Η απόσταση από τη στατιστική μέχρι την ουσιαστική ευημερία

η-απόσταση-από-τη-στατιστική-μέχρι-την-345542

Το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2020 μπορεί να χαρακτηριστεί συνεπές ως προς τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού από τη ΔΕΘ και φιλόδοξο, καθώς προβλέπει την επίτευξη αναπτυξιακών στόχων, που ουδέποτε δεν επετεύχθησαν στο πρόσφατο μνημονιακό παρελθόν της χώρας. Για παράδειγμα, ο στόχος για ανάπτυξη κοντά στο 3% την επόμενη χρονιά και για η μείωση της ανεργίας κατά σχεδόν δύο ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με φέτος μπορεί να επιτευχθεί σε επίπεδο αριθμών, ωστόσο σε επίπεδο ουσίας δύσκολα θα αλλάξουν τα σημερινά δεδομένα στην οικονομία.

Μπορεί δηλαδή ο κορυφαίος στόχος για την επιστροφή στην ανάπτυξη, μέσα από την αύξηση του ΑΕΠ, να επιτευχθεί την επόμενη χρονιά, ωστόσο τα πρακτικά οφέλη για τους πολίτες πολύ δύσκολα θα αποτυπωθούν στην καθημερινότητά τους, όσο οι μισθοί παραμένουν καθηλωμένοι και οι νέες θέσεις εργασίας, που θα δημιουργηθούν, θα είναι κακοπληρωμένες.

Σύμφωνα με τα τελευταία στατιστικά στοιχεία, η ανεργία μειώθηκε στο 17%, ωστόσο οι περισσότερες από τις νέες θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν τους τελευταίους μήνες είναι μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης. Προβλέπουν, δηλαδή, μισθούς των 300 και 400 ευρώ τον μήνα και αντίστοιχη ασφαλιστική κάλυψη. Σε ό,τι αφορά στους εργαζόμενους που έχουν πλήρη απασχόληση, οι αποδοχές τους δεν ξεπερνούν τα 700 με 800 ευρώ, με εξαίρεση κάποιες ελάχιστες περιπτώσεις εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, που λαμβάνουν μισθούς κοντά στα 1.000 ευρώ. Οσοι έχουν αποδοχές από 700 ευρώ και πάνω θεωρούνται στη χώρα μας προνομιούχοι, τη στιγμή που οι τιμές σε βασικά είδη κατανάλωσης και στα καύσιμα είναι σχεδόν ίδιες με τις αντίστοιχες σε χώρες, που ο βασικός μισθός αγγίζει τα 1.500 ευρώ!

Πάνω σε αυτό το οικοδόμημα είναι αδύνατον να στηριχτεί η ανάπτυξη, που οραματίζεται και η κυβέρνηση της ΝΔ. Χωρίς πραγματική αύξηση των μισθών, έτσι ώστε οι εργαζόμενοι να αισθάνονται ότι μπορούν να καλύψουν άνετα τις βασικές ανάγκες των οικογενειών τους και να τονώσουν την ιδιωτική κατανάλωση προς όφελος της πραγματικής οικονομίας, δεν μπορεί να επιστρέψει η Ελλάδα στα προ κρίσης επίπεδα. Επίσης, χωρίς μισθολογική αναγνώριση των δεξιοτήτων και των γνώσεων των πτυχιούχων της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, οι απόφοιτοι των Ελληνικών Πανεπιστημίων θα συνεχίσουν να φεύγουν στο εξωτερικό και να τροφοδοτούν ξένες οικονομίες με καταρτισμένο εργατικό δυναμικό, για το οποίο αυτές οι οικονομίες δεν ξόδεψαν ούτε ένα ευρώ.

Μόνο, λοιπόν, η επένδυση στο εργατικό δυναμικό, με αυξήσεις αποδοχών και χορήγηση κινήτρων στους νέους επιστήμονες, ώστε να μείνουν στον τόπο τους, μπορεί να οδηγήσει στο μονοπάτι της ανάπτυξης. Ολα τα υπόλοιπα είναι για τις εντυπώσεις και για τους αριθμούς, οι οποίοι στην προκειμένη περίπτωση δεν λένε την αλήθεια. Με άλλα λόγια, οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης και η υποχώρηση της ανεργίας θα συνεχίσουν να αποτελούν στατιστικά και όχι πραγματικά επιτεύγματα της ελληνικής οικονομίας.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου