ΤΟΠΙΚΑ

10 αιτήσεις πτώχευσης κάθε χρόνο

10-αιτήσεις-πτώχευσης-κάθε-χρόνο-367844

Δύο με τρεις αιτήσεις πτώχευσης – παύσης πληρωμών κατατίθενται κάθε τρίμηνο στο Μονομελές ή Πολυμελές Πρωτοδικείο Βόλου προκειμένου να συζητηθούν με την εκούσια διαδικασία.

Κατά μέσο όρο οι υποθέσεις που συζητούνται κάθε χρόνο τα τελευταία τέσσερα χρόνια είναι περίπου 10-12, δηλαδή πολλαπλάσια λιγότερες από τα λουκέτα που αριθμεί η Μαγνησία και ανέρχονται σε εκατοντάδες σε μηνιαία βάση, καθώς οι οφειλέτες που είτε αιτούνται οι ίδιοι να μπουν στο Μητρώο του Πτωχευτικού Κώδικα είτε τρίτοι επισπεύδουν τις διαδικασίες έχουν αρνητικές συνέπειες ως φτωχοί και χάνουν τη δυνατότητα να διαχειριστούν τα περιουσιακά τους στοιχεία.

Ο αριθμός των αιτήσεων για την εξυγίανση των επιχειρήσεων αντίστοιχα είναι σχεδόν μηδενικός από το 2012 μέχρι και σήμερα καθώς μόνο δύο αιτήσεις κατατέθηκαν ίσως επειδή είναι πολύ δύσκολο οι πιστωτές να συναινέσουν όπως προβλέπει το άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα, ενώ οι οφειλέτες πρέπει να καταθέσουν και το ποσό ύψους από 2.000 έως 7.000 ευρώ για την εξέταση του αιτήματος.

Στην κατεύθυνση αυτή στο τρίτο μνημόνιο περιλαμβάνονται ρυθμίσεις που μεταβάλλουν σημαντικά τις επίμαχες διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα με στόχο την ευκολότερη εξυγίανση των επιχειρήσεων.

Οι υποθέσεις

Σύμφωνα με στοιχεία από το Πρωτοδικείο Βόλου το 2012 εκδόθηκαν πέντε αποφάσεις για παύσης πληρωμής εκ των οποίων οι τέσσερις έγιναν δεκτές, η μία απορρίφτηκε και τρεις αιτήσεις για πτώχευση εκ των οποίων η μία έγινε δεκτή και οι δύο απορρίφτηκαν. Επιπλέον, κατατέθηκε μία αίτηση για εξυγίανση επιχείρησης.

Το 2013 κατατέθηκαν εννέα αιτήσεις για παύση πληρωμής εκ των οποίων οι δύο απορρίφτηκαν και οι εφτά έγιναν δεκτές. Παράλληλα κατατέθηκαν δύο αιτήσεις για πτώχευση και έγιναν και οι δύο δεκτές και καμία αίτηση για τη διαδικασία της εξυγίανσης.

Το 2014 εκδόθηκαν οκτώ αιτήσεις για παύση πληρωμής εκ των οποίων η μία απορρίφτηκε και οι οκτώ έγιναν δεκτές και μία αίτηση για πτώχευση, η οποία απορρίφτηκε. Δεν έγινε καμία αίτηση για τη διαδικασία της εξυγίανσης.

Μέχρι σήμερα το 2015 εκδόθηκε μία απόφαση για πτώχευση.

Σύμφωνα με πληροφορίες οι αιτήσεις που κατατίθενται κάθε χρόνο τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια δεν ξεπερνούν τις δεκαπέντε και οχτώ στις δέκα γίνονται δεκτές.

Ο μέσος χρόνος ικανοποίησης

Η ικανοποίηση των αιτήσεων αποτελεί μία διαδικασία εξαιρετικά χρονοβόρα όταν υπάρχει μεγάλη διασπορά χρεών, ενώ δύσκολο κομμάτι είναι και η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων από το σύνδικο.

Η παύση πληρωμών όταν γίνεται από τον ίδιο των οφειλέτη λόγω αδυναμίας συνέχισης της εμπορικής δραστηριότητας συζητείται στο Δικαστήριο σε διάστημα περίπου ενός διμήνου. Στο διάστημα αυτό ο οφειλέτης παραδίδει στο Δικαστήριο τα κλειδιά της επιχείρησής τους, τη σφραγίδα του, τα εμπορικά του βιβλία και παύει να ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα. Η έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου προσδιορίζεται σ’ ένα μήνα και εφόσον η αίτηση γίνει δεκτή, τότε διορίζεται ο σύνδικος και αναλαμβάνει την ικανοποίηση των δανειστών με βάση την εμπορική περιουσία.

Η διεκπεραίωση της διαδικασίας αυτής εξαρτάται από το μέγεθος της εμπορικής δραστηριότητας καθώς αν υπάρχουν πολλά ακίνητα, μπορεί διαρκέσει από μερικούς μήνες μέχρι και ολόκληρα χρόνια.

Για να κηρυχθεί κάποιος σε κατάσταση πτώχευσης με βάση το νέο Πτωχευτικό Κώδικα που ψηφίστηκε το 2007 δεν αρκεί μόνο ο οφειλέτης να κάνει παύση πληρωμών αλλά πρέπει στοιχειωδώς να διαθέτει περιουσιακά στοιχεία ώστε να καλυφθούν τα έξοδα της πτώχευσης.

Οταν το αίτημα για παύση πληρωμών γίνεται από τρίτους που συνήθως συμβαίνει να κατατίθεται από τους δανειστές ως μέτρο πίεσης για την αποπληρωμή των χρεών, τότε η υπόθεση συζητείται αντιδικία στο Δικαστήριο. Αν πληρούνται οι προϋποθέσεις, τότε το Δικαστήριο διορίζει σύνδικο για τη διαχείριση της περιουσίας.

Στην περίπτωση αυτή η επιχείρηση συνεχίζει να λειτουργεί μέχρι να βγει η απόφαση του Δικαστηρίου.

Το άρθρο 99

Μόνο δύο υποθέσεις στα τελευταία τέσσερα χρόνια για εξυγίανση των επιχειρήσεων απασχόλησαν το Πρωτοδικείο Βόλου, οι οποίες έγιναν δεκτές και έγινε και κούρεμα χρέους τουλάχιστον στη μία καθώς τηρεί τις προϋποθέσεις.

Δικηγορικοί κύκλοι σχολιάζουν ότι για να κινηθεί αυτή η διαδικασία και να έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα πρέπει να υπάρχει συμπαράσταση από τους ίδιους δανειστές, να πιστεύουν στην επιχείρηση και να συνεχίζουν να την υποστηρίζουν με στόχο μακροπρόθεσμα να αποπληρωθούν για τις οφειλές της.

Αν τηρείται η προϋπόθεση αυτή, κάτι που είναι δύσκολο, τότε ο χρόνος διεκπεραίωσης μπορεί να περιοριστεί σε κάποιους μήνες ή στον ένα χρόνο.

Το άρθρο 99 προβλέπει η διαδικασία αυτή να ολοκληρωθεί σε διάστημα δύο μηνών με δυνατότητα παράτασης ενός μήνα όμως ο χρόνος εκ των πραγμάτων κρίνεται ότι δεν είναι δυνατόν να τηρηθεί.

Ο Δικηγορικός Σύλλογος Βόλου

Με ενδιαφέρον παρακολουθεί τη συζήτηση για τις ρυθμίσεις του τρίτου μνημονίου για τον Πτωχευτικό Κώδικα ο Δικηγορικός Σύλλογος Βόλου. Ο πρόεδρος του Συλλόγου, Λάζαρος Γαϊτάνης, είπε ότι αν και ακόμη αυτό δεν έχει κατατεθεί αποτιμάται ως θετική η δυνατότητα συμφωνίας με το συν ένα των πιστωτών και βέβαια η πρόβλεψη κάποιος που έχει πτωχεύσει στο παρελθόν να έχει την ευκαιρία να επαναδραστηριοποιηθεί επαγγελματικά. Ωστόσο, ο Σύλλογος είναι νωρίς ακόμη για να πάρει θέση, καθώς οι ρυθμίσεις δεν έχουν επισήμως ανακοινωθεί ποιες θα είναι και γι’ αυτό βρίσκεται εν αναμονή.

Οι αλλαγές

Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που έχουν γίνει γνωστές, το άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα που αποτέλεσε «σωσίβιο» για εκατοντάδες επιχειρήσεις στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων της ύφεσης αλλάζει και οι διατάξεις του γίνονται πιο ευνοϊκές και θα περιλαμβάνονται επιχειρήσεις που πιθανόν το επόμενο διάστημα κινδυνεύουν να γίνουν αφερέγγυες.

Ετσι στο άρθρο 99 θα προσφεύγουν όχι μόνο οφειλέτες που βρίσκονται σε κατάσταση παρούσας ή επαπειλούμενης αδυναμίας εκπλήρωσης ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων αλλά και οφειλέτες που δεν βρίσκονται σε τέτοια κατάσταση αλλά αντιμετωπίζουν απλώς πιθανότητα αφερεγγυότητας η οποία μπορεί να ξεπεραστεί με την ένταξή τους στη διαδικασία αυτή. Παράλληλα το χρονικό διάστημα μετά το οποίο ένας οφειλέτης μπορεί να επανυποβάλει αίτηση υπαγωγής μειώνεται από πέντε σε τρία έτη.

Επίσης καταργούνται οι ρυθμίσεις που προβλέπουν την αυτόματη λύση των διαρκών συμβάσεων ως συνέπεια της κήρυξης της πτώχευσης. Με τον τρόπο αυτόν διατηρείται η αξία της επιχείρησης του οφειλέτη.

Εξάλλου μειώνεται ο χρόνος αναγγελίας των απαιτήσεων, επαλήθευσής τους, καθώς και υποβολής σχετικών αντιρρήσεων από τρεις σε έναν μήνα αλλά και με δυνατότητα παράτασης για δύο επιπλέον μήνες, ενώ καταργείται η υποχρεωτική κλήτευση των μελών της διοίκησης στη δίκη της πτώχευσης.

Καταργείται επίσης η διάταξη που επιβάλλει στον οφειλέτη την υποχρέωση κατάθεσης ποσού από 2.000 ως 7.000 ευρώ, ανάλογα με την περίπτωση, με ποινή απαραδέκτου της αίτησης, ενώ διευκολύνεται η χορήγηση προσωρινής αναστολής με την κατάθεση της αίτησης ανοίγματος της διαδικασίας για περιπτώσεις όπου υπάρχει αυξημένη πιθανότητα επίτευξης της συμφωνίας και υλοποίησης του στόχου της, αποτροπής, δηλαδή περιέλευσης του οφειλέτη σε κατάσταση παύσης πληρωμών.

Σε περίπτωση υποβολής αιτήματος για άμεση επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης θεσπίζεται ρύθμιση για την αυτόματη αναστολή λήψης μέτρων ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη, ενώ ρυθμίζεται η δυνατότητα επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης χωρίς να απαιτείται η γνώμη του εμπειρογνώμονα ως προς τη συνδρομή του κριτηρίου της βιωσιμότητας.

Η διαδικασία ειδικής εκκαθάρισης απλοποιείται έτσι ώστε να καλύπτει κάθε οφειλέτη – νομικό πρόσωπο. Καταργείται η προϋπόθεση ύπαρξης αξιόχρεου επενδυτή ενδιαφερομένου για την αγορά του ενεργητικού της επιχείρησης, προβλέπεται ο διορισμός εκκαθαριστή κατά το πρότυπο της διαδικασίας ειδικής διαχείρισης, ρυθμίζεται η ευθύνη του εκκαθαριστή, προβλέπεται ότι κύριες παρεμβάσεις μπορούν να ασκηθούν μόνο από πιστωτές του οφειλέτη που εκπροσωπούν συγκεκριμένο ποσοστό απαιτήσεων, προβλέπεται η άμεση καταβολή του προσφερόμενου τιμήματος και εισάγεται αναστολή ατομικών διώξεων σε περίπτωση αποδοχής της αίτησης. Η διαδικασία για μικρές επιχειρήσεις απλοποιείται ακόμη περισσότερο με τη διεύρυνση εφαρμογής της και σε επιχειρήσεις που διαθέτουν ακίνητη περιουσία. Η περίοδος απαλλαγής από χρέη φυσικών προσώπων μειώνεται από δέκα σε τρία χρόνια. H ρύθμιση αυτή θα ισχύσει από 1.1.2016, όταν τεθούν σε ισχύ και οι άλλες αλληλεξαρτώμενες αλλαγές.

Τέλος, προβλέπεται η εισαγωγή του επαγγέλματος του συμβούλου αφερεγγυότητας, ο οποίος θα ασκεί τις εξουσίες και αρμοδιότητες που προβλέπει ο ισχύων νόμος και κατανέμονται, ανάλογα με τη διαδικασία, στον σύνδικο, στον μεσολαβητή, στον ειδικό εντολοδόχο και στον ειδικό εκκαθαριστή.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΡΟΥΓΚΑ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου