ΥΓΕΙΑ

Η σεξουαλικότητα στην εφηβεία

η-σεξουαλικότητα-στην-εφηβεία-472831

Tης Μαρίζας Στ. Χατζησταματίου, Ψυχολόγου, M.Sc, PhD, Διδάκτορος Παν/μίου Θεσσαλίας

www.my-psychology.gr

Η εφηβεία είναι ένα ξεχωριστό κομμάτι της ανθρώπινης ζωής. Είναι ίσως από τα πιο όμορφα. Το λιγότερο, αλλά και περισσότερο αθώο. Πάντως είναι σίγουρο, ότι είναι το πιο ποιητικό και ακανθώδες. Είναι επίσης και το πιο εύθραυστο. Είναι η αναπτυξιακή εκείνη περίοδος της ζωής του ανθρώπου που ξεκινάει με ειδικές βιολογικές αλλαγές(ορμονικές) στο σώμα του παιδιού (αλλαγές που έχουν παράλληλα και ψυχοσωματικές επιπτώσεις) και τελειώνει ψυχολογικά με την τελική γενετήσια ολοκλήρωση και αυτόνομη ωρίμανση του ατόμου. Θα λέγαμε αδρά ότι η εφηβεία αρχίζει γενικά περί το 11ο έτος της ηλικίας και φτάνει μέχρι το 18ο. Όμως υπάρχουν μεγάλες ατομικές διαφορές στα όρια αυτά και αυτό θα πρέπει να το λαμβάνουν αυτό υπόψη τους όσοι έρχονται σε επαφή με νέους. Είναι επιπλέον γνωστό ότι μπορεί να παρατηρήσει κανείς εφηβική συμπεριφορά και σε μεγάλους ανθρώπους που δεν πέτυχαν να ωριμάσουν στην κρίσιμη αυτή περίοδο. Η εφηβεία θεωρείται η κατεξοχήν ηλικία της σεξουαλικής αφύπνισης, διεκδίκησης και ωρίμανσης του σεξουαλικού ρόλου του ατόμου. Οι μεγάλες ορμονικές, βιολογικές, σωματικές και συναισθηματικές αλλαγές αφυπνίζουν βιολογικά και σεξουαλικά το σώμα του εφήβου και επηρεάζουν την ψυχολογική και συναισθηματική του κατάσταση. Η αναζωπύρωση της σεξουαλικότητας είναι εμφανής και η ολοκλήρωση της σεξουαλικής πράξης καθίσταται δυνατή στην περίοδο της εφηβείας. Ο έφηβος μέσα από συγκρούσεις κυρίως με το γονεϊκό περιβάλλον, προσπαθεί να ισχυροποιήσει το δικό του Εγώ. Ο έφηβος αμφισβητεί, αντιδρά και αναζητά καινούριους στόχους. Ο πιο σημαντικός στόχος της, όπως υποστηρίζουν οι περισσότεροι ειδικοί, είναι η διαμόρφωση της ταυτότητας του ατόμου, η ωρίμανση και η ανεξαρτητοποίηση του, ώστε να μπορέσει στην συνέχεια να διαμορφώσει το άτομο ουσιαστικές και βαθιές διαπροσωπικές σχέσεις.

Η αποδοχή της σεξουαλικότητας στην εφηβεία αντανακλά την κοινωνική εξέλιξη, καθώς ορισμένες συμπεριφορές είναι επιτρεπτές ή μη σε διάφορες εποχές και σε διάφορους πολιτισμικούς χώρους. Η πρώτη ερωτική σχέση του εφήβου μπορεί να γίνει πηγή συναισθημάτων άγχους και ανασφάλειας για τον ίδιο αλλά και για τους γονείς του, οι οποίοι ανησυχούν και κρατούν συνήθως συντηρητική στάση σε αυτά τα θέματα.

Οι πρώτες προσεγγίσεις με άτομα του άλλου φύλου είναι συνήθως αδέξιες. Τα αγόρια μπορεί να είναι επιθετικά ή υπερβολικά ιπποτικά, να αναζητούν κατευθείαν την σεξουαλική εμπειρία ή, αντίθετα, να κυριαρχούνται από ιδεαλιστικές προθέσεις. Τα κορίτσια, ενώ δείχνουν αρχικά ενδιαφέρον για τα αγόρια της ηλικίας τους, στη συνέχεια στρέφονται σε μεγαλύτερα αγόρια, τα οποία φαίνονται πιο ώριμα και ενδιαφέροντα. Μάλιστα, τα κορίτσια αναζητούν λιγότερο την καθαρή σεξουαλική εμπειρία και πιστεύουν περισσότερο στον έρωτα. Γενικά, οι σημερινοί έφηβοι ξεκινούν τις σεξουαλικές δραστηριότητες σε μικρότερες ηλικίες σε σχέση με τις παλιότερες γενιές. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι οι πρώτες σεξουαλικές εμπειρίες είναι πάντα επιτυχημένες. Συχνά φέρνουν ντροπή, φόβο και απογοήτευση, ενώ προκαλούν και έντονες ανησυχίες όσον αφορά στην αντισύλληψη και τη μετάδοση του AIDS.

Ο τρόπος με τον οποίο θα αντιμετωπίσει ένα άτομο τη σεξουαλικότητά του κατά τα διάφορα στάδια της ζωής του, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση που έλαβε σε όλη τη διάρκεια των παιδικών του χρόνων. Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση δεν αναφέρεται μόνο σε ζητήματα σεξουαλικών σχέσεων αλλά και σε ευρύτερα θέματα, όπως η εικόνα του εαυτού, η αυτοεκτίμηση, οι κανόνες ηθικής, ο αμοιβαίος σεβασμός και η αγάπη. Οι αξίες των γονέων μεταδίδονται μέσα από τα λόγια τους, αλλά κυρίως μέσα από τη στάση τους και το ζωντανό παράδειγμα που δίνουν στα παιδιά τους. Τα παιδιά από πολύ νωρίς δείχνουν περιέργεια για το σώμα των ενηλίκων ανδρών και των γυναικών. Επίσης από μικρά παρατηρούν τις διαφορές του δικού τους σώματος από των ενηλίκων. Το περιεχόμενο και η διατύπωση των ερωτήσεων των παιδιών αλλάζουν ανάλογα με την ηλικία. Στην εφηβεία για παράδειγμα, τα ερωτήματα αφορούν στις προγαμιαίες σχέσεις, την αντισύλληψη και τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα.

Η καταλληλότερη στιγμή για τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση από τους γονείς φαίνεται να είναι όταν ρωτήσει το ίδιο το παιδί. Οι πληροφορίες ή οι υπερβολικές λεπτομέρειες που δίνονται χωρίς να έχει προλάβει το παιδί να αναρωτηθεί, δεν μπορούν να αφομοιωθούν και τις πιο πολλές φορές το αφήνουν αδιάφορο. Οι απαντήσεις θα πρέπει να είναι ξεκάθαρες και ακριβείς, σε γλώσσα που αντιστοιχεί στην ηλικία του παιδιού. Καλό είναι να αποφεύγονται τα μικρά ψεματάκια και οι απλοποιημένες θεωρίες που συνήθως χρησιμοποιούνται για τα μικρότερα παιδιά, καθώς γίνονται πιστευτές και είναι δύσκολο να ανασκευαστούν αργότερα. Οι γονείς επομένως θα πρέπει να βασίζουν τις απαντήσεις που δίνουν στα παιδιά τους σε επιστημονικές γνώσεις και να τις προσαρμόζουν στο πλέγμα αξιών της οικογένειας. Γίνεται σαφές ότι η συνεπής και απαλλαγμένη από προκαταλήψεις συμμετοχή των γονέων στη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους, θα επιτρέψει τόσο την υγιή αντιμετώπιση των ζητημάτων της σεξουαλικότητας, όσο και τη μετάδοση των οικογενειακών ηθικών αξιών.

Ο άλλος χώρος στον οποίο παρέχεται σεξουαλική διαπαιδαγώγηση είναι το σχολείο. Μάλιστα, είναι ίσως ο πλέον κατάλληλος για την περίοδο της εφηβείας. Σε αυτό το στάδιο ανάπτυξης, ορισμένοι ντροπαλοί έφηβοι δεν νιώθουν άνετα να πλησιάσουν τους γονείς τους και να τους ρωτήσουν για τις ανησυχίες τους. Σκέφτονται ότι είναι παράδοξες ή αδικαιολόγητες, αλλά αυτό δεν τους εμποδίζει να τις βιώνουν έντονα και να δημιουργούν προσωπικές σεξουαλικές θεωρίες. Καθώς στο σχολείο φοιτούν παιδιά από διαφορετικές κοινωνικο-πολιτισμικές ομάδες και οικογένειες με διαφορετικά συστήματα αξιών, οι απαντήσεις στα ερωτήματα των εφήβων είναι καλύτερο να δίνονται σε επιστημονική γλώσσα, με βάση τα βιολογικά δεδομένα, χωρίς να συσχετίζονται με ηθικές και προσωπικές αξίες.

Καθώς οι σημερινοί έφηβοι ξεκινούν τις σεξουαλικές δραστηριότητες σε μικρότερες ηλικίες σε σχέση με τις παλιότερες γενιές, η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση καθίσταται απαραίτητο να ξεκινά από την πρώιμη παιδική ηλικία. Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση μπορεί να γίνει με ή χωρίς την καθοδήγηση των γονέων. Αν όμως το παιδί αφεθεί μόνο του, θα διαμορφώσει τις δικές του απόψεις με βάση πληροφορίες που θα πάρει από την αυλή του σχολείου, τους συνομηλίκους του ή από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Κινδυνεύει να κατασκευάσει θεωρίες λανθασμένες, γελοίες ή τρομακτικές, οι οποίες ενδεχομένως να επηρεάσουν τη μετέπειτα σεξουαλική συμπεριφορά του.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου