ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Γρηγόρης Αζαριάδης: «Ο συγγραφέας πρέπει να ξέρει να ακούει»

γρηγόρης-αζαριάδης-ο-συγγραφέας-πρέ-742842

Ο γνωστός εκπαιδευτικός – συγγραφέας μιλά στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ για το καινούργιο του βιβλίο

Συνέντευξη στην ΕΛΕΝΑ ΝΤΑΒΛΑΜΑΝΟΥ

Μόλις κυκλοφόρησε, από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, ο «Σκοτεινός λαβύρινθος» του εκπαιδευτικoύ – συγγραφέα Γρηγόρη Αζαριάδη. Πρόκειται για μια νουάρ οπτική της τραγικής ανατροπής των ανθρωπίνων και η απόδειξη ότι μια καλή αστυνομική ιστορία μπορεί να αποτυπώσει κριτικά την κοινωνική πραγματικότητα. Ο Γρηγόρης Αζαριάδης είναι ένας συγγραφέας που ξέρει να δημιουργεί μυθιστορήματα με ατμόσφαιρα, ένταση, χαρακτήρες, χωρίς όμως να μειώνει την αξία των περιγραφών και της λυρικότητας στα κείμενά του. Γι’ αυτό και ξεχωρίζει ως παρουσία στο γίγνεσθαι της εγχώριας αστυνομικής λογοτεχνίας. Γι’ αυτό και ο «Σκοτεινός λαβύρινθος» θα συναρπάσει τους αναγνώστες του. Ο συγγραφέας θα παρουσιάσει το βιβλίο του στο Public του Βόλου, αύριο Δευτέρα 1 Οκτωβρίου, στις 7 το απόγευμα.

Το τελευταίο σας μυθιστόρημα έχει τον τίτλο «Σκοτεινός λαβύρινθος». Πείτε μας λίγα λόγια για την ιστορία.

Μια πενταμελής οικογένεια βρίσκεται άγρια δολοφονημένη στο αγρόκτημά της, έξω από τον Μαραθώνα. Στη σκηνή του εγκλήματος υπάρχει πολύ αίμα. Υπερβολικό. Από την πρώτη στιγμή όλα δείχνουν ότι η οικογένεια Μαυρονικόλα έπεσε θύμα επαγγελματιών εκτελεστών. Η ομάδα ερευνών του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ζωής υπό την ηγεσία της αστυνόμου Τρύπη αναλαμβάνει την έρευνα για τη δολοφονία. Σύντομα όμως θα ανακαλύψει την ύπαρξη της Σοφίας, θυγατέρας του Μαυρονικόλα, η οποία επιστρέφει στην Ελλάδα από την Αφρική, όπου πρόσφερε ανθρωπιστική βοήθεια σε παιδιά, με σκοπό να βρει τους δολοφόνους της οικογένειάς της και να εκδικηθεί.

Πότε και πώς καταλάβετε ότι αγαπάτε το αστυνομικό μυθιστόρημα;

Από τις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου, άρχισα να διαβάζω τη θρυλική «Μάσκα» και αστυνομικά μυθιστορήματα. Ιδιαίτερη αδυναμία μου ο Ρέιμοντ Τσάντλερ (κάτι από το οποίο δεν έχω καταφέρει να απαλλαγώ μέχρι τώρα…) και ο Ντάσιελ Χάμετ. Εκείνη μάλιστα την εποχή, έκανα την πρώτη απόπειρα να γράψω αστυνομικό μυθιστόρημα σε συνέχειες στο υποτιθέμενο περιοδικό που εκδίδαμε με δύο συμμαθητές μου.

Προτιμάτε την έρευνα ή το καθαυτό γράψιμο;

Κατά την εκτίμησή μου είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Είμαι λάτρης του ρεαλιστικού, τουλάχιστον σαν βάση ενός μυθιστορήματος, όπου πάνω του θα στηριχτεί ο συγγραφέας για να αναπτύξει τη μυθοπλασία. Με αυτή την έννοια, ακολουθώ τη διαδικασία της έρευνας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Συζητάω με συνεργάτες μου αστυνόμο, εγκληματολόγο, ιατροδικαστή και ψυχολόγους για το προφίλ των ηρώων. Αν χρειαστούν επίσης πληροφορίες για ειδικά θέματα, θα καταφύγω και στη βοήθεια εξειδικευμένων έκτακτων συνεργατών. Και μπορώ να πω ότι απολαμβάνω σε μεγάλο βαθμό αυτή τη διαδικασία. Όταν ολοκληρωθεί το πρώτο στάδιο, αρχίζει το περιπετειώδες ταξίδι της συγγραφής. Εκεί είμαι εγώ κι ο υπολογιστής, μια άλλη υπέροχη σχέση. Περισσότερο απαιτητική, αρκούντως κτητική, αλλά εξίσου γοητευτική. Τελικά, έρευνα και συγγραφή μοιάζουν με παράλληλη σχέση. Σύζυγος και ερωμένη. Κάποιες φορές η επιλογή είναι πολύ δύσκολη!

Πόσο καιρό αφιερώνετε στην έρευνα, το σχεδίασμα, το γράψιμο και την επιμέλεια ενός βιβλίου;

Η προσήλωσή μου στη ρεαλιστική απεικόνιση της πλοκής απαιτεί έρευνα από 8 μέχρι 12 μήνες περίπου. Αντίστοιχο χρονικό διάστημα θα απορροφήσουν η συγγραφή και η επιμέλεια αθροιστικά. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω τις δύο τελευταίες φάσεις, δεδομένου ότι η μία υπεισέρχεται συνεχώς στη διάρκεια της άλλης και αντιστρόφως. Όταν γράφω ένα κεφάλαιο, επιστρέφω στο προηγούμενο και κάνω μόνος μου την επιμέλεια. Όταν τελειώνω μια ενότητα, ας πούμε δέκα κεφαλαίων, κάνω μια δεύτερη προσωπική επιμέλεια και ταυτόχρονα το στέλνω στην «ειδική» επιμελήτριά μου για παρατηρήσεις. Συγγραφή και επιμέλεια δεν είναι για μένα δύο ξεχωριστές χρονικά φάσεις, αλλά μία παράλληλη, ταυτόχρονη διαδικασία.

Πόσο πιστός μένετε στον σκελετό που έχετε ετοιμάσει πριν ξεκινήσετε το νέο σας βιβλίο;

Η συγγραφή ενός αστυνομικού μυθιστορήματος αποτελεί για μένα ένα γοητευτικό, περιπετειώδες ταξίδι. Γνωρίζω την αφετηρία, την Αθήνα ας υποθέσουμε. Και το τέρμα, ας πούμε τη Θεσσαλονίκη. Το ταξίδι ξεκινά, όλα εξελίσσονται υπέροχα και βάσει του ταξιδιωτικού σχεδιασμού, αλλά στη διασταύρωση προς Βόλο ο συγγραφέας νιώθει μια ξαφνική επιθυμία, μια παρόρμηση να κάνει παράκαμψη μερικών ωρών για να πιει τσίπουρο σε κάποιο χωριό του Πηλίου. Αφού πιει το τσίπουρο όμως, θα επιστρέψει στην εθνική οδό και θα τερματίσει στη Θεσσαλονίκη.

Το συγκεκριμένο παράδειγμα απεικονίζει παραστατικά την άποψή μου στο θέμα του σκελετού, του σχεδιασμού των μυθιστορημάτων. Παραμένω πιστός στην κεντρική ιδέα, στην αρχή και στο τέλος της πλοκής, αλλά αν σε κάποιο σημείο νιώσω την ανάγκη να παρεκκλίνω από τον αρχικό δρόμο και να προσθέσω μια σκηνή, μια δευτερεύουσα ιστορία, μια ολόκληρη ενότητα που θα βελτιώσει το μυθιστόρημα από οποιαδήποτε οπτική γωνία, θα το κάνω με μεγάλη μου χαρά. Αυτό είναι ακόμα πιο σύνηθες στην περίπτωση των χαρακτήρων των ηρώων. Οι ήρωες κάποιες φορές αυτονομούνται και επιβάλλουν με τον τρόπο τους στον συγγραφέα να ακολουθήσει τις δικές τους επιθυμίες.

Ποια ήταν η πιο δύσκολη σκηνή που γράψατε ποτέ;

Αναλύοντας το προφίλ του serial killer στο «Μοτίβο του δολοφόνου», του προηγούμενου μυθιστορήματός μου, έκρινα αναγκαία την αναφορά στα τραύματα της παιδικής ηλικίας του δολοφόνου. Σύμφωνα με τις ψυχολόγους που συνεργάζομαι, μία από τις βασικές «προδιαγραφές» του δολοφόνου ήταν και η σεξουαλική κακοποίησή του σε μικρή ηλικία από τον πατέρα του. Η περιγραφή της συγκεκριμένης σκηνής φαίνεται ότι αποτέλεσε μια εξαιρετικά σκληρή δοκιμασία για τον εγκέφαλό μου και με οδήγησε στα ακραία όρια των αντοχών μου. Χρειάστηκε να μείνω για δέκα μέρες μακριά από τον αγαπημένο μου υπολογιστή, για να μπορέσω να επανέλθω στην καθημερινή δραστηριότητα της συγγραφής.

Το αστυνομικό μυθιστόρημα διάγει μέρες δόξας. Πού έγκειται πιστεύετε η αύξηση της αναγνωσιμότητας αυτού του λογοτεχνικού είδους;

Η μεγάλη εμπορική επιτυχία του αστυνομικού μυθιστορήματος στην εποχή μας οφείλεται κατά μεγάλο ποσοστό στη μετάλλαξή του σε κάποιο άλλο συγγενές είδος. Το κλασικό αστυνομικό με τη σχεδόν αποκλειστική έμφαση στην αστυνομική πλοκή αποτελεί μακρινή ανάμνηση κι έχει πάψει να προσελκύει τους αναγνώστες. Στη θέση του υπάρχει πλέον αυτό που αποκαλώ «αστυνομικοκοινωνικό» ή και το «κοινωνικοαστυνομικό» μυθιστόρημα. Είναι σαφές ότι οι σύγχρονοι συγγραφείς του αστυνομικού εμπλουτίζουν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό την αστυνομική πλοκή με πολλαπλές αναφορές στα φλέγοντα κοινωνικά θέματα. Εκτός από τη διαχρονική οικονομική κρίση, υπάρχουν αναφορές στα ναρκωτικά, το trafficking, το μεταναστευτικό, τις ακραίες πολιτικές ομάδες. Ως αποτέλεσμα, οι αναγνώστες διαβάζουν ένα μυθιστόρημα που ξεφεύγει από τα στενά όρια των αστυνομικών διαδικασιών και του δίνει μια πλήρη, ευρύτερη εικόνα της σημερινής κοινωνίας και των θεμάτων που αντιμετωπίζει.

Αν προσθέσουμε σε αυτά και την ανάπτυξη παράλληλων δευτερευουσών ιστοριών, που έχουν μεγαλύτερη σχέση με lifestyle, μόδα, γυμναστική, ακριβά εστιατόρια και μπαρ, με δυο λόγια την περιγραφή του τρόπου ζωής μιας πολύ λαμπερής οικονομικής τάξης, τότε θα κατανοήσουμε τον λόγο που πολλοί ακόμα αναγνώστες και ιδιαίτερα γυναίκες έχουν διευρύνει το κοινό των αστυνομικών μυθιστορημάτων.

Εμπνέεστε από την εσωτερική επικαιρότητα και τα αστυνομικά δελτία ή προσπαθείτε οι ιστορίες σας να μην παραπέμπουν σε γνωστές υποθέσεις;

Έχω χρησιμοποιήσει στοιχεία από αληθινή ιστορία, αλλά μόνο σαν βάση και στην αρχή της πλοκής, πάνω στην οποία χτίζεται η ανάπτυξη της μυθοπλασίας. Θεωρώ ότι το πραγματικό καταγεγραμμένο γεγονός προσδίδει ρεαλισμό και συντελεί αποφασιστικά στην προσέλκυση του ενδιαφέροντος του αναγνώστη. Μέχρις ενός σημείου όμως, δεδομένου ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος να μετατραπεί μια ζωντανή ιστορία σε ένα αντικειμενικό μεν, ψυχρό δε, ντοκιμαντέρ. Από την άλλη πλευρά, θεωρώ ότι η σύλληψη μιας ιστορίας, η κεντρική ιδέα της πλοκής μού δίνουν την ευκαιρία να χρησιμοποιήσω τη φαντασία μου στον χώρο αυτού που αποκαλώ «κοινωνική πρόβλεψη». Δηλαδή, αν γράψω την ιστορία ενός serial killer (στο «Μοτίβο του δολοφόνου») ή μιας γυναίκας που διψάει να εκδικηθεί το ξεκλήρισμα της οικογένειάς της από επαγγελματίες εκτελεστές (στον «Σκοτεινό λαβύρινθο»), μπορεί να μην αναφέρομαι σε γεγονότα που έχουν συμβεί, αλλά να χτυπάω ένα μικρό καμπανάκι για γεγονότα που μπορεί να συμβούν στο κοντινό μέλλον, στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης.

Η συνεχής αύξηση της εγκληματικότητας θεωρείτε πως οφείλεται αποκλειστικά στην τωρινή κατάσταση που «γέννησε» η κρίση ή είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων;

Δεν έχω στατιστικά στοιχεία στη διάθεσή μου για να επιβεβαιώσω την αύξηση αυτή της εγκληματικότητας που λέτε. Νομίζω άλλωστε ότι μια απόπειρα ερμηνείας αυτής της τάσης εμπίπτει περισσότερο στην αρμοδιότητα κοινωνιολόγων, ψυχολόγων και αστυνομικών. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι σίγουρα η οικονομική κρίση συντελεί στην αύξηση των παραβατικών συμπεριφορών. Θεωρώ όμως βασικό παράγοντα στη συγκεκριμένη υπόθεση τη ραγδαία εξέλιξη του οργανωμένου εγκλήματος και τον συνακόλουθο κατακερματισμό του παραδοσιακού κινήτρου. Στην εποχή μας, το οργανωμένο έγκλημα λειτουργεί με σύγχρονο ευρωπαϊκό τρόπο (για παράδειγμα η χρησιμοποίηση επαγγελματιών εκτελεστών, συνήθως από βαλκανικές χώρες ή χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού, που υιοθετούν προηγμένη τεχνολογία στις αποστολές τους). Κατ’ αυτή την έννοια όταν η αστυνομία ερευνά μια δολοφονία τέτοιου τύπου, αντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες στον εντοπισμό του κινήτρου και συνεπώς και στην ανακάλυψη του δολοφόνου.

Αν κάτι χαρακτηρίζει ένα επιτυχημένο βιβλίο και κυρίως αστυνομικής φύσης είναι το αναπάντεχο τέλος. Στον «Σκοτεινό λαβύρινθο» το τέλος συγκλονίζει, μιλήστε μας λίγο για τα δύσκολα στάδια που περνά η συγγραφή σας από την ιδέα μέχρι την τελική αποτύπωση του κειμένου.

Το τέλος αποτελεί τον «Γολγοθά» του κάθε συγγραφέα! Έχω διαβάσει πάμπολλα αστυνομικά μυθιστορήματα με εξαιρετική πλοκή, που κρατούν σε υψηλό επίπεδο έντασης τον αναγνώστη και χτίζουν σταδιακά πολύ υψηλές προσδοκίες για την εξέλιξη και το τέλος της ιστορίας. Και ξαφνικά, φτάνοντας στο τέλος, αυτές οι υψηλές προσδοκίες διαψεύδονται, το φινάλε του έργου φαίνεται χαλαρό και αφήνει μια πικρή αίσθηση απογοήτευσης. Σαν μια υπέροχη φουσκωτή κούκλα, που ξεφουσκώνει απότομα την κρίσιμη στιγμή, λες και κάποιος την τρύπησε με μια καρφίτσα!

Προσωπικά είμαι λάτρης του «ανοιχτού τέλους». Ένα τέλος που θα αφήνει τον αναγνώστη προβληματισμένο. Ακόμα περισσότερο ένα τέλος που μπορεί να επιδέχεται περισσότερες της μίας ερμηνείες. Αγαπώ τις ανατροπές και τις ενσωματώνω στην πλοκή των μυθιστορημάτων μου, θέλω οι αναγνώστες μου να είναι «ενεργοί» κι όχι «παθητικοί» και ιδανικά να μπορούν να «γράψουν μόνοι τους» το τέλος του βιβλίου. Αυτό βέβαια απαιτεί σκληρή δουλειά, αλλεπάλληλες διορθώσεις και τουλάχιστον δυο τρεις εναλλακτικές προτάσεις για το φινάλε της ιστορίας. Κι αυτό συνέβη και στην περίπτωση του «Σκοτεινού λαβύρινθου».

Πιστεύετε στην ταύτιση ενός συγγραφέα με ένα είδος λογοτεχνίας; Λειτουργεί δεσμευτικά η χάραξη μιας λογοτεχνικής γραμμής;

Η δέσμευση με ένα συγκεκριμένο λογοτεχνικό στυλ μπορεί να προσφέρει μεγαλύτερη ασφάλεια στον συγγραφέα, αλλά σίγουρα λειτουργεί δεσμευτικά. Κάθε συγγραφέας πιστεύει ότι μπορεί να κινηθεί με σιγουριά και να γράψει επιτυχημένα έργα όταν κινείται εντός των «χωρικών υδάτων», δηλαδή στα γνώριμά του λογοτεχνικά σοκάκια. Έστω κι αν αυτή η δέσμευση απειλεί να δημιουργήσει επιτυχημένες μεν, κουραστικές δε επιτυχίες. Αυτό όμως χαρακτηρίζει την πλειονότητα των καλών εμπορικών συγγραφέων. Από την εμπειρία μου, παρατηρώ πολύ λίγους που προτιμούν να ξεφεύγουν από τη συνήθη μανιέρα συγγραφής και να ρισκάρουν να πλεύσουν σε «αχαρτογράφητα ύδατα», δοκιμάζοντας τις δυνάμεις τους σε κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που υπηρετούν μέχρι σήμερα. Θα ήθελα κάποια στιγμή να δω Έλληνες συγγραφείς της αστυνομικής λογοτεχνίας να γράφουν κάτι διαφορετικό, για παράδειγμα στον κοινωνικό χώρο.

Ποια πιστεύετε πως είναι τα κατάλληλα «εργαλεία» ενός επίδοξου συγγραφέα αστυνομικών βιβλίων; Με βάση αυτό τι κάνει ένα καλό αστυνομικό μυθιστόρημα να ξεχωρίζει από ένα κακό;

Το «οπλοστάσιο» του συγγραφέα που γράφει αστυνομικό πρέπει να περιέχει όντως μερικά αποτελεσματικά όπλα. Σίγουρα τη θεωρητική κατάρτιση από κάποιες σπουδές δημιουργικής γραφής. Όσο περισσότερες αναγνώσεις αστυνομικών μυθιστορημάτων από τις μεγάλες σχολές του είδους: αμερικανική, γαλλική, βρετανική, σκανδιναβική και άλλες. Όσες περισσότερες αναγνώσεις λογοτεχνικών έργων, κλασικών και σύγχρονων, που δεν έχουν καμία σχέση με την αστυνομική λογοτεχνία. Παρακολούθηση κλασικών και σύγχρονων κινηματογραφικών έργων και τηλεοπτικών σειρών από το 2000 μέχρι σήμερα. Και τέλος, θα πρέπει ο συγγραφέας να έχει ζήσει όσες περισσότερες εμπειρίες είναι δυνατό στην προσωπική του ζωή, για να μπορεί να τις αποδώσει με ρεαλιστικό τρόπο (ποτέ μου δεν κατάλαβα πώς ένας άγαμος τριαντάρης που πίνει κόκα κόλα μπορεί να περιγράψει καλύτερα τη ζωή ενός χωρισμένου ντετέκτιβ που αγαπάει το αλκοόλ από έναν πενηντάρη με δύο διαζύγια στο ενεργητικό του και μια σωστή κάβα στο σπίτι του!).

Όλα τα προαναφερθέντα δεν αποτελούν κανενός είδους εγγύηση για τη συγγραφή ενός «καλού» αστυνομικού μυθιστορήματος. Απλά, αποτελούν μια στέρεη βάση για τον συγγραφέα, ώστε να αυξήσει τις πιθανότητές του να γράψει ένα τέτοιο.

Ποια είναι η σχέση που έχετε με τους αναγνώστες σας;

Η σχέση που έχω με τους αναγνώστες μου είναι ένα από τα καλύτερα πράγματα που έχουν συμβεί στη ζωή μου από την εποχή που άρχισαν να κυκλοφορούν τα βιβλία μου. Είναι αυτό που θα περιέγραφα σαν σχέση «ζωντανή, διαρκής και αμφίδρομη». Μετά την έκδοση κάθε βιβλίου μου, μιλάω με περισσότερους από διακόσιους αναγνώστες μου ζωντανά! Ακούω προσεκτικά τα σχόλιά τους, ανιχνεύω τις εντυπώσεις τους, μαθαίνω τις απόψεις και τις γνώμες τους και αφουγκράζομαι τα βαθύτερα συναισθήματα που τους προκάλεσε το μυθιστόρημά μου. Ακούω γενικότερα και δεν απαντάω. Ο συγγραφέας πιστεύω πρέπει να ξέρει να ακούει, περισσότερο από το να μιλάει. Οπωσδήποτε, υπάρχουν λίγοι αναγνώστες, που γνωρίζω από χρόνια, με τους οποίους γίνεται κανονικός διάλογος πάνω σε όλες τις πτυχές του μυθιστορήματος. Πολύ σημαντικές βέβαια είναι και οι πολυάριθμες επαφές με αναγνώστες στον χώρο των social media, που δίνουν μια αρκετά αντιπροσωπευτική εικόνα για τη συνολική άποψη των αναγνωστών.

Έχετε γράψει με τον «Σκοτεινό λαβύρινθο» τέσσερα αστυνομικά μυθιστορήματα. Ποια η συγγραφική σας συνέχεια;

Ο «Σκοτεινός λαβύρινθος», που κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2018, είναι σωστά το τέταρτο βιβλίο μου. Προηγήθηκαν οι «Παλιοί λογαριασμοί» το 2012, η «Τελευταία παράσταση της Μαρίνας Φιλίππου» το 2013 και το «Μοτίβο του δολοφόνου» το 2015. Με δεδομένο ότι έχω την κακή συνήθεια μόλις ολοκληρώνω ένα μυθιστόρημα να ξεκινάω τη συγγραφή του επόμενου, αυτή τη στιγμή βρίσκομαι στο μέσον περίπου του ταξιδιού της συγγραφής του επόμενου μυθιστορήματός μου. Και το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτά που έχω γράψει μέχρι τώρα!

Σας ευχαριστώ θερμά και εύχομαι πάντα επιτυχίες!

Αγαπητή κ. Νταβλαμάνου, ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια και την ευκαιρία που μου δώσατε με τη συνέντευξή μας να επικοινωνήσω με το κοινό του ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ, με ιδιαίτερη συγκίνηση, δεδομένου ότι έχω περάσει είκοσι περίπου καλοκαίρια διακοπών στο Πήλιο, διαβάζοντας κάθε πρωί τον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου