Νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες εν μέσω πανδημίας

νεοφιλελεύθερες-ιδεοληψίες-εν-μέσω-π-130410

Του Γιώργου Λαμπράκη

Οσο αυξάνονται τα θύματα και τα κρούσματα του κορονοϊού, τόσο μεγαλώνει ο φόβος των πολιτών. Προς το παρόν δεν επικρατεί πανικός, γιατί τα στοιχεία αναφορικά με την εξέλιξη της φονικής πανδημίας δείχνουν ότι η κατάσταση μπορεί να ελεγχθεί, επειδή η κυβέρνηση αντέδρασε ακαριαία και έλαβε ακραία μεν, απολύτως απαραίτητα δε μέτρα για τον περιορισμό της διασποράς του ιού.

Ωστόσο, μαζί με τον φόβο του κόσμου για το πώς θα εξελιχθεί τις επόμενες μέρες και εβδομάδες η πανδημία, αυξάνεται και η ανησυχία για τον βαθμό ετοιμότητας του κρατικού μηχανισμού να διαχειριστεί πρωτόγνωρη κατάσταση, ασύλληπτη υγειονομική κρίση, η οποία έχει προκαλέσει την κατάρρευση προηγμένων συστημάτων υγείας ανά τον κόσμο.

Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι δεν γίνονται μόνιμες προσλήψεις ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού στα Νοσοκομεία ή ότι δεν εξοπλίζονται οι δημόσιες δομές υγείας με τα απαραίτητα μηχανήματα. Οι πολίτες ανησυχούν και για την αδυναμία των αρμόδιων κρατικών οργάνων να ελέγξουν την κατάσταση στην αγορά, αφενός από πλευράς ελλείψεων σε βασικά είδη, όπως οι μάσκες και τα αντισηπτικά, αφετέρου να βάλουν φραγμό στα φαινόμενα αισχροκέρδειας.

Εύλογα αναρωτιέται, λοιπόν, ο πολίτης: Κρατικός μηχανισμός, που δεν μπορεί να διασφαλίσει την εφαρμογή κανόνων εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς εν μέσω έκτακτης κατάστασης, πώς θα μπορέσει να θωρακίσει το σύστημα υγείας, έτσι ώστε να μη γίνουμε Ιταλία ή Ισπανία; Η απάντηση στο ερώτημα εντοπίζεται στην πρωθυπουργική απόφαση για απαγόρευση της κυκλοφορίας, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων.

Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση έχει ποντάρει την επιτυχία του σχεδιασμού της στον περιορισμό της διασποράς του ιού. Εφόσον το σύστημα υγείας δεν είναι σε θέση να αντέξει πιθανό ξέσπασμα της πανδημίας, οι κυβερνώντες επέλεξαν, μόλις καταγράφηκαν τα πρώτα κρούσματα του κορονοϊού, να θέσουν σε εφαρμογή πλαίσιο αυστηρών μέτρων, που αν επιτύχουν θα αποτρέψουν το εφιαλτικό ενδεχόμενο να ζήσει η χώρα μας τις τραγικές καταστάσεις, τις οποίες βιώνουν άλλες χώρες του πλανήτη. Σε διαφορετική περίπτωση, ας προετοιμαστούμε να θρηνήσουμε εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες νεκρούς, εφόσον το εθνικό σύστημα υγείας ήταν και παραμένει ακόμη και εν μέσω πανδημίας αποδυναμωμένο και απροετοίμαστο.

Η πανδημία του κορονοϊού χάλασε τα σχέδια των κυβερνώντων για ιδιωτικοποίηση της δημόσιας υγείας. Πριν τον κορονοϊό είχαν γίνει οι πρώτες συμφωνίες και είχαμε και τις πρώτες επίσημες ανακοινώσεις για την πλήρη ιδιωτικοποίηση κλινικών και λοιπών ιατρικών δομών δημόσιων νοσοκομείων, με το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας να φιγουράρει στις πρώτες θέσεις της σχετικής λίστας. Η ΝΔ είχε συμφωνήσει σε όλα με τους ιδιώτες και ήταν έτοιμη να ξεπουλήσει το εθνικό σύστημα υγείας, το οποίο παρέλαβε σε οριακή κατάσταση από τους μνημονιακούς της προκατόχους.

Οι προσλήψεις μόνιμου ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, που ήταν και εξακολουθούν να είναι απολύτως απαραίτητες, παρέμεναν και συνεχίζουν να παραμένουν στα χαρτιά. Η εμμονή της κυβέρνησης για προσλήψεις επικουρικού προσωπικού, δηλαδή συμβασιούχων, οι οποίοι θα πάρουν την άγουσα από το εθνικό σύστημα υγείας όταν θα περάσει η καταιγίδα του κορονοϊού, εξηγεί τις πραγματικές της προθέσεις για την επόμενη μέρα στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια φροντίδα υγείας.

Αν, δηλαδή, προσληφθούν αυτή την εποχή μόνιμοι γιατροί και νοσηλευτές, δεν θα είναι δυνατή η απόλυσή τους μετά την κρίση της πανδημίας. Ετσι, όμως, οι ιδιώτες, που είχαν αρχίσει να εισχωρούν στο εθνικό σύστημα υγείας, θα αλλάξουν άποψη και θα εγκαταλείψουν τον κυβερνητικό σχεδιασμό, γιατί πολύ απλά το νέο μοντέλο δεν θα είναι κερδοφόρο.

Πολύ πιο εύκολα θα καταφέρουν να ελέγξουν απόλυτα τη δημόσια υγεία αν παραλάβουν καμένη γη, παρά αν το σύστημα έχει αντοχές και είναι σε θέση να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσμού. Για αυτό, λοιπόν, ας ελπίσουμε να πετύχουν τα μέτρα περιορισμού της διασποράς του κορονοϊού.

Από την άλλη μεριά, στο Μέγαρο Μαξίμου εξακολουθούν να μην αξιολογούν σωστά τα δεδομένα, που προκύπτουν για την αξιολόγηση της κυβέρνησης στις τελευταίες δημοσκοπήσεις. Το γεγονός ότι οι πολίτες, σε συντριπτικό βαθμό, συσπειρώνονται γύρω από την κυβέρνηση δεν σημαίνει ότι επικροτούν όλες τις επιλογές της. Ο φόβος και η αβεβαιότητα κυριαρχούν αυτή την εποχή στην ψυχολογία του κόσμου, με αποτέλεσμα τη σχεδόν καθολική αποδοχή των κυβερνητικών χειρισμών στο ζήτημα της αντιμετώπισης της πανδημίας του κορονοϊού.

Σχεδόν καθολική, γιατί υπάρχει μεγάλη «μαύρη τρύπα» για την κυβέρνηση σε ό,τι αφορά στην εμπιστοσύνη του κόσμου στις αντοχές του εθνικού συστήματος υγείας. Το αίσθημα δυσπιστίας ενισχύεται από τις διαρκείς καταγγελίες των εργαζομένων στα δημόσια νοσοκομεία για ελλείψεις σε βασικό εξοπλισμό και το πιο σημαντικό σε μέσα ατομικής προστασίας των γιατρών και των νοσηλευτών.

Κάπου εδώ προκύπτει το μείζον ζήτημα της αισχροκέρδειας και των κερδοσκόπων, καθώς οι αρμόδιοι μηχανισμοί της πολιτείας εξακολουθούν να μην ελέγχουν την κατάσταση σε ό,τι αφορά στην ομαλή προμήθεια των Νοσοκομείων με μάσκες και αντισηπτικά. Είδη που έχουν εξαφανιστεί από τα ράφια των σούπερ μάρκετ και των φαρμακείων, ωστόσο οι αντίστοιχες ελλείψεις στη δημόσια υγεία απειλούν με κατάρρευση το όλο σύστημα.

Σύστημα το οποίο, σύμφωνα με τον κυβερνητικό σχεδιασμό, καλούνται να συνδράμουν εθελοντικά ιδιώτες γιατροί. Τους ζητεί, δηλαδή, το κράτος να θέσουν εαυτούς στη διάθεση του ΕΣΥ και να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στη συνολική προσπάθεια αντιμετώπισης της πανδημίας, όχι μόνο χωρίς το παραμικρό κίνητρο, αλλά ακόμη και χωρίς τα απαιτούμενα μέσα ατομικής προστασίας(!).

Με αυτά, λοιπόν, τα δεδομένα, η υγειονομική κρίση που βιώνουμε μπορεί να έχει αίσια έκβαση μόνο αν πετύχουν τα μέτρα καθολικής αναστολής λειτουργίας της αγοράς και περιορισμού των άσκοπων μετακινήσεων. Τα μέτρα έχουν σχεδόν εξαντληθεί και πλέον απομένει να τα αξιολογήσουμε, όταν θα κορυφωθεί η πανδημία. Αυτό, σύμφωνα με τους ειδικούς, θα γίνει μέσα στον Απρίλιο, που όλοι εκτιμούν ότι θα είναι ο πιο δύσκολος μήνας.

Αν το ξέσπασμα της πανδημίας δεν περιοριστεί από τα υφιστάμενα μέτρα αποτροπής της διασποράς του κορονοϊού, τότε το κράτος θα πρέπει να έχει φροντίσει για την προστασία του κόσμου με κάθε τρόπο. Ακόμη και αν αυτό σημαίνει σύγκρουση η κυβέρνησης με παράγοντες του ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι μέχρι και πριν από δύο μήνες ήταν έτοιμοι να «εισβάλουν» στο δημόσιο σύστημα υγείας, με τις ευλογίες των κυβερνώντων.

Ηδη έπρεπε να έχουν γίνει επιτάξεις ιδιωτικών δομών υγείας και όχι συμφωνίες για την καταβολή εξωφρενικών αποζημιώσεων για κρεβάτια σε ιδιωτικές ΜΕΘ.

Τα 1.600 ευρώ, που θα δώσει το κράτος στους ιδιώτες για την παραχώρηση κάθε κρεβατιού ΜΕΘ, θα μπορούσαν να καταβληθούν στους ιδιώτες γιατρούς, από τους οποίους ζητείται να προσφέρουν εθελοντικά τις υπηρεσίες τους και να ρισκάρουν τις ζωές τους ή να διατεθούν για την πρόσληψη μόνιμου ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου