Τα κλειδιά της πραγματικής οικονομικής ανάπτυξης

τα-κλειδιά-της-πραγματικής-οικονομικ-179628

Για να πατήσει πραγματικά στα πόδια της η ελληνική οικονομία και να αφήσει οριστικά στο παρελθόν τον δεκαετή μνημονιακό εφιάλτη απαιτούνται δύο βασικές προϋποθέσεις, επενδύσεις και τόνωση της κατανάλωσης. Αν, δηλαδή, δεν πέσει ζεστό χρήμα στην αγορά και δεν δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, που θα συνοδεύονται από αξιοπρεπείς αμοιβές, ας μην ελπίζουμε ότι η χώρα μας θα βγει στο ξέφωτο της ανάπτυξης και θα πάψει να απειλείται από τους κινδύνους, οι οποίοι την οδήγησαν στην ύφεση και προκάλεσαν την απώλεια του 25% του ΑΕΠ της.

Οι μέχρι στιγμής ενδείξεις για τις προϋποθέσεις επίτευξης των στόχων για επενδύσεις και ενίσχυση της κατανάλωσης δεν είναι ενθαρρυντικές. Μπορεί στον κυβερνητικό σχεδιασμό να περιλαμβάνεται πρόγραμμα προσέλκυσης επενδύσεων, ύψους έως και 100 δισεκατομμυρίων ευρώ τον χρόνο, ωστόσο απτά δείγματα του φιλόδοξου σχεδιασμού δεν υπάρχουν ακόμη. Το μόνο θετικό είναι πως υπάρχει μεγάλη κινητικότητα, εξαιτίας των αλλεπάλληλων επαφών τόσο του πρωθυπουργού, όσο και των αρμόδιων υπουργών με οικονομικούς και όχι μόνο παράγοντες, που ενδιαφέρονται να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους στην Ελλάδα και να στηρίξουν την προσπάθεια για την αναγέννηση της οικονομίας.

Εκτιμήσεις αναφέρουν ότι στο επόμενο διάστημα θα οριστικοποιηθούν συμφωνίες ύψους 50 δισεκατομμυρίων ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 27% του ΑΕΠ της χώρας μας. Μέχρι να πέσουν, όμως, οι υπογραφές και το πιο σημαντικό μέχρι να αρχίσουν να υλοποιούνται τα συγκεκριμένα επενδυτικά σχέδια, ας κρατήσουμε μικρό καλάθι, καθώς σχεδόν ποτέ τα δεδομένα δεν είναι όπως φαίνονται. Αφενός οι ξένοι επενδυτές θέλουν να διασφαλίσουν πρωτίστως το δικό τους κέρδος, αφετέρου τα εμπόδια μέχρι την οριστικοποίηση των συγκεκριμένων συμφωνιών και ακολούθως έως την υλοποίησή τους είναι πολλά, με πρώτο και κυριότερο της γραφειοκρατίας.

Ο δυσκίνητος κρατικός μηχανισμός, που ελέγχει τα πάντα και επηρεάζει με τη γραφειοκρατική του ακαμψία οποιαδήποτε αναπτυξιακή πρωτοβουλία, παραμένει ισχυρός, παρά τις προθέσεις της κυβέρνησης να διορθώσει τα κακώς κείμενα. Οι νομοθετικές της πρωτοβουλίες για την αποδυνάμωση του γραφειοκρατικού κατεστημένου και κατά συνέπεια της απλοποίησης των διαδικασιών προσέλκυσης και υλοποίησης επενδύσεων απομένει να φανεί στην πράξη αν θα αποδώσουν και αν θα συμβάλλουν, ώστε οι υπό επικύρωση επενδυτικές συμφωνίες να μπουν στην τελική ευθεία.

Αντιλαμβανόμαστε ότι δεν είναι εύκολο να αρθούν στρεβλώσεις δεκαετιών από κυβερνητικό σχήμα λίγων μηνών. Οση αποφασιστικότητα για μεταρρυθμίσεις και αν διαθέτει, όσο προετοιμασμένο και αν είναι για τη νομοθέτηση αποφάσεων, που θα θέσουν στο περιθώριο τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, οι μηχανισμοί που ελέγχουν τα κλειδιά του κράτους δύσκολα θα αποδυναμωθούν και θα τεθούν στο περιθώριο. Ακόμη όμως και αν ξεπεραστούν τα εμπόδια με τη νομοθετική μεταρρύθμιση, που ήδη άρχισε να εφαρμόζει η κυβέρνηση της ΝΔ, υπάρχουν σοβαρές δυσκολίες μέχρι την επίτευξη του στόχου για σύνδεση των επενδύσεων με την ουσιαστική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Οι νέες θέσεις εργασίας, που θα προκύψουν, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα συνδυαστούν με αξιοπρεπείς αποδοχές. Το ισχύον καθεστώς των εργασιακών σχέσεων προβλέπει μισθούς εξαθλίωσης και ωράρια λάστιχο, έτσι ώστε να ευνοούνται οι εργοδότες και να επιβαρύνονται οι εργαζόμενοι. Στο, βωμό δήθεν της ανταγωνιστικότητας έχει επιβληθεί στην εγχώρια αγορά εργασίας καθεστώς δυσμενών εργασιακών σχέσεων, που οι νέοι επενδυτές θα φροντίσουν να αξιοποιήσουν, προκειμένου να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους σε βάρος του εργατικού δυναμικού, που δεν έχει αντιστάσεις και σοβαρή συνδικαλιστική εκπροσώπηση.

Η συζήτηση για την αύξηση του κατώτατου μισθού, που πρόκειται να αρχίσει τον επόμενο μήνα και να ολοκληρωθεί μέχρι τα μέσα του καλοκαιριού, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα καρποφορήσει. Μάλιστα, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα διεξαχθεί, καθώς υπάρχουν πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες η κυβέρνηση το ξανασκέφτεται σχετικά με τη διαδικασία διαβούλευσης για τον κατώτατο μισθό, ειδικά μετά τις ενστάσεις που διατύπωσαν οι εκπρόσωποι των βιομηχάνων.

Μπορεί η ΝΔ να υποσχέθηκε προεκλογικά αυξήσεις στους μισθούς σε διπλάσια επίπεδα από τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας, ωστόσο μετεκλογικά τα δεδομένα άλλαξαν, όπως άλλωστε συμβαίνει με όλες τις κυβερνήσεις. Αν, λοιπόν, η αύξηση του κατώτατου μισθού, έστω και κατά 25 ευρώ τον μήνα, παραπεμφθεί για το 2021, οι συνθήκες θα γίνουν ακόμη πιο ελκυστικές για τους επίδοξους επενδυτές, ενώ για τους εργαζόμενους τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει.

Αν, μάλιστα, απλοποιηθούν οι διαδικασίες για την υλοποίηση των επενδύσεων με τις μεταρρυθμίσεις για την πάταξη της γραφειοκρατίας, ο επενδυτικός παράδεισος, που έχει υποσχεθεί η ΝΔ, θα γίνει πράξη. Ποιος επενδυτής δεν θα τρέξει να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες, που θα προκύψουν, προκειμένου να ποντάρει τα κεφάλαιά του σε οικονομία χωρίς γραφειοκρατικά εμπόδια και με τις εργασιακές σχέσεις να τον ευνοούν;

Ετσι, όμως, τα οφέλη θα κατανεμηθούν ανισομερώς και ο στόχος, που έχει θέσει η κυβέρνηση για ουσιαστική ανάπτυξη της οικονομίας, δεν θα επιτευχθεί. Εκτός και αν θεωρηθεί ότι η ευημερία των αριθμών συνδυάζεται αυτονόητα με την ευημερία των ανθρώπων.

Τα επόμενα βήματα της ΝΔ πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικά, αν θέλει πραγματικά να διατηρήσει τον έλεγχο των εξελίξεων. Μόνο με τις μειώσεις φόρων δεν θα συνεχίσει για πολύ καιρό ακόμη να αξιολογείται θετικά από την πλειονότητα του εκλογικού σώματος. Η μεσαία τάξη, που της χάρισε την εξουσία, και οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα με χαμηλές αμοιβές περιμένουν ουσιαστική βελτίωση της καθημερινότητάς τους. Ο συγκεκριμένος στόχος μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την υλοποίηση επενδύσεων σε κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας και την ενεργοποίηση της ραχοκοκαλιάς της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή των μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων. Αν συνδυαστεί με αυξήσεις στις αποδοχές, θα έχει επιτευχθεί πραγματικό οικονομικό θαύμα.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου