ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Θυμάμαι τα Πρωτοχρονιάτικα ρεβεγιόν

θυμάμαι-τα-πρωτοχρονιάτικα-ρεβεγιόν-168073

Αναμνήσεις από αξέχαστες εποχές που αποτυπώνουν το γιορτινό χρώμα στον παλιό Βόλο

Αξέχαστα τα πρωτοχρονιάτικα ρεβεγιόν της δεκαετίας 50-60. Ηταν η εποχή που οι Βολιώτες μετά την κατοχή και τον εμφύλιο -παρά τα οικονομικά τους που ήταν σε άθλια κατάσταση- διψούσαν για λίγη διασκέδαση περιμένοντας τις γιορτινές μέρες είτε στα κοσμικά κέντρα του Βόλου είτε στα σπίτια τους…ρεφενίζοντας.

Για τους «έχοντες» πολλά τα κέντρα του Βόλου (Χατζηνικολάου, Εξωραϊστική, Καλιντζέος, Αναυρος, Ν. Ιωνία, «Τζάκι» στον Ανω Βόλο κλπ) με ζωντανές ορχήστρες των Γ. Μαυραντώνη, Ν. Τσαχτίρη, Κ. Μάστορη, Κ. Βακαλόπουλου, Τ. Θεοδωρόπουλου, Χ. Τσόχα, Μ. Ραχαβέλια και Βολιώτες τραγουδιστές όπως οι Γ. Γκανίλας, Γ. Τενόπουλος, Τ. Βαβάτσικος, Ν. Καπάτος, Τ. Μουζάς, μεταξύ των οποίων και ο γράφων.

Για τους «μη έχοντες» τα Πρωτοχρονιάτικα ρεβεγιόν στα σπίτια τους με το βερμούτ ανά χείρας, τους απαραίτητους ξηρούς καρπούς και μια κιθάρα ή ένα ακορντεόν και με πολύ διάθεση για διασκέδαση.

Για έναν 16χρονο μαθητή και συγχρόνως τραγουδιστή, που εμφανιζόταν μαζί με το φίλο και συμμαθητή του Μίμη Μαχαιρίτσα, όπως εγώ, παραμονή Πρωτοχρονιάς στο φημισμένο κέντρο Χατζηνικολάου με την ορχήστρα Μαυραντώνη ήταν ένα άπιαστο όνειρο.

Οι παλιοί Βολιώτες θα θυμούνται τις αίθουσες Χατζηνικολάου. Σαββατοκύριακα λειτουργούσε η μεγάλη αίθουσα, Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, απόκριες άνοιγαν άλλες δύο μικρότερες. Ολες στον άνω όροφο, γιατί στο ισόγειο λειτουργούσε καφενείο, ζαχαροπλαστείο και αίθουσα μπιλιάρδου επί της παραλίας, από Τοπάλη μέχρι Σπυρίδη.

Η τεράστια πίστα χορού, το ξύλινο δάπεδο, φωτίζονταν από έγχρωμο φωτισμό και οι χορευτές χόρευαν υπό τους ήχους της ορχήστρας Γ. Μαυραντώνη, ενώ υπήρχαν και «κρεμαστά» μπαλκόνια απ’ όπου οι θαμώνες έριχναν σερπαντίνες στους χορευτές.

Οταν πλησίαζε να φύγει ο παλιός χρόνος και να έρθει ο καινούργιος, ο ντραμίστας Μίμης Βιτς κτυπούσε τα «πατίνια» και τα «τυμπάνια», όπως τα αποκαλούσε ο Βαγγέλης Παραθανασίου, ο οποίος είχε παρόμοια στο σπίτι του στο Λονδίνο και ολόκληρη η ορχήστρα μαζί και οι θαμώνες αριθμούσαμε αντίστροφα 5… 4… 3… 2… 1…0.

Με την είσοδο του νέου χρόνου, από την οροφή του κέντρου, που ήσαν τοποθετημένα δεκάδες μπαλόνια, έπεφταν στην πίστα και μαζί με τα χειροκροτήματα για την είσοδο του νέου χρόνου, τις ευχές και τα φιλιά ένα τραγούδι αντηχούσε απ’ όλους. «Πάει ο παλιός ο χρόνος, ας γιορτάσουμε παιδιά…καλή χρονιά, καλή χαρούμενη Πρωτοχρονιά».

Και μετά ερχόταν η ώρα του χορού και πρώτα το τραγούδι του Χρ. Χαιρόπουλου «αγαπημένη μου χρόνια πολλά, να είναι χαρούμενος ο νέος χρόνος, η τύχη πάντοτε να σου γελά και να είναι άγνωστος για σένα ο πόνος»…

Κι ενώ το τραγουδούσα, έβλεπα τα ζευγάρια «τσικ του τσικ» όπως λέμε, «μάγουλο με μάγουλο», να ανταλλάσσουν ευχές, υποσχέσεις και…κρυφο- φιλήματα. Ωραία εποχή, ανέμελη, γιατί τα προβλήματα είχαν περάσει και με τον καινούργιο χρόνο έρχονταν και οι ελπίδες για μια καλύτερη και πιο άνετη ζωή.

Το ίδιο συνέβαινε και με τα «ρεφενέ» πάρτι στο ρεβεγιόν της Πρωτοχρονιάς με περισσότερο ξεφάντωμα. Υπήρχαν όμως και άλλα ρεβεγιόν στα σπίτια πολλών συμπολιτών μας που γιόρταζαν με το δικό τους τρόπο τον ερχομό του νέου χρόνου.

Ηταν οι συμπολίτες μας που μέλη των οικογενειών τους έπαιζαν μουσικά όργανα. Και θυμάμαι αρκετούς όπως τις οικογένειες Ζώνζηλου με τη Τζένη και την Καίτη να παίζουν πιάνο, Σαμσαρέλου, τον Αλέκο και το Φίλιππο, βιολιά, και τη Μαίρη στο πιάνο, Ψιώτα, Κεχαΐδη με τα ακκορντεόν τους, Κοντομητροπούλου, Τσόχα, Ραχαβέλια κλπ.

Τέλος, το «δικό» μας ρεβεγιόν, οι μουσικοί της ορχήστρας μας, το κάναμε ανήμερα στο Γηροκομείο και το Νοσοκομείο του Βόλου, αφιερώνοντας τραγούδια στους γέροντες και τους ασθενείς. Καλή χρονιά, χρόνια πολλά σε όσες και όσους συμπολίτες γιορτάζουν αυτές τις μέρες.

Γράφει ο Τάσσος Μητρογώγος

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου