ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ζουρνάδες και νταούλια στο Λύκειο των Ελληνίδων Βόλου

ζουρνάδες-και-νταούλια-στο-λύκειο-των-96266

Εκπαιδευτικό πρόγραμμα για παιδιά και νέους με στόχο τη γνωριμία και την ανάδειξη της τοπικής μουσικής μας παράδοσης οργάνωσε και υλοποιεί το Λύκειο των Ελληνίδων Βόλου. Η φιλόδοξη και τολμηρή σκέψη του ΛΕΒ, που αποτελεί και χρέος προς τη διάσωση της πηλιορείτικης παράδοσης με τη δημιουργία μιας μουσικής ομάδας παιδικών και νέων με ζουρνάδες και νταούλια, βρήκε την πρόθυμη συμπαράσταση της ΕΚΠΟΛ της Περιφέρειας Θεσσαλίας. Γι’ αυτό και η σημαντική αυτή δράση τελεί υπό την αιγίδα της.

Δυνατοί ήχοι, κρούσεις, ρυθμοί, ένταση και χαρά είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής της πρωτότυπης ενασχόλησης, αφού πρόκειται για όργανα ομαδικής επικοινωνίας που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος σε διαρκή χρήση από την αρχαιότητα έως σήμερα.

Έτσι λοιπόν ζουρνάδες και νταούλια, ένα μουσικό εργαστήρι για παιδιά και νέους λειτουργεί στο Λύκειο των Ελληνίδων Βόλου, ένα ταξίδι σκέψεων, τόπων και εμπειριών στον πολιτισμό. Κάθε Σάββατο από τις 6 έως τις 7.30 μ.μ. στην αίθουσα χορού του Λ.Ε.Β. (Κύπρου – Αχιλλοπούλου). Δάσκαλοι και εμψυχωτές της ομάδας: Λαυρέντης Νίτης στον ζουρνά και Φώτης Σκαμαγκούλης στο νταούλι.

Νταούλι: «Βάρα το νταούλι καλά, να χορέψουν τα παιδιά», φράση που καταμαρτυρεί την αλληλουχία μεταξύ ρυθμού και χορού αφού μόνον ο άνθρωπος, όπως φαίνεται, μπορεί να ρυθμίζει και να συντονίζει τις συναισθηματικές του κινήσεις, προικισμένες με την επίγνωση του ρυθμού. Τα νταούλια είναι από τα αρχαιότερα κρουστά. Πολυσήμαντα σύμβολα, μας συνδέουν με τις πρώτες ακτίνες φωτός στο ανθρώπινο πνεύμα, με τις πρώτες απόπειρες κατανόησης και επικοινωνίας με τη φύση. Νταούλι είναι το αρχαίο «τύμπανον» (τύπτω=χτυπώ με ξύλο). Δεξιόθεν ο κόπανος, αριστερόθεν η νταουλόβεργα και στη μέση το δέρμα που ξυλοκοπείται και …ηχεί. Σκορπά στον αέρα επιβλητικά σήματα γιορτής….και ορίζει τις κινήσεις του χορευτή. Είναι συνδεδεμένο λόγω του επιβλητικού του ήχου με τελετές μεγαλείου: νίκες, γιορτές, γάμους ….Ο Κολοκοτρώνης γράφει στα απομνημονεύματά του: «Έφθασε εις την Τριπολιτσά με αλάι πασαλίδικο με δέκα ζυγιές ταβούλια….».

Ζουρνάς: Από όλους τους ήχους ο πιο αδάμαστος είναι αυτός του ζουρνά. Μια παράδοση λέει πως ήταν το αγαπημένο μουσικό όργανο της Θεάς Αθηνάς, η οποία διασκέδαζε παίζοντας μαζί του μουσική. Κάποια μέρα παίζοντας είδε στην αντανάκλαση των νερών τα φουσκωμένα τις μάγουλα, τρόμαξε από το παραμορφωμένο πρόσωπό της θύμωσε και το πέταξε μακριά…. Ο αυλός έπεσε στη Φρυγία και εκεί τον βρήκε ο Μαρσύας, από όπου λένε ότι κατάγεται… «και είδα το πρόσωπο του γύφτου λαλητή, αλλασμένο και ογκωμένο και πλατύ και πανάθλιο κι από την ασκήμιακαι ήτανε λαχανιασμένα και αγώνας και άμοιαστη φοβέρα» γράφει ο Γρηγόριος Παλαμάς, σαν να εκφράζει με αυτά τα λόγια το θυμό της Αθηνάς. Ο οξύς διαπεραστικός και διονυσιακός του ήχος αναφέρεται στην Ιλιάδα ως όργανο των Τρώων και ως διάκοσμος στην ασπίδα του Αχιλλέα.

Ο ζουρνατζής και ο νταουλιέρης διαθέτουν πανομοιότυπους προγόνους στην Ανατολή και στη Δύση. Σε όλα τα Βαλκάνια και τη Μ. Ασία η μουσική έχει την ίδια ατμόσφαιρα. Αν αλλάζει λίγο από τόπο και προσαρμόζεται στις συνθήκες ζωής, στο χαρακτήρα των ανθρώπων, δεν χάνει ωστόσο ούτε τις κοινές βάσεις, ούτε τους ρυθμούς, ούτε την κοινή καταγωγή της.

Πηλιορείτικα νταούλια: «Παραδοσιακά νταούλια και ζουρνάδες έχουμε σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Και ενώ αλλού τα λένε «ζυγιά» ή «ζουρνάδες», εμείς στο Πήλιο τα λέμε «νταούλια», γράφει ο συντάκτης της τοπικής μας ιστοσελίδας «Ανω Λεχώνια-Πήλιο». Και συνεχίζει: «Διαφορά δεν υπάρχει στην ουσία της παραδοσιακής αυτής ορχήστρας. Αποτελείται από ένα μεγάλο νταούλι (μεγάλο τύμπανο) και έναν ή δυο ζουρνάδες (πίπιζες). Ο τρόπος παιξίματος στο Πήλιο, δεν μοιάζει με το παίξιμο της Μακεδονίας, όπου εκεί ο ένας απ’ τους δυο ζουρνάδες κρατάει το ίσο (μπασαδόρος) και άλλος παίζει τη μελωδία (πριμαδόρος). Εδώ, παίζουν το μέλος και οι δυο ζουρνάδες ίδια. Το νταούλι παίζεται με δυο ξύλα. Το ξύλο του αριστερού χεριού είναι πολύ λεπτό και ελαφρύ και λέγεται βέργα ή βίτσα «νταουλόβιργα». Χτυπάει τη δερμάτινη επιφάνεια και δίνει τους αδύνατους ήχους. Το «νταουλόξ’ λο», ξύλο του δεξιού χεριού είναι χοντρότερο και βαρύτερο και λέγεται και κόπανος, για δυνατότερους ήχους. Ο ζουρνάς (πνευστό) είναι ξύλινος με πιπίνι καλαμένιο και το νταούλι (κρουστό) επίσης ξύλινο με δέρμα».

Και στο ίδιο: «Τα χωριά του κεντροδυτικού Πηλίου έχουν να επιδείξουν αφθονία λαϊκών οργανοπαικτών. Είναι οι γνωστοί «νταουλ’τζήδες» ή «τυμπανάρ’δες» κι οι «ζουρνατζήδες». Ο Άγιος Λαυρέντης, η Δράκεια, το Καραμπάσι, η Μακρινίτσα, η Ζαγορά κι άλλα χωριά πρωτοστατούν. Στο νταούλι με τους διαπρέψαντες Σπίνα, Δημητρίου. Γεωργατζή, Αϋφαντή, Βενούτσο, Αποστολόπουλο…..Στο ζουρνά με τους Δέσπο, Μαυρίκο, Τσούκα, Βενούτσο, Ζιάκα, Καραμανιώλα, Πατσιούρη, Βούλγαρη ή Μπότσαρη, Απ. Μωρό κ.ά. Μάλιστα οι Δημητρίου και Δέσπος είχαν φτιάξει και τη «θορυβώδικη κομπανία» που γύριζε σε γάμους, πανηγύρια και εκδηλώσεις στα χωριά! Σήμερα έχουμε νέα πρόσωπα που κρατάνε και σ’ αυτό το χώρο την παράδοση: Σπίνας, Καραμανιώλας, Νίτης, Γούσιος, Σκαμαγκούλης, Βενούτσος κ. ά. Βέβαια στο Πήλιο υπάρχει και το έθιμο με το «σφάξιμο του νταουλιού», όπου ένας της παρέας των συνδαιτυμόνων με μαχαίρι στο τέλος ενός γλεντιού έσκιζε το δέρμα του νταουλιού για να μη χρησιμοποιηθεί κι από άλλους το ίδιο όργανο που τους διασκέδασε!

Και ένα ποίημα γραμμένο στο Καραμπάσι (Άγιο Βλάση) από τον γνωστό στιχοπλόκο Ιω. Μακρυγιώργο το 1930, για το σπάσιμο ενός νταουλιού κατά τη διάρκεια του πανηγυριού, μας δίνει μια εικόνα της εποχής. Είναι αντιγραφή από το βιβλίο «Άγιος Βλάσης ή Καραμπάσι Πηλίου» του Λευτέρη Αυφαντή:

Mάθετε τα νεότερα από το Καραμπάσι,

ίσως ο πλέον σκυθρωπός θα πρέπει να γελάσει.

Στο πανηγύρι γίνεται χορός με το νταούλι,

όπου διασκεδάζουμε και που χορεύουν ούλοι.

Την τελευταία τη βραδιά ο Γιωργατζής θυμώνει

και διακόπτει το χορό κι άρχισε να μαλώνει.

Τεντώνει τα ποδάρια του λυγάει το κορμί του

και μέσα ακουγότανε όπου ‘βραζε η ψυχή του.

Ντζαβέλας ο παληκαράς άρχισε να φωνάζει

έβγαζλε το μαχαίρι του και το νταούλι σπάζει.

Του δίνει δύο μαχαιριές, μπαμ μπου, ηκούσθη κρότος,

σαν αστραπές και σα βροντές μες στο μεγάλο σκότος.

Ντζαβέλας καθησύχασε μα ο καυγάς δε σβήνει,

ήταν κι ο Παντελής εκεί τι ήθελες να γίνει;

Ούτε αρχάς ούτε θεσμούς αυτός δε χαμπαρίζει,

στρατεύματα ολόκληρα αυτός τα φοβερίζει.

Θελήσαν να τον δέσουνε μα δεν το κατορθώσαν,

πιστεύω ότι μήνυση πήγαν και του σκαρώσαν.

Και έτσι ετελείωσε η φασαρία ούλη

Του χρόνου θα χορεύωμε με καινούργιο νταούλι!

(από την τοπική ιστοσελίδα «Άνω Λεχώνια-Πήλιο».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου