ΤΟΠΙΚΑ

Απόστολος Παπατόλιας: Μείζον διακύβευμα η πολιτική μας αυτονομία

απόστολος-παπατόλιας-μείζον-διακύβε-847656

Ο πρώην νομάρχης Μαγνησίας, που θα βρίσκεται αύριο στο Public Βόλου, μιλά στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ με αφορμή το νέο του βιβλίο

Εύλογο προβληματισμό και σκέψεις εκφράζει ο πανεπιστημιακός Απόστολος Παπατόλιας, πρώην νομάρχης Μαγνησίας, στο βιβλίο «Η αξιοκρατία ως αρχή και ως δικαίωμα – Η επόμενη μέρα του εθνικού και ευρωπαϊκού συνταγματισμού – Ερμηνευτικοί (ανα)στοχασμοί μετά την πανδημία», που θα υπογράψει αύριο Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου στις 7 το απόγευμα στο Public Βόλου. Μιλώντας στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ θέτει το καίριο ερώτημα ποιος θα «πληρώσει το μάρμαρο» της επανεκκίνησης της οικονομίας, της επαναθεμελίωσης των συστημάτων υγείας και των αυξημένων δαπανών κοινωνικής προστασίας την επόμενη μέρα της πανδημίας, για να υπογραμμίσει ότι είναι «μείζον διακύβευμα η πολιτική μας αυτονομία».

Συνέντευξη στη ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΥΔΡΑΙΟΥ

Αλλαγή δεδομένων την επόμενη μέρα της πανδημίας σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένης και της πολιτικής;

Από καθαρά πολιτική σκοπιά προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι όλες οι «παρατάξεις» διεκδικούν την επόμενη μέρα για λογαριασμό τους. Οι «κρατιστές», γιατί εκτιμούν ότι δικαιώνεται ιστορικά ο ρόλος του Κράτους, στο οποίο όλοι προσφεύγουν κυνηγημένοι από τον ιό. Οι «νεοφιλελεύθεροι», που υπολογίζουν ότι, μετά από μια μικρή ανάπαυλα παρεμβατισμού, η επανεκκίνηση της οικονομίας τους ανήκει. Οι «ευρωσκεπτικιστές», που βρίσκουν την ευκαιρία να καταγγέλλουν τις αδυναμίες της Ενωσης. Οι «ομοσπονδιστές», που κρίνουν ότι ήρθε η ώρα της μεγάλης υπέρβασης. Οι κάθε λογής «ακραίοι συντηρητικοί» κύκλοι, που πασχίζουν να προστατεύσουν την «εθνική οικογένεια» και ερμηνεύουν την πανδημία σαν προϊόν διεθνούς συνωμοσίας. Οι ανένδοτοι «αντικαπιταλιστές», που διακρίνουν τον επιθανάτιο ρόγχο ενός παρακμιακού καπιταλισμού και την ωρίμανση των συνθηκών για τη μεγάλη ανατροπή. Οι «περιβαλλοντιστές», που διαβλέπουν την απαρχή μιας παγκόσμιας οικολογικής αυτοσυνείδησης και συσχετίζουν τη νόσο με την κλιματική αλλαγή. Οι «μελλοντολόγοι», που προαναγγέλλουν την έλευση μιας παγκόσμιας δυστοπίας.

Είναι σαφές ότι σε αυτό το παιχνίδι της πολιτικής και ιδεολογικής επικράτησης, η τελική έκβαση θα εξαρτηθεί από τις διακυμάνσεις των κοινωνικοπολιτικών συσχετισμών και τους διαθέσιμους «πόρους» του κάθε στρατοπέδου. Μετά από το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο π.χ. οι δυνάμεις που βγήκαν ενισχυμένες από την κρίση διέθεταν και σαφή στρατηγική και επεξεργασμένο σχέδιο για την επόμενη μέρα. Με αυτά τα εφόδια καθοδήγησαν την ίδρυση νέων θεσμών, τη θέσπιση Συνταγμάτων και οργάνων της διεθνούς συνεργασίας, καθώς και τη ρύθμιση των σχέσεων Κράτους και Οικονομίας. Σήμερα, δεν γνωρίζουμε την οριστική έκβαση του κοινωνικοπολιτικού ή του γεωστρατηγικού συσχετισμού δύναμης, ώστε να κάνουμε λόγο για «ηγεμονικό σχέδιο» κάποιων «νικητών». Οι εθνικές και παγκόσμιες ελίτ που ανταγωνίζονται για να αναβαθμίσουν τη θέση τους, δεν δείχνουν να διαθέτουν κάποιο επεξεργασμένο θεσμικό και πολιτικό σχέδιο, έτοιμο να τεθεί σε εφαρμογή την «επόμενη μέρα». Ολα κινούνται στον αστερισμό του «βλέποντας και κάνοντας»…

Ποιες αλλαγές εκτιμάτε ότι θα επιφέρει σε ευρωπαϊκό και διεθνές πολιτικό επίπεδο η πανδημία;

Στο πεδίο της παγκοσμιοποίησης, δηλαδή της αλληλεξάρτησης των κρατών και της διασύνδεσης των οικονομιών, είναι φανερό ότι αλλάζουν οι προτεραιότητες υπέρ της προστασίας των «παγκόσμιων δημόσιων αγαθών», όπως η υγεία ή το περιβάλλον, που είχαν αφεθεί στο έλεος της κερδοσκοπίας. Η τάση αναβάθμισης των εθνικών υγειονομικών συστημάτων συμβαδίζει, έτσι, με την τάση ενίσχυσης της διεθνούς συνεργασίας για την προάσπιση αυτών των αγαθών. Η ανάγκη για μια πιο ενοποιημένη διακυβέρνηση σε παγκόσμιο επίπεδο θεμελιώνεται στην υψηλή διασύνδεση των συνθηκών της ασφάλειας, αφού πλέον οι πλούσιοι θα είναι ασφαλείς μόνον εφόσον και οι φτωχοί θα είναι εξίσου ασφαλείς. Κατά τον ίδιο τρόπο δηλαδή που τα ισχυρά κράτη θα «κοιμούνται πιο ήσυχα» μόνον όταν και τα αδύναμα θα μπορούν να αποκρούσουν τους κινδύνους στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης «αρχής της προφύλαξης». Οι νέες συνθήκες αλληλεξάρτησης επηρεάζουν και το ευρωπαϊκό επίπεδο. Δεν είναι συμπτωματικό ότι προβάλλει σήμερα επιτακτική η ανάγκη της αμοιβαιοποίησης του χρέους και του ρίσκου του δανεισμού μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης. Στην πραγματικότητα, χωρίς αλληλέγγυες λύσεις, ο Νότος δεν θα καταφέρει να απορροφήσει το ισχυρό οικονομικό σοκ, ενώ και ο Βορράς θα βλέπει τις εξαγωγές του να κατακρημνίζονται την ώρα που θα ενισχύονται στην εθνική πολιτική αρένα οι δυνάμεις του λαϊκισμού και του ευρωσκεπτικισμού. Σήμερα, πράγματι φαντάζει ώριμη η διατύπωση ενός νέου ευρωπαϊκού αφηγήματος: Πρώτον, μιας «Ευρώπης της Ασφάλειας», όπου θα βρίσκουν καταφύγιο οι φοβισμένοι πολίτες που στρέφονται μαζικά στον ακροδεξιό λαϊκισμό. Δεύτερον, μιας «Κοινωνικής Ευρώπης», η οποία θα εξασφαλίζει ένα κοινό επίπεδο κοινωνικής προστασίας απέναντι στις νέες ανισότητες και πηγές διακινδύνευσης. Τρίτον, μιας «Πολιτικής Ευρώπης», με κοινά ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα που θα σχεδιάζουν κοινές ευρωπαϊκές πολιτικές για την εφαρμογή ενός αυξημένου Ενωσιακού Προϋπολογισμού, ο οποίος δεν θα απαρτίζεται πλέον από τις συνεισφορές των κρατών-μελών, αλλά από τους «ίδιους πόρους» της Ένωσης.

Μονόδρομος ο αναστοχασμός, όπως αναφέρετε στο βιβλίο σας;

Αποτελεί ευθύνη του κάθε ελεύθερου στοχαστή να συμβάλλει με όσες δυνάμεις διαθέτει στην «ανατομία» της πανδημίας και να επινοήσει εκείνες τις έννοιες που δικαιολογούν μια δίκαιη και αποτελεσματική παρέμβαση στο νέο περιβάλλον. Αυτή η αναστοχαστική άσκηση του να «σκεφτούμε το αύριο» με ένα δημιουργικό τρόπο, ώστε να οργανώσουμε καλύτερα τους τρόπους της αντίδρασής μας, είναι και ευκταία και αναγκαία. Σε μια στιγμή που βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη τα «παιχνίδια ηγεμονίας» στη δημόσια σφαίρα, το μείζον διακύβευμα είναι να διαφυλάξουμε την πολιτική μας αυτονομία απέναντι στην ελεγχόμενη συνειδητοποίηση που υφαίνουν τα κυρίαρχα αφηγήματα. Οι πολίτες οφείλουν να λειτουργήσουν σαν συλλογικός καταλύτης για μια νέα ιδεολογικοπολιτική ιεράρχηση πιο προσαρμοσμένη στις ανάγκες που γεννά η κρίση. Η πρόταξη των δημόσιων αγαθών και το αίτημα να δεσμευθεί η Πολιτεία για την αποτελεσματική προστασία τους είναι το προϊόν ενός τέτοιου συλλογικού αναστοχασμού. Δημιουργείται, έτσι, ένα ώριμο περιβάλλον για την επικράτηση ενός νέου ήθους ισότητας, αμοιβαιότητας και αλληλεγγύης, που μπορεί να αποτυπωθεί σε όλους τους κοινωνικούς τομείς: της υγειονομικής πρόληψης, της κάλυψης του ψηφιακού χάσματος στην εκπαίδευση και την παραγωγή, της στήριξης των υπερχρεωμένων νοικοκυριών και γενικότερα των αναγκαίων δράσεων διασφάλισης ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης για όλους

Πώς συνδέεται η έννοια της συνταγματικότητας με την εποχή που διανύουμε;

Εν μέσω πανδημίας κέρδισε έδαφος η άποψη ότι το κλασικό «Συνταγματικό Κράτος» υποκαθίσταται από ένα περιοριστικό «Κράτος Πρόληψης», το οποίο συνεχώς προσαρμόζεται στις έκτακτες ανάγκες, χωρίς να απαιτείται κάποια επίσημη αλλαγή του κειμένου του Συντάγματος. Αν όμως η «συνταγματικότητα» μεταβάλλεται διαρκώς, τότε και οι κλασικές εγγυήσεις του Κράτους Δικαίου φαντάζουν περιττές, ενώ τα δικαιώματα μπορούν να υποστούν αδιανόητους περιορισμούς με βάση την «αρχή της προφύλαξης». Τις απόψεις αυτές πρέπει να τις εκλάβουμε όχι στην ονομαστική τους αξία, αλλά σαν προειδοποιητικό σήμα για την έλευση μιας νέας πιο απειλητικής πραγματικότητας για τα δικαιώματα και τη δημοκρατία. Η μετατόπιση από την ενίσχυση των προληπτικών λειτουργιών του Κράτους σε ένα δήθεν «θεμελιώδες δικαίωμα στην ασφάλεια» αποτελεί πραγματική απειλή για τη δημοκρατία. Κι αυτό γιατί κυριαρχεί η αντίληψη ότι το Κράτος έχει πλέον «εν λευκώ εξουσιοδότηση» να προσβάλλει τις ελευθερίες και να καταργήσει πλήρως τις φιλελεύθερες και δημοκρατικές εγγυήσεις του Συντάγματος όταν κρίνει ότι κινδυνεύουν η ζωή και η υγεία. Η αντίληψη αυτή, που κηρύσσει το «τέλος της εποχής των δικαιωμάτων και των εγγυήσεων», είναι ακραία αντιδραστική και πρέπει να ακυρωθεί μέσα από την ίδια τη δημοκρατική εγρήγορση και άμυνα της «ανοιχτής κοινωνίας».

Αντιμέτωπη με πολλές κρίσεις έχει έρθει η Ελλάδα και όπως καταγράφεται στην ιστορία κατάφερε να σταθεί όρθια. Θα καταφέρουμε, άραγε, και αυτή τη φορά να βγούμε αλώβητοι ως κοινωνία από τα απανωτά χτυπήματα του αόρατου εχθρού;

Η επόμενη μέρα της κρίσης φανερώνει μια ρεαλιστική δυστοπία με χιλιάδες απολύσεις, διάλυση των μικρών επιχειρήσεων, απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και έκρηξη της φτώχειας. Αυτό το ήδη ζοφερό τοπίο επιβαρύνεται περαιτέρω από τις νέες ταξικές διακρίσεις που φέρνει η «4η Βιομηχανική Επανάσταση», όπως το ψηφιακό χάσμα ή η ανισότητες στην κατοχή της γνώσης. Όσο δεν διευκρινίζεται, όμως, ποιος θα αναλάβει το βάρος του αναγκαίου και εκτεταμένου κρατικού παρεμβατισμού, τόσο διαιωνίζεται η πολιτική και ιδεολογική σύγχυση. Το καίριο ερώτημα είναι το εξής: Ποιος θα «πληρώσει το μάρμαρο» της επανεκκίνησης της οικονομίας, της επαναθεμελίωσης των συστημάτων υγείας και των αυξημένων δαπανών κοινωνικής προστασίας; Εκτιμώ ότι η μόνη συνεπής απάντηση σε παγκόσμια κλίμακα είναι να επιλεγεί η λύση της προοδευτικής φορολόγησης των οικονομικά ισχυρών και της διευθέτησης του γιγαντιαίου χρέους του ιδιωτικού τομέα (επιχειρήσεων, νοικοκυριών, τραπεζών). Εάν, όμως, κληθούν μονομερώς τα χαμηλά και μεσαία στρώματα να συνεισφέρουν στην επανεκκίνηση, τότε ούτε δίκαιη κατανομή των βαρών θα έχουμε ούτε στέρεη κοινωνικοπολιτική συναίνεση στη βάση μιας αναλογικής διαταξικής συμφωνίας, παρόμοιας με τον ιταλικό «ιστορικό συμβιβασμό» στη δεκαετία του ’70. Στη χώρα μας, μάλιστα, η υπέρβαση της κρίσης εμπιστοσύνης στις δυνατότητες του Κράτους απαιτεί κάτι πολύ δραστικότερο από τη λήψη μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας. Μόνο ένα Κράτος πρόθυμο να επιστρατεύσει κάθε δυνατό μέσο για να αποφευχθεί η κοινωνικοοικονομική καταστροφή θα καλύπτει πια τις προσδοκίες για κοινωνική ασφάλεια. Ας μην λησμονούμε ότι οι προσδοκίες αυτές αναπτύσσονται σε μια κοινωνία που βιώνει μια μόνιμη κατάσταση κρίσης εδώ και μία δεκαετία και μια επαναλαμβανόμενη διάψευση της προσδοκίας για «επιστροφή στην κανονικότητα». Δυστυχώς, στη χώρα μας δεν διακρίνεται ακόμη ούτε ο καθοδηγητικός ρόλος του Δημοσίου (κάποιο κεντρικό σχέδιο) για την επανεκκίνηση της οικονομίας ούτε ο στρατηγικός προσανατολισμός των ενισχύσεων ούτε το «παραγωγικό πρότυπο» της ανάπτυξης. Ενισχύεται έτσι η αίσθηση ότι οι εγχώριες ελίτ δεν πορεύονται βάσει ενός επιτελικού σχεδίου αναδιάρθρωσης, αλλά αξιοποιούν αποσπασματικά τις όποιες ευκαιρίες κερδοφορίας από τις κρατικές διευκολύνσεις.

Το τοπίο της επόμενης μέρας αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας; Πίσω από μια κρίση μπορεί να αναζητήσει κανείς ευκαιρίες εξέλιξης;

Ο Καντ υπογράμμιζε ότι ακόμη και το γεγονός του πολέμου μπορεί να συμβάλλει στην ηθική πρόοδο, καθόσον αναγκάζει τους ανθρώπους να σκεφθούν βιώσιμες λύσεις για να προωθήσουν την ειρήνη. Αυτή η άσκηση της «ιχνηλάτησης» θετικών ή αισιόδοξων τάσεων εν μέσω πανδημίας είναι ιδιαίτερα ωφέλιμη, στο βαθμό που αποσαφηνίζει τον ιδεολογικοπολιτικό προσανατολισμό. Σταχυολογώντας επιλεκτικά στην καρδιά της κρίσης τα στοιχεία που αναδεικνύουν νέες τάσεις στην κατεύθυνση μιας δίκαιης ρύθμισης των καταστάσεων, κτίζουμε ένα νέο συνεκτικό αφήγημα ως πυξίδα για ένα πιο ελπιδοφόρο αύριο. Μια σύγχρονη προοδευτική παράταξη οφείλει να συμβάλλει στη διαμόρφωση και διάδοση ενός τέτοιου αφηγήματος που θα ενσωματώνει αξίες και πρακτικές, ικανές να θεμελιώσουν ένα κοινό σχέδιο οικονομικής και κοινωνικής αντίδρασης απέναντι στην κρίση. Στο Επίμετρο του βιβλίου αναφέρω ότι το τραυματικό συμβάν της πανδημίας και η συναίσθηση των δεινών της κρίσης γίνονται η «ευκαιρία» για να ανακαλύψουμε ξανά τις ξεχασμένες αρετές της «κοινωνικοποιημένης οικονομίας» του διαμοιρασμού, της ευρύτερης παραγωγικής βάσης και της δημοκρατικής συμμετοχής. Η «επιστροφή της κοινωνικής δημοκρατίας» εν μέσω πανδημίας δείχνει ότι η συνταγματική θεωρία και πράξη συναντά ξανά την κοινωνική δημοκρατία και την αλληλέγγυα οικονομία. Στο επίπεδο των ιδεών, αυτή είναι μια απροσδόκητη θετική συνέπεια στο ισοζύγιο της οδυνηρής επίγνωσης της κρίσης του κορονοιού.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου