμικ έχει πάρει και μια άλλη διάσταση, όπως για παράδειγμα στον χώρο της Εκπαίδευσης. Αποτελεί πια εκπαιδευτικό εργαλείο στα χέρια των δασκάλων τόσο στο εξωτερικό, όσο και στην Ελλάδα. Ποια είναι η δική σας άποψη γι’ αυτό;

Φυσικά χαίρομαι και δεν έχω καμία αντίρρηση σε αυτό. Είναι γεγονός και οφείλεται στην αμεσότητα του μέσου και στην ευκολία του συνδυασμού λόγου και εικόνας να αποτυπωθεί στα μυαλά των παιδιών. Οι γονείς μου πάντα υποστήριζαν ότι έμαθα να διαβάζω από τα κόμικ ταχύτερα από το σχολείο. Θα σταθώ όμως και στην ανάγκη να μη συγχέουμε τα παραπάνω με τα κόμικ γενικότερα. Τα εκπαιδευτικά κόμικ είναι σαν την εκπαιδευτική τηλεόραση, κοινώς, υπάρχουν ένα σωρό πράγματα εκτός αυτών που δεν είναι εκπαιδευτικά, ούτε θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν ως τέτοια ή να περιοριστεί η τέχνη των κόμικ μόνο με βάση τη «χρησιμότητα» ή την παιδαγωγική τους αξία. Το να πιστεύουμε κάτι τέτοιο είναι εξίσου ολέθριο με το να θεωρούμε ότι μόνο η λογοτεχνία που διδάσκεται στο σχολείο είναι αξιόλογη ή ότι ο λεγόμενος εμπορικός κινηματογράφος στερείται ιστοριών και βαθιών νοημάτων.

Εκτός από ένα καλό σενάριο, τι άλλο χρειάζεται ένα κόμικ για να είναι επιτυχημένο; Μιλήστε μας για τη «γλώσσα» του κόμικ.

Δεν θα σας μιλήσω για εμπορική επιτυχία, γιατί αυτό το μυστικό κανείς δεν το κατέχει. Αλλά πετυχημένο με την έννοια του άρτιου, ναι, το κόμικ για να φτάσει εκεί θέλει ένα καλό σενάριο που θα υπηρετεί την ιστορία και τους χαρακτήρες, σε άρρηκτο συνδυασμό με ένα σχέδιο που θα κάνει το ίδιο, έτσι ώστε τα δύο να μην ξεχωρίζουν, αλλά να βιώνονται ως ένα. Η γλώσσα των κόμικ μιλά στο μάτι και στο μυαλό ταυτόχρονα, όπως η γλώσσα του κινηματογράφου, μα με ένα δικό της τρόπο. Καμία ιστορία με κακό σενάριο δεν σώζεται από ένα άψογο σχέδιο και τανάπαλιν.

Αν και πρέπει να είναι δύσκολο να ζητάς από έναν πατέρα να ξεχωρίσει κάποιο απ’ τα παιδιά του, μπορείτε να διαλέξετε κάποιο ως το αγαπημένο σας;

Ναι, είναι μάλλον αδύνατο, είναι όλα παιδιά μου. Είναι πιο εποικοδομητικό για μένα να αγαπώ πιο πολύ όποια ιστορία κάνω τώρα. Τις «Νύφες», ας πούμε, τις νιώθω απόλυτα κοντά μου αυτή τη στιγμή.

Πώς βλέπετε την αμφίδρομη σχέση κινηματογράφου και κόμικ;

Πάντα με συνάρπαζε. Τα δάνεια εκατέρωθεν είναι πολλά, συνεχή και απίστευτα. Είναι συγγενείς τέχνες που παίζουν πάρα πολύ με την έννοια του χωροχρόνου, επιταχύνοντας ή επιβραδύνοντας τον και εμβυθίζοντας το κοινό τους σε μία άλλη πραγματικότητα, πράγμα μαγικό. Το ότι κάποιες καταπληκτικές ταινίες βασίζονται σε κόμικ είναι το κερασάκι στην τούρτα.

Οντας και ο ίδιος δημιουργός κόμικ, τι θα συμβουλεύατε έναν νέο φέρελπι δημιουργό για τα επόμενα βήματά του σε έναν χώρο που, ενώ ανθεί δημιουργικά, τα περιθώρια οικονομικών απολαβών έχουν συρρικνωθεί δραματικά στον παρόντα χρόνο, λόγω της επικρατούσας οικονομικής συγκυρίας;

Στη χώρα μας κανείς δεν ζει αποκλειστικά κάνοντας κόμικ. Η συμβουλή μου θα ήταν να βρει μια εργασία που θα τον/την αφήνει να ασχολείται με τα κόμικ παράλληλα, και ταυτόχρονα να δικτυωθεί στην κοινότητα γνωρίζοντας άλλους δημιουργούς και να προσπαθήσει να προωθήσει τη δουλειά της/του στο εξωτερικό, σε εκδότες και πράκτορες που δέχονται να δουν δουλειές νέων καλλιτεχνών. Πάνω από όλα, να μην απελπίζεται και να συνεχίζει.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου