ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Γερμανία: Τεράστιες εκτάσεις δάσους καταστράφηκαν από την κλιματική αλλαγή

γερμανία-τεράστιες-εκτάσεις-δάσους-κ-397551
Συναγερμό έχει σημάνει στην Γερμανία η καταστρφοή τεράστιων δασικών εκτάσεων εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Οικολογικές οργανώσεις, γερμανική κυβέρνηση και ιδιοκτήτες δασών ψάχνουν να βρουν λύσεις που θα εξασφαλίσουν την βιωσιμότητα των φημισμένων γερμανικών δασών.

Τα δάση της Γερμανίας για τους Γερμανούς ήταν ανέκαθεν κάτι σαν ιεροί τόποι. Είναι ταυτισμένα με την γερμανική ζωή και κουλτούρα, όπως μαρτυρά μεταξύ άλλων και ο στίχος του Μπέρτολτ Μπρεχτ: «Εγώ ο Μπέρτολτ Μπρεχτ είμαι από τα μαύρα δάση […] και των δασών η παγωνιά μέσα μου θα ‘ναι ως τον θάνατό μου».

Όμως τα δάση της Γερμανίας, που έχουν τραγουδηθεί, έχουν ταυτιστεί με παραμύθια και θρύλους, είναι πλέον αντιμέτωπα με μια καθόλα πραγματική απειλή. Την κλιματική αλλαγή και την υπερθέρμανση του πλανήτη. Σύμφωνα με τους ειδικούς, αλλά και τους ιδιώτες ιδιοκτήτες μεγάλων δασικών εκτάσεων της Γερμανίας, ο φετινός καύσωνας που έφερε θερμοκρασίες που έφτασαν μέχρι και τους 42,6 βαθμούς Κελσίου σε συνδυασμό με την ξηρασία που επικράτησε κατέστρεψε περισσότερα από 1.100 τετραγωνικά χιλιόμετρα δάσους.

Φέτος αλλά και πέρυσι, τα γερμανικά δάση, εξαιτίας της ξηρασίας (ήταν τα πιο ξηρά καλοκαίρια των τελευταίων 50 ετών) απορρόφησαν ανά τετραγωνικό μέτρο συνολική ποσότητα νερού κατά 200 λίτρα μικρότερη από την απαιτούμενη. Οι συνέπειες θα γίνουν αισθητές και το επόμενο διάστημα καθώς ο μαζικός θάνατος των δέντρων που σημειώθηκε στις εκτάσεις αυτές θα παρασύρει στον χαμό και την όποια βλάστηση επέζησε καθώς αναμένονται οι φθινοπωρινές καταιγίδες και τα παράσιτα της άνοιξης. Το κόστος της αναδάσωσης των περιοχών που καταστράφηκαν μέχρι τώρα μέσα στο 2019 εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 660 εκατομμύρια ευρώ.

Καθώς το θέμα έχει αρχίσει να παίρνει διαστάσεις και να προκαλεί αντιδράσεις από διάφορες οικολογικές οργανώσεις και οργανισμούς για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, η γερμανική κυβέρνηση αποφάσισε να αναλάβει δράση. Η υπουργός Γεωργίας δεσμεύτηκε ότι θα δοθούν συνολικά 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ για να αποκατασταθούν οι ζημιές. Παράλληλα τον Σεπτέμβριο αναμένεται να παρουσιαστεί το «κλιματικό πακέτο» της κυβέρνησης του Μεγάλου Συνασπισμού, το οποίο η Άνγκελα Μέρκελ και οι Σοσιαλδημοκράτες ευελπιστούν ότι θα ικανοποιήσει όσους ανησυχούν για το θέμα της κλιματικής αλλαγής.

Η ανησυχία αυτή έχει εξάλλου και πολιτικό κόστος για τα δύο μεγάλα κόμματα αν κανείς δει τα ολοένα και μεγαλύτερα ποσοστά των Πρασίνων στην Γερμανία. Σημειώνεται ότι τα γερμανικά δάση δεσμεύουν περίπου 62 τόνους διοξειδίου του άνθρακα τον χρόνο, ποσότητα που αντιστοιχεί στο 7% των συνολικών ετήσιων εκπομπών ρύπων άνθρακα της Γερμανίας.

Ο δημόσιος διάλογος σχετικά με την τεράστια ζημιά στα γερμανικά δάση από την κλιματική αλλαγή, δεν γίνεται όμως μόνο με όρους καταγγελίας για λήψη μέτρων κατά της κλιματικής αλλαγής. Οι οικολογικές οργανώσεις έχουν στραφεί εναντίον των ιδιοκτητών μεγάλων δασικών εκτάσεων (οι περισσότεροι από τους οποίους είτε είναι απόγονοι ευγενών είτε… πλούσιοι ευγενείς) τους οποίους κατηγορούν ότι διαχειρίζονται με τελείως λάθος τρόπο τα δάση τους. Πιο συγκεκριμένα έχει ξεκινήσει ένας τεράστιος διάλογος σχετικά με την επιλογή να φυτεύονται μαζικά κωνοφόρα δέντρα και να δημιουργούνται δάση από έλατα και πεύκα.

Για εκατοντάδες ή ίσως και για χιλιάδες χρόνια τα δάση της περιοχής που σήμερα ονομάζεται Γερμανία, ήταν κυρίως δάση από οξιές και βελανιδιές. Ακόμα και σήμερα το ένα τρίτο περίπου της έκτασης της Γερμανίας δηλαδή 114.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα (η έκταση της Ελλάδας συνολικά είναι περίπου 132.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα) είναι καλυμμένα από δάσος. Από αυτά το 50% αποτελείται πλέον από κωνοφόρα δέντρα, ενώ οι οξιές και οι βελανιδιές έχουν περιοριστεί στο 25% της συνολικής έκτασης. Συνολικά το 50% των γερμανικών δασών ανήκει σε ιδιώτες.

Η επιλογή των κωνοφόρων από τους ιδιοκτήτες τα προηγούμενα χρόνια προφανώς δεν ήταν τυχαία. Τα κωνοφόρα μεγαλώνουν σχετικά γρήγορα και είναι ιδιαίτερα θελκτικά για τους εμπόρους ξυλείας και για την βιομηχανία. Οι ιδιοκτήτες είχαν έτσι σημαντικό κέρδος από αυτή την επένδυση. Φέτος, αλλά και πέρυσι, όμως εξαιτίας της καταστροφής από την ξηρασία, τις φωτιές, τα παράσιτα, τις καταιγίδες και άλλους παράγοντες, οι τιμές του ξύλου έπεσαν κατακόρυφα, αφού η προσφορά αυξήθηκε. Ως αποτέλεσμα δεν είναι λίγοι οι ιδιοκτήτες που αναγνωρίζουν το λάθος τους ως προς την επιλογή των κωνοφόρων.

Επιπλέον παράγοντας ανησυχίας γι’ αυτούς είναι ότι όσο περισσότερα δέντρα νεκρώνουν ή καίγονται τόσο λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα δεσμεύεται. Επιπροσθέτως αξίζει να σημειωθεί ότι η αποσύνθεση των δέντρων και η καύση τους απελευθερώνουν και αυτές διοξείδιο του άνθρακα και άλλους αέριους ρύπους στην ατμόσφαιρα. Το ερώτημα που προκύπτει από την όλη υπόθεση και το οποίο απασχολεί ήδη τόσο τις οικολογικές οργανώσεις όσο και τους ιδιοκτήτες στην Γερμανία είναι να βρεθεί μια λύση στο θέμα, όπερ σημαίνει να βρεθούν και να φυτευτούν τα είδη δένδρων που θα εξασφαλίζουν εν μέσω κλιματικής αλλαγής την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων εκμετάλλευσης τους, αλλά και των δασών.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου