ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Ρύπανση: viral ντοκιμαντέρ σαρώνει την Κίνα

ρύπανση-viral-ντοκιμαντέρ-σαρώνει-την-κίν-631529

Τεράστια και ταχύτατη διάδοση γνώρισε στην Κίνα το ερασιτεχνικό ντοκυμαντέρ μιας κινέζας δημοσιογράφου και μητέρας, της Τσάι Τζινγκ, το οποίο διαπραγματεύεται το μείζον πρόβλημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στον αναδυόμενο οικονομικό γίγαντα.

Μέσα σε ελάχιστες μέρες το video της Τζινγκ είδαν περισσότερα από 155 εκατομμύρια άτομα.

Το ντοκυμαντέρ με τίτλο “Κάτω από τον θόλο” (Under the Dome) αποτυπώνει την εμπειρία της δημιουργού του η οποία ζει και εργάζεται σε μια από τις πλέον μολυσμένες πόλεις του κόσμου, το Πεκίνο και διερευνά τις πηγές της καταστροφικής ρύπανσης που απειλεί το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το ντοκυμαντέρ χρημαδότησε η ίδια η δημοσιογράφος με δικούς τους πόρους. Επειδή μάλιστα στρέφεται ευθέως κατά του πανίσχυρου “μετακομμουνιστικού” καθεστώτος η Τζινγκ αναγκάστηκε να παραιτηθεί από το κρατικό μέσο ενημέρωσης στο οποίο εργαζόταν για να κάνει την κινηματογράφηση.

Έκπληξη αποτελεί το γεγονός ότι η κινεζική κυβέρνηση δεν το έχει ακόμα απαγορεύσει. Ίσως ως παραδοχή ήττας απέναντι στη δύναμη του διαδικτύου μπορεί να εκληφθεί το σχόλιο του νέου κινέζου υπουργού Προστασίας του Περιβάλλοντος, Τσεν Τζινίνγκ ο οποίος δήλωσε ότι “αυτό το δημιούργημα μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης πάνω σε περιβαλλοντικά ζητήματα δημόσιας υγείας”.

Διεθνείς πιέσεις στην Ινδία

Λίγο δυτικότερα, εντείνονται οι διεθνείς πιέσεις στην Ινδία να ανακοινώσει στόχους μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, την ίδια ώρα που τουλάχιστον 3.000 άτομα πεθαίνουν πρόωρα κάθε χρόνο στο Νέο Δελχί λόγω της έκθεσης στη ρύπανση της ατμόσφαιρας.

Ο πρωθυπουργός της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι αναμένεται να αντιμετωπίσει ισχυρές πιέσεις ενόψει της κλιματικής συνόδου κορυφής των Ηνωμένων Εθνών στο Παρίσι τον ερχόμενο Δεκέμβριο, ενώ η πολιτική της Ινδίας έχει έρθει στο προσκήνιο μετά τη συμφωνία που επετεύχθη μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας τον περασμένο Νοέμβριο.

Η Ινδία έχει αποφύγει να δεσμευθεί για μεγάλες μειώσεις εκπομπών, υπό τον φόβο ότι αυτό θα δυσχεράνει τις προσπάθειες της κυβέρνησης να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο της χώρας, όπου περίπου το 25% των 1,2 δισεκατομμυρίων κατοίκων ζει κάτω από το όριο της φτώχειας.

Αντ’ αυτού η κυβέρνηση υποστηρίζει πως η μεγαλύτερη περιβαλλοντική ευθύνη βαραίνει τις μεγάλες βιομηχανοποιημένες οικονομίες, τις οποίες κατηγορεί για υποκρισία όταν θέτουν τις ίδιες απαιτήσεις σε φτωχότερα κράτη.

«Η πρόθεση της κυβέρνησης για ανάπτυξη δεν είναι μία απλή ρητορική χωρίς περιεχόμενο. Μία επιθετική πολιτική ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα καθιστούσε την πρόσβαση στον ηλεκτρισμό δυσβάσταχτη οικονομικά για το 20 τοις εκατό των νοικοκυριών της χώρας», δήλωσε ο Αρουνάμπα Γκος, διευθυντής του Εθνικού Συμβουλίου για την Ενέργεια, το Περιβάλλον και το Νερό.

Η Ινδία σκοπεύει να φτάσει τα 100.000 μεγαβάτ ηλιακής ενέργειας έως το 2022, από τα μόλις 3.000 που διαθέτει σήμερα, ενώ προβλέπει πως η βιομηχανία ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μπορεί να δημιουργήσει επιχειρηματικές ευκαιρίες ύψους 160 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσα στα επόμενα πέντε έτη.

Μέσω της ηλιακής ενέργειας, ο Μόντι έχει δεσμευτεί να εξασφαλίσει πρόσβαση σε ηλεκτρισμό για 300 εκατομμύρια Ινδούς έως το 2019. Ωστόσο παράλληλα σχεδιάζει να διπλασιάσει την παραγωγή ενέργειας από άνθρακα στο ίδιο διάστημα, με την κατασκευή νέων “πράσινων” μονάδων, φτάνοντας στην καύση ενός δισεκατομμυρίου τόνων άνθρακα ετησίως.

Σήμερα περίπου το 60% της ενέργειας της χώρας προέρχεται από άνθρακα, η ρύπανση από τον οποίο ευθύνεται για 115.000 θανάτους κάθε χρόνο, σύμφωνα με διάφορες ανεξάρτητες μελέτες.

Το Νέο Δελχί πέρυσι ανακηρύχθηκε ως η πόλη με την πιο μολυσμένη ατμόσφαιρα στον πλανήτη, ενώ περισσότερος από τον μισό πληθυσμό της χώρας κατοικεί σε περιοχές όπου η συγκέντρωση επιβλαβών σωματιδίων στην ατμόσφαιρα ξεπερνά τα όρια ασφαλείας.

Εξάλλου, ο Μόντι έχει δημιουργήσει ένα από τα μεγαλύτερα ηλιακά πάρκα στην Ασία και αύξησε τους φόρους στα ορυκτά καύσιμα, δηλώνοντας πως «ανησυχεί για την κληρονομιά που θα αφήσει στις επόμενες γενιές», επισημαίνοντας όμως πως δεν υφίσταται διεθνείς πιέσεις.

econews.gr

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου