ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Μειωμένες οι παραγγελίες στη Βιομηχανία

μειωμένες-οι-παραγγελίες-στη-βιομηχα-505002

Mία στις δύο επιχειρήσεις της περιοχής μας δηλώνει ότι τα αποτελέσματα του α΄ εξαμήνου υπήρξαν χειρότερα από εκείνα της προηγούμενης χρονιάς, αντίστοιχο ποσοστό δηλώνει ότι έχουν υποστεί μείωση των παραγγελιών και της παραγωγής τους σε ποσοστό από 10% έως 40%, ενώ το 7% δηλώνει ότι η απώλεια αυτή ανέρχεται σε 50%.
Τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν από έρευνα που πραγματοποιήθηκε από 7 Μαΐου έως 3 Ιουνίου 2010 από το Σύνδεσμο Βιομηχανιών Θεσσαλίας και Κεντρικής Ελλάδος και στην οποία συμμετείχαν 202 επιχειρήσεις των νομών της Θεσσαλίας και της Στερεάς Ελλάδος. Από τις 202 επιχειρήσεις που συμμετείχαν στην έρευνα οι 92 ήταν από τη Μαγνησία.
Από την έρευνα συμπεραίνεται ακόμη ότι μόνον το 15% περίπου έχει προχωρήσει σε απολύσεις, ενώ όλες οι υπόλοιπες έχουν προχωρήσει σε κατάργηση των υπερωριών (32,7%) σε μείωση ημερών και αμοιβών (15,8%) με εσωτερικές συμφωνίες και σε αναγκαστικές άδειες (10,9%). Ένα εντυπωσιακό στοιχείο της έρευνας είναι ότι οι επιχειρήσεις θέτουν ως πρώτη προτεραιότητα, που μπορεί να βοηθήσει τις ίδιες και την οικονομία, τη δραστική συμμετοχή της γραφειοκρατίας (81,2%).

Ειδικότερα από τη έρευνα που πραγματοποιήθηκε με ερωτηματολόγιο πολλαπλών ερωτήσεων τα βασικά συμπεράσματα που προέκυψαν είναι τα εξής:

1. Τα αποτελέσματα του α΄ εξαμήνου του 2010, για το 51% των επιχειρήσεων υπήρξαν χειρότερα από εκείνα της προηγούμενης χρονιάς, ενώ μόνον το 17% δηλώνει ότι κατάφερε να έχει θετικότερα αποτελέσματα.
2. Το μεγαλύτερο πρόβλημα των επιχειρήσεων του δείγματος εντοπίζεται στην ραγδαία επιδείνωση της εσωτερικής ζήτησης και ακολουθούν σε ιδιαίτερα μεγάλο ποσοστό (67,3%) η αύξηση των ακάλυπτων επιταγών και η μείωση της τραπεζικής χρηματοδότησης (57,4%). Ασφαλώς, ένα μέρος που αφορά σε μείωση της εσωτερικής ζήτησης προέρχεται και από την απόφαση των ίδιων των επιχειρήσεων να μην εκτελούν επισφαλείς παραγγελίες, λόγω της υπονόμευσης της πίστης στην αγορά.
3. Οι μισές σχεδόν από τις επιχειρήσεις του δείγματος δηλώνουν ότι έχουν υποστεί μείωση των παραγγελιών και της παραγωγής τους σε ποσοστό από 10% έως 40%, ενώ το 7% δηλώνει ότι η απώλεια αυτή ανέρχεται σε 50%. Περίπου όμοια εμφανίζεται και η εικόνα του κύκλου εργασιών των μονάδων, ενώ περίπου μία στις τρεις από αυτές δηλώνει ότι δεν έχει ανάλογες απώλειες.
4. Το πρώτο εντυπωσιακό στοιχείο από την έρευνα είναι η κατάσταση των εργασιακών σχέσεων που ισχύει στις μονάδες του δείγματος: Οι μισές από αυτές δηλώνουν ότι δεν έχουν προβεί σε καμία αλλαγή, που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μεταβολή. Μόνον το 15% περίπου έχει προχωρήσει σε απολύσεις, ενώ όλες οι υπόλοιπες, έχουν προχωρήσει σε κατάργηση των υπερωριών (32,7%), σε μείωση ημερών και αμοιβών (15,8%) με εσωτερικές συμφωνίες, και σε αναγκαστικές άδειες (10,9%). Δηλαδή, οι επιχειρήσεις, παρά τις σοβαρές πιέσεις που δέχονται, αναδιαρθρώνουν την δομή τους, διατηρώντας όμως το παραγωγικό τους δυναμικό χωρίς ουσιαστικές μεταβολές.
5. Το δεύτερο εξίσου εντυπωσιακό στοιχείο της έρευνας είναι ότι οι επιχειρήσεις θέτουν ως πρώτη προτεραιότητα, που μπορεί να βοηθήσει τις ίδιες και την οικονομία, τη δραστική μείωση της γραφειοκρατίας (81,2%). Ακολουθεί αμέσως μετά μία σειρά προτάσεων, που ουσιαστικά έχουν ως επιδίωξη την ανάσχεση της δραματικής κατάστασης που σχετίζεται με την ρευστότητά τους. Σε ποσοστό 64,4% θεωρούν ότι η εξόφληση χρεών του κράτους στις επιχειρήσεις και στην αγορά αποτελεί ένα κρίσιμο βήμα. Υπολογίζοντας ότι σήμερα το κράτος όχι απλώς δεν εξυπηρετεί υποχρεώσεις του παρελθόντος (κατασκευαστικές επιχειρήσεις, προμηθευτές, αναπτυξιακός νόμος κ.λ.π.) αλλά δημιουργεί και νέες σοβαρές, όπως είναι η αναστολή της επιστροφής του ΦΠΑ, γίνεται αντιληπτό ότι σε συνδυασμό με την περιοριστική πιστωτική πολιτική, οι επιχειρήσεις βιώνουν μία ανομολόγητη ασφυξία ρευστότητας. Η ενίσχυση των εξαγωγών (63,4%), η άμεση εφαρμογή των επενδυτικών προγραμμάτων του ΕΣΠΑ (61,4%) και η άμεση εφαρμογή ενός ειδικού προγράμματος ΤΕΜΠΜΕ προσανατολισμένου στις ανάγκες της παραγωγής (56,4%) αποτελούν τις βασικές προτάσεις των επιχειρήσεων του δείγματος, που αποσκοπούν τόσο στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της καχεκτικής ρευστότητας, όσο και στην ενίσχυση της ανάπτυξης.
6. Οι προβλέψεις των επιχειρήσεων για το «κλείσιμο» του 2010 διαγράφονται απαισιόδοξες, δεδομένου ότι μόλις το 23,7% εκτιμά ότι θα έχει θετικά αποτελέσματα. Αντίθετα, το 42,6% θεωρεί ότι η χρονιά θα κλείσει με χειρότερα από τα περυσινά αποτελέσματα, ενώ το 33,6% ότι θα έχει όμοια με αυτά του 2009.
7. Αξιολογώντας τα κυβερνητικά μέτρα για την αποτελεσματικότητα της κρίσης το 37% των επιχειρήσεων τα θεωρεί πλήρη, ενώ καταγράφεται και ένα 13,9% που τα θεωρεί υπερβολικά. Το 36,6% ωστόσο θεωρεί χρειάζονται και άλλα μέτρα και ένα 24,7% ότι τα μέτρα δεν είναι ικανά να αντιμετωπίσουν την κρίση.
8. Τέλος, η εικόνα της πλήρους απαισιοδοξίας αποτυπώνεται στις εκτιμήσεις των μονάδων των δείγματος για τον χρόνο εξόδου της ελληνικής οικονομίας από την κρίση. Η συντριπτική πλειοψηφία εκτιμά ότι αυτή προσδιορίζεται σε χρόνο μετά το 2011.

Συμπερασματικά οι επιχειρήσεις όσο περνάει ο καιρός και δεν διαπιστώνουν δραστικές αλλαγές στο περιβάλλον τους υποβαθμίζουν την προοπτική της γρήγορης ανάκαμψης. Πιεζόμενες από το αρνητικό δημοσιονομικό περιβάλλον, την έντονη αβεβαιότητα, τις επιδράσεις του κακού επιχειρηματικού κλίματος, και την απουσία ολοκληρωμένου προγράμματος πολιτικών για μεταρρυθμίσεις και τομές, εκφράζουν την απαισιοδοξία τους για το μεσοπρόθεσμο μέλλον, θεωρώντας ότι η έξοδος της οικονομίας από την κρίση μετατίθεται σε χρόνο πέραν του 2011.
 

 

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου