Γ.Π. Μασσαβέτας: «Εδώ ήρθαμε, πάμε να φύγουμε»

γ-π-μασσαβέτας-εδώ-ήρθαμε-πάμε-να-φύγ-129518

Κατ’ αρχήν -και όχι εκείνο το γραμματικώς και συντακτικώς αυθαίρετο «καταρχάς» που εκτοξεύεται ακόμη και από του βήματος της βουλής- να εξηγήσω το σημερινό τίτλο:

Τον παλιό καιρό, τότε που ανθούσαν οι κινηματογραφικές αίθουσες, ως χώρος ψυχαγωγίας των πολλών, υπήρχαν κινηματογράφοι που άρχιζαν τις προβολές τους από το μεσημέρι, ως τα μεσάνυχτα. Μπαίναμε οποιαδήποτε στιγμή. Βλέπαμε την ταινία ως το τέλος και μετά πάλι από την αρχή, ως το σημείο που είχαμε μπει. Οταν κάποιος πιο «κολλημένος» με τον κινηματογράφο επέμενε να κάθεται, οι άλλοι του φώναζαν «Αντε, εδώ ήρθαμε, το είδαμε αυτό, πάμε να φύγουμε».

Ετσι ακριβώς αισθάνθηκα παρακολουθώντας την προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη βουλή. Σαν έργο που το είχα ξαναδεί. Ιδιο σενάριο. Ιδια σκηνοθεσία. Με αλλαγές μόνο στο «καστ» των πρωταγωνιστών. Μόνο από επαγγελματική διαστροφή δεν έκλεισα την τηλεόραση, προτρέποντας εμαυτόν «εδώ ήρθαμε, πάμε να φύγουμε».

Τι ακούσαμε; Αλλη μια φορά την αιώνια «μονομαχία» στον ελληνικό βάλτο. Οπού είθισται έκπαλαι οι εκάστοτε κυβερνώντες να ρίχνουν όλες τις ευθύνες, αποκλειστικώς, στις προηγούμενες κυβερνήσεις και να υπερηφανεύονται για τα δικά τους «επιτεύγματα». Οι δε ασκούντες την αντιπολίτευση και προϋπάρξαντες ως κυβερνήτες, να επαίρονται ότι παρέδωσαν τη χώρα σε άριστη κατάσταση, αλλά την καταστρέφουν οι σημερινοί.

Το μόνο που μας απέμεινε ως καταστάλαγμα, από αυτή την «κοκορομαχία», είναι η, χιλιοειπωμένη και αυτή, διαπίστωση ότι το ασφαλιστικό μας σύστημα δεν είναι απλώς υπό κατάρρευση, αλλά ότι έχει ήδη καταρρεύσει. Και ότι δεν μπορεί να σωθεί χωρίς επώδυνα μέτρα. Τα όποια κάποιοι θα πρέπει να πληρώσουν. Από κει και περά αρχίζουν οι διαφοροποιήσεις. Με εμφανέστατη την εκατέρωθεν προσπάθεια να χαϊδευτούν αυτιά, να κολακευθούν εκλογικές πελατείες.

Η διαφορά από τις ταινίες της παλιάς εποχής, είναι ότι εκεί, συνήθως, είχαμε το περίφημο «happy end». Οπού στο τέλος πάντοτε νικούσαν οι καλοί και θριάμβευε το δίκαιο. Εδώ γνωρίζουμε ότι το έργο θα έχει πιο «ρεαλιστική» κατάληξη. Διότι οι χαμένοι θα είναι οι συνήθεις ύποπτοι. Οι πιο αδικημένοι. Εκείνοι που δεν μπορούν να ξεφύγουν από τις τσιμπίδες είτε των ασφαλιστικών εισφορών είτε των φορολογικών συνεισφορών. Οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι και οι «μοναχικοί καβαλάρηδες» της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Οι «μικροί».

Και, φευ, δεν μπορούμε να πούμε «πάμε να φύγουμε». Η ζωή δεν είναι κινηματογράφος.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου