ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Δεν πεθαίνει το θέατρο

δεν-πεθαίνει-το-θέατρο-466328

Επίσημη βραδινή παράσταση προγραμματίζεται σήμερα στις 9 μμ για την κωμωδία «Ωχ, Τα Νεφρά Μου» του Μπάμπη Τσικλιρόπουλου που ανεβαίνει από τον Καλλιτεχνικό Οργανισμό- ΔΗΠΕΘΕ Βόλου στο Θέατρο της Παλαιάς Ηλεκτρικής.
Με αφορμή την αποψινή επίσημη πρεμιέρα, ο Σταμάτης Τζελέπης, εκ των πρωταγωνιστών της επιτυχημένης παράστασης, μιλάει στον «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ» για την σάτιρα που ισορροπεί μεταξύ κωμωδίας και δράματος και αποτελεί ένα από τα «διαμάντια» της σύγχρονης νεοελληνικής γραφής. Αναλύοντας τους ρόλους του «Μητσάρα» και του «Μπούλη», ο γνωστός ηθοποιός υπογραμμίζει ότι πρόκειται για δύο ρακοσυλλέκτες που συμβιώνουν «στολίζοντας» την καθημερινότητά τους με μικροκαυγαδάκια και συγκρούσεις, μέσα από τα οποία αποδεικνύεται και η εξάρτηση του ενός από τον άλλο.
 
Το έργο ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Σταμάτη Τζελέπη, σκηνικά – κοστούμια της Ιωάννας Τουλούπη, φωτισμούς Κώστα Τατάκου και παίζουν οι ηθοποιοί: Σταμάτης Τζελέπης (Μητσάρας), Περικλής Τσαμαντάνης (Μπούλης), Αντώνης Κουτσελίνης (κύριος), Μαρία Χαϊντούτη (Μαγδαληνή). Ο σκηνοθέτης της παράστασης που ανεβαίνει στην Παλιά Ηλεκτρική, αναφέρει ότι η θεατρική τέχνη και έκφραση θα παραμείνει αλώβητη παρά τις δυσκολίες που βιώνει η σύγχρονη Ελλάδα, προτρέποντας παράλληλα τους Βολιώτες θεατρόφιλους «να στηρίξουν το θέατρό τους» καθώς «μέσα από τις δυσκολίες προκύπτουν αξιόλογα έργα». Η άποψη που διατυπώνει ο «Μητσάρας» της παράστασης του ΔΗΠΕΘΕ Βόλου αποδίδει την ευρύτερη έννοια του «δημιουργείν» και του «εκφράζεσθαι», έχοντας ως επίκεντρο την αστείρευτη ευαισθησία που κρύβει η ψυχή ενός εργάτη του θεάτρου.
 
 
-Επίσημη πρώτη απόψε για την πρώτη συνεργασία σας με το ΔΗΠΕΘΕ Βόλου…
 
Πράγματι, συνεργάζομαι για πρώτη φορά με το ΔΗΠΕΘΕ Βόλου, παρότι γνωριζόμαστε πολλά χρόνια με τον Σπύρο Μαβίδη. Ξεκινήσαμε σχεδόν μαζί την καλλιτεχνική μας πορεία και με κάλεσε εδώ να παρουσιάσουμε το έργο «Ωχ τα νεφρά μου» που είναι ένα διαμάντι του νεοελληνικού θεάτρου, σύμφωνα πάντα με την άποψη που διατυπώνουν κοινό και κριτικοί. Το έργο είναι από τα καλύτερα του Μπάμπτη Τσικληρόπουλου και πραγματεύεται το αιώνιο θέμα της ανδρικής φιλίας που δοκιμάζεται από διάφορες συνθήκες για να επιβεβαιωθεί τελικά η ανθεκτικότητά της. Ο συγγραφέας ισορροπεί μεταξύ κωμωδίας και μελοδράματος, σκιαγραφώντας τους δύο ρακοσυλλέκτες τον Μπούλη και τον Μητσάρα, που στην ουσία είναι ένα πρόσωπο, κατά την δική μου άποψη. Σε αυτό το έργο ο Τσικληρόπουλος δημιουργεί ζωντανούς ήρωες, που δύσκολα συναντάς σε θεατρικά έργα. Αυτά τα δύο περιθωριακά άτομα, ο Μητσάρας και ο Μπούλης, μιλάω και για τους δύο ρόλους, έχουν μια ποιητική αντίληψη και για το σώμα τους και για την αγιότητά του. Οι δύο αυτοί «σαλοί», όπως τους ονομάζει και ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, στην κριτική του, υπερασπίζονται ιδέες και πανάρχαιες αξίες, υπερασπίζονται το σώμα τους και θα το διαθέσουν, εκεί που νομίζουν οι ίδιοι. Ο Τσικληρόπουλος σκιαγραφεί την σχέση των δύο ηρώων με τρυφερότητα, με χιούμορ και με θυμοσοφία.
 
-Πιστεύετε ότι τα επί μέρους στοιχεία συνθέτουν ένα επίκαιρο έργο;
 
Βεβαίως είναι επίκαιρο. Πρέπει μάλιστα να σας πω ότι το είχα παρουσιάσει πριν από δεκαπέντε χρόνια και είχε ταρακουνήσει το κοινό κι ενώ ξεκινήσαμε, θυμάμαι, με δύο θεατές, οι παραστάσεις διήρκεσαν δύο χρόνια, με γεμάτο θέατρο. Το είχαμε ανεβάσει στο θέατρο «Μάσκες» του Γιώργη του Χριστοφιλάκη, σε σκηνοθεσία του ιδίου.
 
-Ποιο είναι κατά την άποψή σας το πιο δυνατό μήνυμα που εισπράττει ο θεατής;
 
Είναι το αιώνιο θέμα της ανδρικής φιλίας. Πόσο μπορεί να σταθεί μια ανδρική φιλία, πόσο μπορεί να αντέξει στο χρόνο. Είναι ένα ποίημα, ένας ύμνος στην φιλία γενικά.
 
 
-Οι Βολιώτες ανταποκρίνονται, αλήθεια, στη φετινή πρόσκληση του ΔΗΠΕΘΕ Βόλου;
 
Ανταποκρίνονται και είναι και ενθουσιασμένοι. Νομίζω ότι πάει πολύ καλά και αρέσει το έργο. Παρότι δεν έχω ολοκληρωμένη εικόνα για τα πολιτιστικά πράγματα στο Βόλο, εντούτοις, απ’ ότι ξέρω, γίνεται καλή προσπάθεια σε αυτή την πόλη.
 
 
-Παράλληλα με το ΔΗΠΕΘΕ Βόλου, αναπτύσσετε επιτυχημένη θεατρική δράση και στην Αθήνα…
 
Πράγματι, σημειώνει επιτυχία το «Μπλακ χιούμορ» μια τετραλογία που κινείται γύρω από τον θάνατο αλλά ξεπηδάει η ζωή μέσα από αυτά. Το «Μπλακ χιούμορ» του Λάκη Μιχαηλίδη, αναφέρεται σε όλες τις τελετές που έχουν επίκεντρο το εμπόριο του θανάτου, αλλά από την χιουμοριστική πλευρά του θέματος. Το συγκεκριμένο έργο, που έχει μεγάλη επιτυχία, παρουσιάζεται στο θέατρο «Στούντιο Κυψέλη» και παίζουμε εγώ και η Εύα Βάρσου, ερμηνεύοντας τέσσερις ρόλους ο καθένας. Είναι μεγάλη υπόθεση να ανακαλύπτουν σε δύσκολες εποχές ένα μικρό θεατράκι από την Κυψέλη.
 
-Αισιοδοξείτε για το μέλλον του θεάτρου ως μορφή τέχνης;
 
Το θέατρο δεν πεθαίνει ποτέ. Μπορώ να σας πω ότι από τις δύσκολες εποχές βγαίνουν και αξιόλογα έργα. Πάντα η δυσκολία φέρνει και κάτι καινούργιο. Αυτό πιστεύω και το έχει αποδείξει παράλληλα η ιστορία. Έτσι και τώρα πιστεύω ότι κάτι καινούργιο θα βγει στον καλλιτεχνικό στίβο μέσα από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε.
 
-Η οικονομική κρίση επηρεάζει, άραγε, το κοινό;
 
Οπωσδήποτε, έχει επηρεάσει το κοινό αλλά πιστεύω ακράδαντα ότι αυτοί που θέλουν να δούνε κάτι καλό, θα έρθουν να το παρακολουθήσουν. Ως παράδειγμα σας αναφέρω το γεγονός ότι έχουμε πολλούς φοιτητές οι οποίοι έρχονται και βλέπουν την παράστασή μας στην Αθήνα, με τον ίδιο πάντα ενθουσιασμό, αφιερώνοντας το χαρτζιλίκι τους στο θέατρο.
 
 
-Για πολλούς η καλλιτεχνική σας παρουσία είναι έντονη και στο τηλεοπτικό πεδίο…
 
Ξεκίνησα με τον «Δον Καμίλο» δίπλα στον Μίμη Φωτόπουλο και συμμετείχα σε πολλές σειρές, όπως ο «Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης» με τον Θανάση Βέγγο, που σημείωσε μεγάλη επιτυχία, κατόπιν συμμετείχα στην σειρά το «Χωριό εκπαιδεύεται» στην ΝΕΤ, τον «Πρίγκιπα» με τον Γιώργο Αρμένη, που προβάλλεται ακόμη από την ΕΤ1, συμμετείχα σε πολλές ακόμη σειρές, ενώ η τελευταία μου τηλεοπτική δουλειά ήταν το «Δεληγιάννειο Παρθεναγωγείο» με τον Χάρη Ρώμα παίζοντας τον καθηγητή των θρησκευτικών. Τώρα δεν υπάρχει τίποτα στο προσκήνιο διότι πέρα από το «Νησί» που το προβάλλουν και έχει επιτυχία, όλα τα άλλα είναι μαγειρέματα, τραγούδια, χοροί κ.λ.π.
 
-Τι περιλαμβάνουν τα μελλοντικά καλλιτεχνικά σας σχέδια;
 
Εγώ είμαι εργάτης του θεάτρου κι έχω μοχθήσει γι’ αυτό που κάνω. Πιστεύω ότι τα επόμενα χρόνια θα είναι καλύτερα. Τώρα μπορώ να ελέγξω αυτά που θέλω να παίξω, αυτό που θέλω να κάνω, σ’ ένα μικρό και ωραίο χώρο, αλλά από κει και πέρα μας αρέσει να υπάρχει ποιότητα και παράλληλα να έχουμε θεατές για να μπορούμε να συνεχίσουμε.
 
-Τι θα θέλατε να πείτε, κλείνοντας, στους φίλους του θεάτρου από το Βόλο;
 
Να στηρίξουν το θέατρό τους γιατί είναι δύσκολες εποχές και τώρα ιδιαιτέρως με το ΔΝΤ, τα προβλήματα είναι πολλά, σίγουρα θα περιοριστούν οικονομικά, αλλά πρέπει όσο μπορούν να το στηρίξουν. Το εισιτήριο είναι πολύ φθηνό και πρέπει να υπάρχει μια κυψέλη πολιτισμού. Δόξα τω Θεώ ανταποκρίνεται το κοινό εδώ κι ελπίζω να πάμε καλά έως το τέλος των παραστάσεων. Εύχομαι να είναι όλοι καλά και να αντέξουμε τα επόμενα χρόνια.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου