ΤΟΠΙΚΑ

Στο φως άγνωστο ναυάγιο στη Φακίστρα

στο-φως-άγνωστο-ναυάγιο-στη-φακίστρα-832913

Το αντιτορπιλικό Solferino, που μετονομάστηκε σε TA 18, βυθίστηκε χτυπημένο από αγγλικό αντιτορπιλικό κοντά στο Πήλιο


Σελίδες της νεότερης ιστορίας ξεδιπλώνονται στα απομεινάρια πλοίων που έχουν βυθιστεί κοντά σε ακτές του Πηλίου, με την ομάδα ενάλιων αποτυπώσεων του ΑΠΘ να φέρνει στο φως ένα άγνωστο κεφάλαιο, που συνδέεται με τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Εξαιρετικά επίκαιρη η περίπτωση του Ιταλικού αντιτορπιλικού Solferino, που πέρασε σε Γερμανικά χέρια και μετονομάστηκε σε TA 18, πριν βυθιστεί στην παραλία της Φακίστρας, χτυπημένο από Βρετανικά πυρά.

Ρεπορτάζ: ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

Τα απομεινάρια του πλοίου σχεδόν ανύπαρκτα επτά δεκαετίες μετά, με τα μέλη της ομάδας να διεξάγουν ενδελεχή έρευνα, ανατρέχοντας σε ιστορικές πηγές, για να τεκμηριώσουν την ύπαρξη του ναυαγίου. Πολύτιμα τα στοιχεία που συνέλλεξαν από γραπτές πηγές οι Νίκος Σιδηρόπουλος και Αρης Μπιλάλης, με το ερευνητικό έργο της Νίτσας Κολλιού να αποτελεί πολύτιμο οδηγό στην προσπάθεια.

Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ επικοινώνησε με τον Νίκο Σιδηρόπουλο, μέλος της ερευνητικής ομάδας, ο οποίος καταδύθηκε στο σημείο, συλλέγοντας παράλληλα ιστορικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την ύπαρξη του ναυαγίου.

Το αντιτορπιλικό του ιταλικού Βασιλικού Ναυτικού Solferino, στην διάρκεια της δεκαετίας του 1920 και 1930 έπλεε στην Μεσόγειο, ενώ με το ξέσπασμα του Β’ παγκοσμίου πολέμου και μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1943 ανέλαβε αποστολές συνοδείας πλοίων και προστασίας νηοπομπών.

Στη διάρκεια της κατοχής επιτάσσεται από τους Γερμανούς και μετονομάζεται σε ΤΑ-18 και μετά τις απαραίτητες επισκευές ανέλαβε δράση.

Την 19η Οκτωβρίου το τορπιλοβόλο ΤΑ-18 απέπλευσε από τη Θεσσαλονίκη με προορισμό την Αργυρόνησο του βόρειου Ευβοϊκού. Εκεί την προηγούμενη ημέρα είχαν βυθιστεί από βρετανικά αεροσκάφη δύο πλοία και περίπου 80 ναυαγοί είχαν οχυρωθεί στο νησί αναμένοντας βοήθεια. Ηταν η 15η αποστολή που αναλάμβανε το τορπιλοβόλο υπό γερμανικό έλεγχο.

Κατευθείαν στον στόχο

Το απόγευμα της ίδιας μέρας, ο Αγγλος πλωτάρχης Jack Scatchard έλαβε και αυτός μια διαταγή, να οδηγήσει τα Βρετανικά αντιτορπιλικά TERMAGANT και TUSCAN σε επιθετική περιπολία βορείως της Σκιάθου.

Οταν το TUSCAN εντόπισε με το ραντάρ του έναν στόχο να κινείται προς νότο πλησίον της ακτής του Πηλίου, τα δυο βρετανικά σκάφη εκτόξευσαν φωτιστικά βλήματα που αποκάλυψαν ότι ο στόχος τους ήταν ένα γερμανικό πολεμικό που εκτιμήθηκε ως αντιτορπιλικό.

Στη συνέχεια από τα βλήματα έπληξε τον ασύρματο καθιστώντας αδύνατη την αποστολή σημάτων. Η μικρή απόσταση και η αδυναμία ανάπτυξης μεγαλύτερης ταχύτητας καθιστούσαν το τορπιλοβόλο έναν εύκολο στόχο για τα έμπειρα βρετανικά πληρώματα. Ο υποπλοίαρχος Schmidt του ΤΑ-18 διέταξε στροφή 180 μοιρών αλλά καθώς τα πυρά συνεχίζονταν, ένα βλήμα έπληξε το λεβητοστάσιο Νο.3 σκοτώνοντας το πλήρωμα του.

Αξιωματικός τομέα στα πρυμναία πυροβόλα του Βρετανικού TERMAGANT ήταν ο Ελληνας σημαιοφόρος Σπυρίδων Καψάλης. Ο ίδιος εξιστόρησε το γεγονός λέγοντας: «Σε νυκτερινή περιπολία εντοπίσαμε βορείως της Σκιάθου ένα γερμανικό αντιτορπιλικό και το διαλύσαμε. Ρίξαμε τόσα βλήματα εναντίον του, ώστε δυο φορές σταματήσαμε τη βολή για να αδειάσουμε τα δάπεδα των πυροβόλων που είχαν γεμίσει κενούς κάλυκες».

Προσάραξε στην ξηρά

Για τον Schmidt ήταν φανερό ότι το σκάφος του δεν μπορούσε να διαφύγει από τα Βρετανικά πλοία που το ακολουθούσαν κατά πόδας. Το πλήρωμά του ανταπέδωσε με μερικές άστοχες βολές, αλλά βρισκόταν σε μειονεκτική θέση. Το ΤΑ-18 εκτόξευσε και μια τορπίλη η οποία όμως κινήθηκε σε κύκλους εξαιτίας ελαττώματος της και δεν έγινε αντιληπτή από τους Βρετανούς.

Ο Γερμανός κυβερνήτης του σκάφους προσπάθησε να αποφύγει κάποια πλήγματα αλλά έστρεψε προς την ξηρά έχοντας προφανώς πάρει την απόφαση να προσαράξει το σκάφος του. «Ετσι θα μπορούσε να δώσει τη δυνατότητα στο πλήρωμα να διαφύγει στην στεριά και αν τα βρετανικά πλοία δεν παρέμεναν ίσως θα μπορούσε αργότερα να διασώσουν και το σκάφος. Μέσα στο σκοτάδι και υπό την πίεση των εχθρικών πυρών, λαμβάνοντας συνεχώς αναφορές για ζημιές, δεν είχε την πολυτέλεια να εντοπίσει έναν κατάλληλο όρμο όπως η παραλία της Φακίστρας ή βορειότερα της Νταμούχαρης. Είτε λόγω λάθους χειρισμού εξαιτίας της πίεσης, είτε λόγω βλάβης ο Schmidt ξαφνικά αντίκρισε μπροστά στην πλώρη του ΤΑ-18 να ορθώνονται τα απότομα βράχια του Παλιόκαστρου. Δεν υπήρχε χρόνος για αλλαγή πορείας και προσάραξε στα βράχια των αβαθών, κάθετα προς την απόκρημνη ξηρά, με την πλώρη του να έχει εισέλθει εντός μια σπηλιάς. Στα βρετανικά ραντάρ το σήμα του τορπιλοβόλου είχε πλέον ενωθεί με αυτό της ξηράς» περιγράφει το χρονικό της προσάραξης στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ ο Νίκος Σιδηρόπουλος.

Προσπάθεια διαφυγής των Γερμανών

Το πλήρωμα του ΤΑ-18 αμέσως βγήκε στην ξηρά για να καλυφθεί, καθώς τα πυρά από τα βρετανικά αντιτορπιλικά συνεχίζονταν. Τα βρετανικά πλοία φώτισαν την ακτή και διέκριναν το τορπιλοβόλο προσαραγμένο κάθετα προς αυτή και συνέχισαν το πυρ επί μισή ώρα με σκοπό να το καταστρέψουν ολοσχερώς. Κατόπιν αναχώρησαν για να συνεχίσουν την περιπολία τους.

Ωστόσο οι Γερμανοί δεν είχαν διαφύγει τον κίνδυνο καθώς είχαν αποβιβαστεί σε μικρή απόσταση από την βάση της 4ης Μοίρας του Ελληνικού Απελευθερωτικού Ναυτικού (ΕΛΑΝ) στον Αγιο Ιωάννη όπου διοικητής ήταν ο αρχικελευστής Π.Ν. Σόλων Καταφυγιώτης.

Η 4η Μοίρα του ΕΛΑΝ είχε πετύχει σημαντικές επιτυχίες, με μεταφορές από και προς τα Μικρασιατικά παράλια, μεταφορές ανταρτών στις Σποράδες και τις γύρω περιοχές αλλά και εμπλοκές με εχθρικά σκάφη. Η ναυμαχία είχε γίνει εξαρχής αντιληπτή από τους αντάρτες που βλέποντας το τορπιλοβόλο να κατευθύνεται προς την ακτή του Πηλίου αμέσως κινητοποίησαν τις δυνάμεις τους στην περιοχή. Μετά την προσάραξη του, το τορπιλοβόλο συνέχισε να φλέγεται κατά τη διάρκεια της νύχτας ενώ κατά διαστήματα γίνονταν εκρήξεις.

Περίπου 110 Γερμανοί παραδόθηκαν, δέκα εκ των οποίων που ήταν τραυματίες, μεταφέρθηκαν με ζώα στην Τσαγκαράδα για να λάβουν περίθαλψη. Κατόπιν προωθήθηκαν στο 54ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ κοντά στο Φλαμούρι και τελικά οι αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο στην Λάρισα όπου παρέμειναν υπό άσχημες συνθήκες με μέρος αυτών να εκτελούνται.

«Σύμφωνα με γερμανικές αναφορές ο υποπλοίαρχος Schmidt και ο αξιωματικός μηχανικός του πλοίου έχασαν τη ζωή τους όταν υποχρεώθηκαν να εξουδετερώσουν νάρκες. Ορισμένοι δραπέτευσαν και τελικά όλοι οι επιζήσαντες παραδόθηκαν στους Βρετανούς όταν αυτοί έφθασαν στην Λάρισα και ακολούθως μεταφέρθηκαν στην Αίγυπτο. Το πόσοι τελικά από το πλήρωμα του ΤΑ-18 επέζησαν από την ναυμαχία, τις αψιμαχίες στην ξηρά και από τις κακουχίες της αιχμαλωσίας δεν είναι γνωστό» συνεχίζεται η αφήγηση του κ. Σιδηρόπουλου.

Απογύμνωση πλοίου

Μετά την εγκατάλειψη του ημιβυθισμένου ΤΑ-18, ξεκίνησε η διαδικασία απογύμνωσής του από ότι οτιδήποτε θα μπορούσε να φανεί χρήσιμο.

Το ναυάγιο του ΤΑ-18 καταγράφηκε στην τοπική κοινωνία ως «το γερμανικό πολεμικό» και μέχρι σήμερα οι περίοικοι εξιστορούν το πως οι πρόγονοι τους ανέσυραν δεκάδες οβίδες από το ναυάγιο προκειμένου να χρησιμοποιήσουν την εκρηκτική τους ύλη. Ορισμένες κενές, πια, οβίδες του τορπιλοβόλου, διακοσμούν κατοικίες της περιοχής.

Ωστόσο το ναυάγιο δεν καταγράφηκε στο αρχείο των ναυαγίων που συνέταξε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια ο Οργανισμός Ανελκύσεως Ναυαγίων.

Παρόλα ταύτα δεν διέφυγε της προσοχής των ιδιωτών ανελκυστών που δραστηριοποιήθηκαν την δεκαετία του ’50 και ’60 κατά μήκος των ελληνικών ακτών. Αποτέλεσμα της δράσης τους αλλά και της εκτεθειμένης στα καιρικά στοιχεία θέσης που βρισκόταν το ναυάγιο του ΤΑ-18, ήταν η ολοκληρωτική καταστροφή του.

Τι έδειξε η έρευνα πεδίου

Η έρευνα πεδίου που πραγματοποιήθηκε από την ομάδα ενάλιων αποτυπώσεων του ΑΠΘ, έδειξε ότι καθώς η πλώρη του τορπιλοβόλου είχε σφηνώσει εντός της σπηλιάς, το πρυμναίο τμήμα του, αν και ημιβυθισμένο, παράμενε εκκρεμές με περισσότερα από σαράντα μέτρα της πρύμνης να κρέμονται πάνω από τον βυθό, καθώς ο βράχος συνεχίζεται και κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας σε βάθος περίπου 7 μέτρων.

Οπως εκτιμούν οι ερευνητές, μετά την «απογύμνωση» του πλοίου και με την βοήθεια του κυματισμού, αποκολλήθηκε και βυθίστηκε με την πρύμνη, καθώς δεν εντοπίστηκαν συντρίμμια εντός της σπηλιάς.

Σύμφωνα με την εκτίμηση του κ. Σιδηρόπουλου είχε μέγιστο ύψος 8 μέτρα στην υπερυψωμένη πλώρη και περίπου 6.5 μέτρα μετά την γέφυρα προς την πρύμνη, ενώ ότι απέμεινε από το ναυάγιο είναι μόνο λιγοστοί σωληνώσεις που ξεπροβάλουν μέσα από την άμμο και μικρά διάσπαρτα τεμάχια λαμαρίνας, ενώ εκτιμάται ότι το υπόλοιπο τμήμα είναι θαμμένο βαθιά στον αμμώδη βυθό.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου