Τα χρήσιμα πολιτικά συμπεράσματα των δημοσκοπήσεων

τα-χρήσιμα-πολιτικά-συμπεράσματα-των-280145

Του Γιώργου Λαμπράκη

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, που περιλαμβάνουν σχεδόν ίδια στοιχεία ως προς την πρόθεση ψήφου, έρχονται να δώσουν ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον στην πολιτική επικαιρότητα. Μπορεί αρκετοί να αμφισβητούν τα δεδομένα των δημοκοπικών ερευνών, ωστόσο η εικόνα που αποτυπώνουν οδηγεί σε ιδιαίτερα χρήσιμα συμπεράσματα για τα κόμματα. Για την κυβέρνηση η μεγάλη δημοσκοπική διαφορά από την αξιωματική αντιπολίτευση μπορεί να αποτελέσει πολιτικό άλλοθι, ώστε να μην είναι συνεπής ως προς τις δεσμεύσεις της έναντι της κοινωνίας, που, σύμφωνα με την αντιπολίτευση, «βράζει», αλλά οι κυβερνώντες δεν το αντιλαμβάνονται. Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ερμηνεύει τα δημοσκοπικά ευρήματα με κομματικές παρωπίδες, με αποτέλεσμα να μην αντιλαμβάνεται ότι έχει χάσει μεγάλο μέρος της κοινωνίας.

Το μόνο ασφαλές συμπέρασμα από τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις είναι ότι το ΚΙΝΑΛ μπορεί να αποτελέσει κρίσιμο πολιτικό παράγοντα, όποτε γίνουν οι επόμενες εκλογές. Το δημοσκοπικό ποσοστό του 10%, που του δίνουν οι τελευταίες έρευνες, μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα, καθώς από τη μια δύναται να αφαιρέσει ψηφοφόρους από τον ΣΥΡΙΖΑ και από την άλλη να αλλάξει τους συσχετισμούς ως προς την εκλογική δύναμη της ΝΔ και τις συμμαχίες, που ίσως αναγκαστεί να κάνει σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας.

Αναλύοντας τα συμπεράσματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων καταλήγουμε ότι η ΝΔ διατηρεί τη δυναμική της πολιτικά, παρά τους λανθασμένους χειρισμούς ειδικά στη διαχείριση της πανδημίας. Από την άλλη μεριά, καταγράφονται σημαντικές απώλειες, τις οποίες πρέπει να αξιολογήσουν προσεκτικά στο Μαξίμου. Δεν πρέπει να μείνουν στην πρόθεση ψήφου, αλλά να προβληματιστούν για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δημοσκοπήσεων.

Στον ΣΥΡΙΖΑ είναι δεδομένη η αδυναμία του κόμματος να κεφαλαιοποιήσει τη δυσαρέσκεια των πολιτών μετά από 2,5 χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από τη ΝΔ. Στην Κουμουνδούρου πρέπει να τους προβληματίσουν τα χαμηλά δημοσκοπικά ποσοστά που καταγράφουν, αλλά και το γεγονός ότι το ΚΙΝΑΛ, μετά τις εσωκομματικές του διαδικασίες, μπορεί να συρρικνώσει περαιτέρω την εκλογική βάση του ΣΥΡΙΖΑ.

Για να επανέλθουμε στο κυβερνών κόμμα, η σταθερά διψήφια δημοσκοπική διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ φέρνει ικανοποίηση, καθώς προκύπτει ότι η αξιωματική αντιπολίτευση δεν δείχνει ικανή να το απειλήσει. Δεν δείχνει ικανός ο Αλέξης Τσίπρας να εκμεταλλευτεί τα λάθη της ΝΔ. Πέρα όμως από τη διαφορά στην πρόθεση ψήφου, οι επιμέρους απαντήσεις των πολιτών κάθε άλλο παρά ικανοποίηση πρέπει να δημιουργούν στο κυβερνητικό επιτελείο. Η πλειονότητα των ερωτηθέντων κρίνει αρνητικά το έργο της κυβέρνησης ως προς την πανδημία, ενώ προκύπτουν πλέον και σοβαροί προβληματισμοί για την ικανότητά της να αντιμετωπίζει ζητήματα όπως η ακρίβεια, τα εργασιακά και η ανεργία.

Από την άλλη, το δείγμα των πολιτών, που συμμετείχε στις δημοσκοπήσεις, δηλώνει ότι δεν προτίθεται να αντιδράσει σε επιμέρους ζητήματα, όπως η οικονομία, επειδή το απασχολεί το μείζον αντίστοιχο της διαχείρισης της πανδημίας. Ουσιαστικά, η κυβέρνηση παραμένει σε απόσταση ασφαλείας από την αξιωματική αντιπολίτευση, επειδή οι πολίτες δεν επιθυμούν τη δρομολόγηση πολιτικών εξελίξεων, εν μέσω της πανδημικής κρίσης. Το γεγονός λειτουργεί ως παράγοντας εφησυχασμού στη ΝΔ, που δεν προχωρά σε τομές, με τις οποίες μπορεί να βελτιώσει την καθημερινότητα των πολιτών. Ενδεχομένως, η κυβέρνηση να μην μπορεί να προχωρήσει σε ριζικές αλλαγές εξαιτίας της διαχείρισης της πανδημίας, η οποία, όμως, δεν μπορεί να αποτελεί παντοτινό άλλοθι. Πρέπει να αντιληφθούν οι κυβερνώντες ότι όσο η κατάσταση με τον κορονοϊό δεν εξομαλύνεται, τόσο θα εντείνεται η δυσαρέσκεια των πολιτών, ειδικά αν δεν αποφευχθεί τελικά νέο lock down.

Σε ό,τι αφορά στον ΣΥΡΙΖΑ, τα ηγετικά του στελέχη πρέπει να είναι ιδιαίτερα προβληματισμένα και ανήσυχα από τις δημοσκοπήσεις, γιατί ενώ το κόμμα τους ανεβάζει κατακόρυφα τους πολιτικούς τόνους, επικρίνοντας την κυβέρνηση για εγκληματική διαχείριση της πανδημίας και για ολιγωρία σε ό,τι αφορά στη λήψη μέτρων κατά της ακρίβειας, δεν προκύπτει το δημοσκοπικό αποτύπωμα, που προσδοκούν.

Η Κουμουνδούρου μπορεί να διακρίνει θετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά στις δημοσκοπήσεις, μπορεί να βλέπει τη διαφορά με τη ΝΔ να μειώνεται από τις 15 στις 10 ποσοστιαίες μονάδες, ωστόσο ο ΣΥΡΙΖΑ, που διεκδικεί την επάνοδο στην εξουσία, δεν μπορεί να δίνει την εικόνα κόμματος χωρίς ξεκάθαρη πολιτική πρόταση για την επόμενη ημέρα, εγκλωβισμένος σε ιδεοληψίες, χωρίς εποικοδομητική αντιπολιτευτική στρατηγική, που εξακολουθούν να μην εμπιστεύονται οι πολίτες, παρά τα 2,5 χρόνια που έχουν περάσει από τις εκλογές του 2019.

Το χειρότερο συμπέρασμα από τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πως η πλειονότητα των πολιτών δείχνει να μην τον εμπιστεύεται για να ξανακυβερνήσει. Δείχνει επίσης την αποδοκιμασία της στον Αλέξη Τσίπρα, αλλά και σε πρωτοκλασάτα κομματικά στελέχη. Ο ΣΥΡΙΖΑ αφενός πληρώνει την αδυναμία του να αλλάξει, αφετέρου υφίσταται τις συνέπειες από τη συσπείρωση των πολιτών γύρω από την κυβέρνηση εν μέσω πανδημίας, παρά τα λάθη της ΝΔ. Ο κόσμος δεν εμπιστεύεται τις θέσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης, θέλει προτάσεις ουσίας και όχι αντιπολιτευτικές κορόνες. Η συγκεκριμένη πολιτική τακτική, παρ’ ότι αποδοκιμάστηκε στις εκλογές του 2019, συνεχίζει να είναι κεντρική πολιτική επιλογή της Κουμουνδούρου. Ο ΣΥΡΙΖΑ πληρώνει επίσης τη μη ανανέωση όχι μόνο σε προτάσεις, αλλά και σε πρόσωπα και είναι κάτι που δεν μπορεί να κρυφτεί ούτε πίσω από τις αδυναμίες της ΝΔ, ούτε πίσω από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δημοσκοπήσεων, που δείχνουν μερική αποδόμηση της κυβέρνησης.

Συμπερασματικά, η δημοσκοπική διαφορά μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης θα παραμένει διψήφια ακόμη και αν η ΝΔ χάνει δυνάμεις, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολιτικά εγκλωβισμένος στις δικές του λανθασμένες επιλογές, οι οποίες δεν του επιτρέπουν να κερδίσει ούτε τους ψηφοφόρους, που επέλεξαν το 2019 τη ΝΔ, ούτε τους κεντροαριστερούς, που αισθάνονται απογοητευμένοι από την πρώτη αριστερή κυβέρνηση στη χώρα.

Πρόκειται, βέβαια, εκτιμήσεις, που βασίζονται σε δημοσκοπικές έρευνες. Οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν την εικόνα της στιγμής, ενώ ουκ ολίγες φορές τα τελευταία χρόνια διαψεύστηκαν μετά το άνοιγμα της κάλπης. Επιπρόσθετος παράγοντας, που μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα, είναι η εξέλιξη της πανδημίας, ενώ πραγματικός καταλύτης θα είναι το κύμα ανατιμήσεων και οι συνέπειες της ενεργειακής κρίσης στα ελληνικά νοικοκυριά. Κορονοϊός και ακρίβεια θα επηρεάσουν καθοριστικά, αυτή τη φορά, τους περισσότερους ψηφοφόρους στο παραβάν.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου