Εκκωφαντικός κώδωνας κινδύνου για την αγορά

εκκωφαντικός-κώδωνας-κινδύνου-για-τη-531521

Η απογοητευτική εικόνα στην πασχαλινή εμπορική αγορά του Βόλου, όπως και σε άλλες αντίστοιχες της χώρας, διαλύει την όποια επικοινωνιακή απόπειρα της κυβέρνησης να παρουσιάσει την κατάσταση στην πραγματική οικονομία με όρους, οι οποίοι δεν συμβαδίζουν με την καθημερινότητα που βιώνουν οι άνθρωποι της αγοράς. Οι τζίροι των περισσότερων μικρομεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων, που είναι φέτος μειωμένοι έως και 30% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο η οποία επίσης ήταν δύσκολη για τους εμπόρους, αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα των εκρηκτικών προβλημάτων έλλειψης ρευστότητας και μείωσης της αγοραστικής κίνησης, που αντιμετωπίζει το πιο δυναμικό κομμάτι της πραγματικής οικονομίας. Φανταστείτε λοιπόν την κατάσταση που επικρατεί σε άλλους τομείς της ιδιωτικής οικονομίας που δεν έχουν την ίδια δυναμική.

Εννέα μήνες μετά την έξοδο της χώρας από τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής, η αγορά εξακολουθεί να στενάζει και να παραμένει σε «μηχανική υποστήριξη», λόγω των υπέρογκων φόρων και της πλήρους απουσίας πολιτικών, οι οποίες θα μπορούσαν να στηρίξουν ουσιαστικά το επιχειρείν. Εννέα μήνες μετά την ολοκλήρωση των μνημονίων η εμπορική αγορά παραμένει σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και πολλοί μικρομεσαίοι επαγγελματίες ζουν με τον φόβο των λουκέτων.

Σε αντίθεση με τα στατιστικά στοιχεία που δημοσιοποιεί το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης για να πείσει την κοινή γνώμη ότι η χώρα επέστρεψε σε ρυθμούς ανάπτυξης, τα αδιάψευστα οικονομικά στοιχεία των εμπορικών επιχειρήσεων, που συνεχίζουν να «φυτοζωούν» και δεν μπορούν να πάρουν ανάσα ούτε καν στις εορταστικές περιόδους, προσγειώνουν ανώμαλα άπαντες στην πραγματικότητα, παρά την κυβερνητική προπαγάνδα και παράλληλα μεγιστοποιούν τις ανησυχίες για την τύχη μεγάλου αριθμού εμπορικών επιχειρήσεων που απασχολούν χιλιάδες υπαλλήλους και συμβάλλουν καθοριστικά κάθε χρόνο στα δημόσια έσοδα, μέσω των φορολογικών και των ασφαλιστικών τους εισφορών.

Για όλες αυτές τις επιχειρήσεις οι ανακοινώσεις για τους ρυθμούς ανάπτυξης, τα υπερπλεονάσματα, τη μείωση της ανεργίας και την αύξηση του κατώτατου μισθού δεν έχουν καμία απολύτως σημασία ούτε κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα, από τη στιγμή που δεν μεταφράζονται σε αύξηση της κατανάλωσης και σε τόνωση της αγοραστικής κίνησης. Οι καταναλωτές παραμένουν εγκλωβισμένοι στη μέγγενη των υψηλών άμεσων και έμμεσων φόρων και των χαμηλών μισθών, που για τους περισσότερους νεοπροσλαμβανόμενους παραπέμπουν σε προνοιακά βοηθήματα, με αποτέλεσμα το πενιχρό οικογενειακό εισόδημα να καταλήγει πρώτα σε ανελαστικές οικονομικές υποχρεώσεις και ό,τι περισσεύει να καταλήγει στην αγορά. Ετσι όμως ανατροφοδοτείται ένα καθεστώς μιζέριας, που με τη σειρά του ενισχύει τον φαύλο κύκλο της οικονομικής ύφεσης και οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στον αφανισμό μεγάλου μέρους της πραγματικής οικονομίας.

Οι διαρροές των τελευταίων ημερών για φοροελαφρύνσεις μέσω της μείωσης των άμεσων και έμμεσων φορολογικών συντελεστών απλά καλλιεργούν ένα κλίμα επίπλαστης αισιοδοξίας, χωρίς ουσιαστικά να αλλάζει κάτι στην αγορά. Τα διαρθρωτικά μέτρα, που έπρεπε να έχουν νομοθετηθεί και να ισχύουν πολύ πριν ολοκληρωθούν τα μνημόνια, παραπέμφθηκαν στις καλένδες και μαζί τους και οι προοπτικές ενίσχυσης της πραγματικής οικονομίας. Από την άλλη μεριά, η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος, στην οποία βρίσκεται η χώρα επί της ουσίας από τα τέλη του προηγούμενου χρόνου, επιδεινώνει το κλίμα στην αγορά, καθώς οι καταναλωτές παραμένουν «κουμπωμένοι» και οι καταστηματάρχες εξακολουθούν να καταγράφουν αρνητικούς τζίρους, παρά τις εμβόλιμες εκπτωτικές περιόδους και την απελευθέρωση του ωραρίου λειτουργίας της αγοράς.

Εστω και καθυστερημένα, εκείνοι που νομοθέτησαν τα συγκεκριμένα μέτρα πρέπει να καταλάβουν ότι χωρίς βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη μέσα από νέες θέσεις εργασίας με κανονικούς μισθούς, χωρίς μείωση της φορολογίας και πιστή υλοποίηση του προγράμματος δημοσίων και ιδιωτικών επενδύσεων, δεν είναι δυνατόν να ανακάμψει η αγορά. Επειδή, δηλαδή, έχουμε τα εμβόλιμα δεκαήμερα των εκπτώσεων και επειδή κάποια καταστήματα λειτουργούν από το πρωί μέχρι το βράδυ, δεν σημαίνει ότι θα αυξηθεί ο τζίρος των εμπορικών επιχειρήσεων. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν αυξηθούν τα εισοδήματα των καταναλωτών και παράλληλα να μειωθούν οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές. Οσο το κράτος θα αντιμετωπίζει την πραγματική οικονομία με όρους που δεν συμβαδίζουν με το σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον, τόσο θα βαθαίνει το τέλμα στη αγορά. Επιβάλλοντάς της εξοντωτικούς φόρους και στερώντας της το δικαίωμα στον τραπεζικό δανεισμό, το απόλυτο αδιέξοδο έρχεται ακόμη πιο κοντά και οι συνέπειες μιας ενδεχόμενης κατάρρευσης θα συμπαρασύρουν το εύθραυστο οικοδόμημα της ελληνικής οικονομίας.

Οι κυβερνώντες είτε αδιαφορούν για τις επιπτώσεις των πολιτικών που εφαρμόζουν, είτε δεν κατανοούν τις συνέπειες αυτών των πολιτικών. Ετσι συνεχίζουν να πορεύονται στον αδιέξοδο δρόμο της επιβολής φόρων για τη δημιουργία υπερπλεονάσματων, τα οποία δεν έχουν κανέναν απολύτως ουσιαστικό αντίκτυπο στην προσπάθεια επανεκκίνησης της οικονομίας και επιστροφής της αγοράς στην κανονικότητα. Ο χρόνος που έχει χαθεί είναι πολύτιμος και τα περιθώρια αντιστροφής αυτής της κατάστασης στενεύουν επικίνδυνα. Οσο μάλιστα η κυβέρνηση δεν αλλάζει ρότα και δεν αντιλαμβάνεται το αναπόφευκτο αδιέξοδο των πολιτικών της επίλογων, τόσο οδηγείται η αγορά σε μονοπάτια χωρίς επιστροφή.

Τα μηνύματα που έστειλαν και τη φετινή πασχαλινή περίοδο οι εκπρόσωποι της πραγματικής οικονομίας και οι καταναλωτές είναι κάτι παραπάνω από ξεκάθαρα. Οι αποδέκτες αυτών των μηνυμάτων οφείλουν είτε να υιοθετήσουν άμεσα τις προτάσεις των ανθρώπων της αγοράς, αλλάζοντας το μείγμα της εφαρμοζόμενης οικονομικής πολιτικής που ανακυκλώνει την ύφεση, είτε να επισπεύσουν τον χρόνο διεξαγωγής των ερχόμενων εθνικών εκλογών, μήπως και διασωθεί ό,τι είναι δυνατό από ένα οικονομικό οικοδόμημα που καταρρέει.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου