Μία μη αναστρέψιμη πορεία

μία-μη-αναστρέψιμη-πορεία-608840

Οσο και αν δεν το παραδέχονται ανοιχτά, ο πρωθυπουργός και τα κορυφαία κυβερνητικά στελέχη έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στις ερχόμενες εθνικές εκλογές, για τον χρόνο διενέργειας των οποίων θα παίξουν καθοριστικό ρόλο οι δημοσκοπήσεις που θα γίνουν το επόμενο διάστημα. Αφού ολοκληρώθηκαν η Συνταγματική Αναθεώρηση (όπως τέλος πάντων έγινε) και ο κυβερνητικός ανασχηματισμός (με τους όποιους συμβολισμούς ως προς το επιχειρούμενο άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ προς το Κέντρο, με στόχο τον διεμβολισμό της Κεντροαριστεράς), η κυβέρνηση στρέφει πλέον την προσοχή της στην υλοποίηση των μέτρων που έχει εξαγγείλει για την προστασία της πρώτης κατοικίας και τις ρυθμίσεις για την εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την Εφορία με 120 δόσεις. Παράλληλα, «τρέχουν» και τα μέτρα για την αύξηση του κατώτατου μισθού και την επιδότηση ενοικίου, σε ένα πραγματικό φιλολαϊκό νομοθετικό ντεμαράζ, μήπως και αλλάξει η δημοσκοπική εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ.

Μέχρι στιγμής ό,τι και αν προσπάθησαν, έτσι ώστε να μειώσουν τη διψήφια διαφορά τους από τη ΝΔ, κάθε άλλο παρά απέδωσε τα αναμενόμενα. Με εξαίρεση κάποιες δημοσκοπικές απόπειρες από εταιρείες αμφιβόλου αξιοπιστίας, όλες οι υπόλοιπες αντίστοιχες μετρήσεις φέρνουν το κυβερνών κόμμα 10 και 11 ποσοστιαίες μονάδες πίσω από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οι ερωτώμενοι στις συγκεκριμένες δημοσκοπήσεις λειτουργούν ως να περιμένουν την ώρα και τη στιγμή που θα φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία. Από τη μια καλοδέχονται τα φιλολαϊκά μέτρα που ψηφίζει η κυβέρνηση, από την άλλη ωστόσο δεν αποτυπώνεται η ικανοποίησή τους στις αλλεπάλληλες μετρήσεις της κοινής γνώμης.

Ούτε τα επιδόματα που μοιράστηκαν τα Χριστούγεννα, ούτε η αύξηση του κατώτατου μισθού, ούτε η μείωση της ανεργίας και της αδήλωτης εργασίας, ούτε τα μέτρα για την προστασία της πρώτης κατοικίας και την επιδότηση του ενοικίου και των δόσεων προς τις τράπεζες, ούτε η μη υλοποίηση του μέτρου για τις περικοπές των συντάξεων, ούτε η επιστροφή των αναδρομικών στους ενστόλους, τους πανεπιστημιακούς και τους νοσοκομειακούς γιατρούς έφεραν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα, τη μείωση της διαφοράς από τη ΝΔ και την ανατροπή της εκτίμησης ότι όποτε και αν στηθούν κάλπες ο ΣΥΡΙΖΑ θα γνωρίσει μια πραγματική εκλογική συντριβή. Μια συντριπτική ήττα που ούτε θα είναι διαχειρίσιμη μετεκλογικά, ούτε θα του επιτρέψει να σηκώσει κεφάλι και να διεκδικήσει ξανά την εξουσία τον επόμενο χρόνο που θα έχουμε τη εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.

Μόνο μία και μοναδική εξήγηση υπάρχει για τη συγκεκριμένη στάση των ερωτώμενων στις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών. Η εμπιστοσύνη που έδειξαν στον ΣΥΡΙΖΑ πριν από τέσσερα χρόνια και η επιλογή τους να αναθέσουν στα στελέχη του τη διακυβέρνηση της χώρας στην πιο κρίσιμη φάση της μεταπολιτευτικής της ιστορίας, διαψεύστηκαν με οδυνηρό τρόπο. Οσο μάλιστα φωτίζεται το παρασκήνιο των δραματικών εξελίξεων το καλοκαίρι του 2015, όταν η Ελλάδα λίγο έλειψε να πέσει στον γκρεμό της εξόδου από την Ευρωζώνη εξαιτίας των εγκληματικών χειρισμών μιας χούφτας μαθητευόμενων πολιτικών μάγων, τόσο ενισχύεται η εκτίμηση ότι όσοι ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ διέπραξαν ένα τεράστιο σφάλμα.

Οι υποσχέσεις για σκίσιμο των μνημονίων και κατάργηση των αντιλαϊκών εφαρμοστικών νόμων με συνοπτικές διαδικασίες έπεσαν στο κενό, όπως άλλωστε και τα κούφια, όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, λόγια του Αλέξη Τσίπρα και των συντρόφων του ότι μπορούσαν να τερματίσουν τον μνημονιακό εφιάλτη της ελληνικής κοινωνίας χωρίς να χρειαστούν άλλες θυσίες από τους πολίτες και άλλες υποχωρήσεις από το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Δυστυχώς και για τους πολίτες και για το πολιτικό προσωπικό τίποτα από όλα αυτά δεν ίσχυσε.

Οι μεν πολίτες «μάτωσαν» ακόμη περισσότερο στην τετραετία διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ τα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος υπέστησαν τεράστια επικοινωνιακή φθορά εξαιτίας της απόλυτης πολιτικής τους μεταστροφής, της μοναδικής ασυνέπειας λόγων και πράξεων και των προκλητικών τακτικισμών που πραγματοποίησαν όλα αυτά τα χρόνια, προκειμένου να διαστρεβλώσουν την πραγματικότητα και να διασφαλίσουν την παραμονή τους στις καρέκλες της εξουσίας με κάθε τρόπο.

Τους τελευταίους μήνες μάλιστα αυτοί οι τακτικισμοί ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο, με τις κωμικοτραγικές εξελίξεις στη Βουλή, πρώτα για την κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών και στη συνέχεια για τη Συνταγματική Αναθεώρηση, να στιγματίζουν την ιστορία του κοινοβουλευτισμού και να βγάζουν οριστικά και αμετάκλητα από τα πρόσωπα των κυβερνητικών στελεχών τη μάσκα του προοδευτικού αριστερού.

Τον επόμενο μήνα που θα γίνουν οι νέες δημοσκοπήσεις, η κυβερνητική πλευρά θα κάνει την τελευταία της αντεπίθεση για να αλλάξει την πολιτική της μοίρα. Ανάλογα με τα αποτελέσματα των μετρήσεων της κοινής γνώμης θα αποφασιστεί ο χρόνος διεξαγωγής των εθνικών εκλογών. Επικρατέστερο είναι το σενάριο που θέλει τις κάλπες να στήνονται μαζί με τις ευρωεκλογές και τις αυτοδιοικητικές εκλογές, προκειμένου να εκτονωθεί η δυσφορία του κόσμου στις διαδικασίες ανάδειξης ευρωβουλευτών, δημάρχων και περιφερειαρχών.

Η άλλη εισήγηση που υπάρχει στη διάθεση του πρωθυπουργού είναι να ολοκληρωθεί η τετραετία. Από τη στιγμή μάλιστα που έχει εξασφαλιστεί η απαιτούμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία με τις προσθήκες των ανεξάρτητων βουλευτών που διαγράφηκαν από τους ΑΝΕΛ και το Ποτάμι, αυτός ο στόχος θεωρείται απόλυτα εφικτός. Αυτή η επιλογή όμως ενέχει ένα μεγάλο ρίσκο. Αν συνεχιστεί η δημοσκοπική κατηφόρα του ΣΥΡΙΖΑ, μέχρι να στηθούν οι κάλπες των εθνικών εκλογών τον ερχόμενο Οκτώβριο θα έχει ανοίξει τόσο πολύ η «ψαλίδα» ανάμεσα στο κυβερνών κόμμα και τη ΝΔ, ώστε δεν θα αρκούν ούτε οι σχεδιαζόμενες προσλήψεις στο δημόσιο, ούτε κανένα άλλο μέτρο που επεξεργάζονται στο Μέγαρο Μαξίμου για να αποφευχθεί η εκλογική συντριβή.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου