ΤΟΠΙΚΑ

Εγκαταλείπουν τους πάγκους τους

εγκαταλείπουν-τους-πάγκους-τους-872661

ΣΕ ΑΠΟΓΝΩΣΗ ΠΑΡΑΓΩΓΟΙ ΟΠΩΡΟΚΗΠΕΥΤΙΚΩΝ

Οι καταναλωτές στις λαϊκές αγορές μειώνονται και οι τζίροι περιορίζονται δραματικά

Χειρότερες μέρες και από εκείνες της οικονομικής κρίσης βλέπουν να έρχονται οι παραγωγοί και μικροπωλητές στις λαϊκές αγορές οπωροκηπευτικών του Βόλου, όπου οι τζίροι είναι αισθητά μειωμένοι και πολλοί επαγγελματίες προβληματίζονται τι μέλλει γενέσθαι.

Ρεπορτάζ: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΡΟΥΓΚΑ

Οι καταναλωτές είναι φανερό ότι έχουν περιορισμένη αγοραστική δύναμη. Αν και οι τιμές των προϊόντων στους πάγκους δεν έχουν αυξηθεί, ωστόσο ψωνίζουν τα απολύτως απαραίτητα για τις ανάγκες, μιας, το πολύ δύο ημερών και φεύγουν με λιγοστά προϊόντα.

Τα καρότσια αποτελούν πλέον είδος προς εξαφάνιση, καθώς, παρά τον αρκετό κόσμο, που επισκέπτεται τις λαϊκές, μόνο 20 – 30 έχουν καρότσι.

Σε αυτή την κατάσταση παραγωγοί και μικροπωλητές προσπαθούν με κάθε τρόπο να στηρίζουν τον καταναλωτή, όμως βλέπουν τις δυνάμεις τους να λιγοστεύουν. Κάποιοι μάλιστα εγκατέλειψαν ήδη τους πάγκους τους.

Στο τέλος της εργασίας κυριαρχεί απελπισία. Διπλάσιος και τριπλάσιος κόσμος σε σχέση με παλαιότερα συνεχίζει να πηγαίνει στη λαϊκή για να πάρει από τον δρόμο τα ευπαθή τρόφιμα, που εναποτέθηκαν για ανακύκλωση.

«Είναι πραγματικά πολύ δύσκολα τα πράγματα. Πουλάμε τα προϊόντα μας όσο πιο φθηνά γίνεται, καθώς καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει πρόβλημα. Δίνουμε μεγάλο αγώνα, όταν όλα έχουν ακριβύνει. Αφήνουμε, όμως, απλήρωτες πολλές υποχρεώσεις», σημειώνει Παύλος Δεληγιάννης, ο οποίος δραστηριοποιείται στον χώρο ως μικροπωλητής επί σειρά ετών και προβληματίζεται και ίδιος τι να κάνει.

Οι μικροπωλητές, σύμφωνα με τον ίδιο, έκαναν μόνο μία φορά αύξηση στα όσπρια, όταν οι τιμές διάθεσης κατέγραψαν αύξηση πέντε φορές μέχρι σήμερα. «Για παράδειγμα, το ρύζι αυξήθηκε στα 2 ευρώ το κιλό από 1,80.

Τα ρεβίθια κοστίζουν έως 3,5 ευρώ το κιλό, δηλαδή παρέμειναν σε σταθερά επίπεδα. Τα φασόλια και οι γίγαντες αυξήθηκαν και συγκεκριμένα οι τιμές τους ανήλθαν στα 6-6,5 ευρώ το κιλό οι γίγαντες και στα 5-6 ευρώ το κιλό τα φασόλια, καθώς είχαν ζημιά οι παραγωγοί στην Καστοριά με τις βροχές. Τα ψιλά φασόλια έμειναν στις ίδιες τιμές, το ίδιο και οι φακές.

Παρ’ όλα αυτά, οι καταναλωτές προσπαθούν να επιτύχουν καλύτερες τιμές και κάνουν παζάρι. «Ζητούν το ρύζι με 1,70 ευρώ το κιλό για να πάρουν τέσσερα κιλά. Η κατανάλωση έχει μειωθεί σε μεγάλο βαθμό και δυστυχώς βλέπουμε ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για να αλλάξει, όπως έχει εξελιχθεί, η κατάσταση», σημειώνει.

Η δυσμενής συγκυρία φέρνει τους επαγγελματίες σε δύσκολη θέση. «Οι κυβερνώντας πρέπει να μας στηρίξουν. Κι εμείς πληρώνουμε ό,τι πληρώνει ένα κατάστημα. Φόρους, συνδρομές στο Επιμελητήριο, εισφορές στον ΕΦΚΑ. Είναι απαραίτητο να μειωθεί ο φόρος στο πετρέλαιο, που συμπαρασύρει όλες τις τιμές των προϊόντων. Δεν γνωρίζουμε τι θα γίνει σε λίγο, που θα αυξηθούν περαιτέρω τα έξοδα των νοικοκυριών με τη θέρμανση. Ο κόσμος περπατά στον δρόμο και παραμιλά», σημειώνει.

«Συνολικά 10 παραγωγοί έφυγαν από τις λαϊκές», είναι το μήνυμα που μεταφέρει από την πλευρά του ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Παραγωγών Λαϊκών Αγορών Θεσσαλίας Απόστολος Τσακανίκας μεταφέροντας το κλίμα, που κυριαρχεί.

Οι καλλιεργητές βλέπουν το κόστος παραγωγής να εξαφανίζει τα έσοδά τους και μεροκάματο να μη μένει, με αποτέλεσμα να αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.«Ο κόσμος είναι διστακτικός να κάνει αγορές. Η λαϊκή γεμίζει με κόσμο, που επισκέπτεται ξανά και ξανά τους πάγκους μας, αλλά είναι όλοι πάρα πολύ επιφυλακτικοί. Δεν είναι μόνο το φαγητό, που πρέπει να καλύψει ένα νοικοκυριό, είναι και το ρεύμα, το αέριο, το πετρέλαιο», σημειώνει.

Ο παραγωγοί είναι δέσμιοι της ζήτησης. «Οι τιμές μας αυτή τη στιγμή δεν είναι ανεβασμένες, καθώς δεν υπάρχει αγοραστική δύναμη. Αν διαθέσω τα προϊόντα μου με μεγαλύτερο κόστος, δεν θα έχουν ζήτηση. Επιπλέον, τα προϊόντα μου είναι ευπαθή και δεν έχω τη δυνατότητα να τα αποθηκεύσω και να τα πουλήσω άλλη φορά, όπως κάνουν για παράδειγμα οι έμποροι. Αν μείνουν στους πάγκους, θα καταστραφούν. Ετσι συνεχίζω να πουλώ ντομάτες, πιπεριές και μελιτζάνες από 1 ευρώ το κιλό έως 1,70. Το κόστος παραγωγής, όμως, ανεβαίνει συνεχώς. Τα λιπάσματα έχουν αυξηθεί κατά 100%, όπως και τα υπόλοιπα αγροτικά εφόδια που χρησιμοποιούμε. Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, θα προκύψει έντονο πρόβλημα», σημειώνει.

Οι καταναλωτές πρέπει να στηρίζουν τις λαϊκές αγορές και ιδίως τους παραγωγούς, για να συνεχίσουν να έχουν τα νοικοκυριά φρέσκα προϊόντα.«Αν σταματήσουμε να καλλιεργούμε, τότε θα γίνονται εισαγωγές και τα προϊόντα στην αγορά θα είναι και πανάκριβα και αμφίβολης ποιότητας. Τα πράγματα είναι πιο χειρότερα από ποτέ. Με τα μνημόνια δεν είχαμε τόσο μεγάλη αύξηση στο ρεύμα και στο πετρέλαιο. Σήμερα δεν μπορούμε να καλλιεργήσουμε. Είναι πάρα πολλοί οι συνάδελφοι, που σκέφτονται να φύγουν. Πλέον δεν μπορείς να πας στον γεωπόνο να ζητήσεις εφόδια και να πληρώσεις, όταν αρχίσει η παραγωγή. Εχεις χρήματα, καλλιεργείς. Δεν έχεις, τελείωσες», καταλήγει.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου