Τα ανοιχτά μέτωπα της οικονομίας και οι προεκλογικοί τακτικισμοί

τα-ανοιχτά-μέτωπα-της-οικονομίας-και-ο-620357

Στην κυβέρνηση ζουν με την ψευδαίσθηση ότι επειδή ολοκληρώθηκαν τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής και η χώρα δανείστηκε πρόσφατα με σχετικά «αλμυρό» επιτόκιο, η ελληνική οικονομία απέκτησε την αυτονομία της και επέστρεψε στην κανονικότητα. Τα μηνύματα ωστόσο από τους δανειστές παραμένουν ανησυχητικά και η αρθρογραφία σε έγκυρα ευρωπαϊκά ΜΜΕ εξακολουθεί να επικεντρώνεται στις μεγάλες καθυστερήσεις, οι οποίες παρατηρούνται ως προς την υλοποίηση του προγράμματος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που συμφώνησε η χώρα μας με τους εταίρους, προκειμένου να τελειώσουν τα μνημόνια.

Το θέμα των τραπεζών βρίσκεται στην κορυφή των εκκρεμοτήτων, με τα χρονικά περιθώρια να εξαντλούνται σε βαθμό άκρως ανησυχητικό και την πολυαναμενόμενη συμφωνία με τις τράπεζες για τη ρύθμιση των «κόκκινων» δανείων να καθυστερεί σημαντικά. Η κυβέρνηση επιθυμεί να προκύψει μια συμφωνία με τους τραπεζίτες που δεν θα της κοστίσει στην ερχόμενη προεκλογική περίοδο.

Για αυτό και προσπαθεί να επιβάλει τις δικές της προτάσεις, που από τη μια προστατεύουν τη συντριπτική πλειονότητα των δανειοληπτών, οι οποίοι όντως αδυνατούν να αποπληρώσουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις και από την άλλη δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για τους λεγόμενους στρατηγικούς κακοπληρωτές, έτσι ώστε να αποφύγουν την αποπληρωμή των δανείων τους, είτε μέσω της ένταξής τους στο διάδοχο νομοθετικό καθεστώς του νόμου Κατσέλη, είτε μέσω του φημολογούμενου «κουρέματος» του συνόλου των «κόκκινων» δανείων.

Με αυτό το σκεπτικό όμως η απειλή για το τραπεζικό σύστημα ενισχύεται. Για αυτό και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης έχει επισημάνει ήδη δύο φορές τον κίνδυνο «κουρέματος» των καταθέσεων, προκειμένου να ανακεφαλαιοποιηθούν για πολλοστή φορά τα τελευταία εννέα χρόνια οι τράπεζες.

Οι δανειστές, έχοντας αντιληφτεί τις προεκλογικές σκοπιμότητες που κρύβονται πίσω από την κυβερνητική προσπάθεια να ρυθμιστεί το θέμα των «κόκκινων» δανείων, προειδοποιούν ότι δεν θα εγκρίνουν τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, στα οποία συμφώνησαν επί της αρχής το περασμένο καλοκαίρι. Οι πιστωτές συμφώνησαν στην επιστροφή κερδών που πέτυχαν οι κεντρικές τράπεζες του ευρωσυστήματος με τα ελληνικά ομόλογα. Πρόκειται για 4,8 δισ. ευρώ, τα οποία αναμένεται να εκταμιευτούν σε εξαμηνιαίες δόσεις μέχρι το 2022, εφόσον η Αθήνα υλοποιεί τις συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις. Η πρώτη δόση έπρεπε να εκταμιευτεί τον περασμένο Δεκέμβρη. Ωστόσο, οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών δεν την ενέκριναν, διότι η Αθήνα δεν προχωρά τις μεταρρυθμίσεις.

Σε σχέση πάντως με το παρελθόν δεν ασκείται πια έντονη κριτική στον Αλ. Τσίπρα. Οι Ευρωπαίοι δεν θέλουν να σημειωθεί ανοιχτή σύγκρουση. Δεν θέλουν να φοβίσουν τους επενδυτές, που δειλά – δειλά ξεκινούν να δανείζουν και πάλι χρήματα στην Ελλάδα. Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση «κλείνει το μάτι» στους πολίτες, υποσχόμενη χιλιάδες προσλήψεις στο δημόσιο για καθαρά ψηφοθηρικούς λόγους. Με ανοιχτά τόσα μέτωπα, θα περίμενε κανείς να υπάρχει ένα συγκροτημένο σχέδιο αντιμετώπισης της κατάστασης και όχι να μπαίνουν στο προεκλογικό «ζύγι» θέματα που απειλούν να «τινάξουν στον αέρα» το εύθραυστο οικοδόμημα της ελληνικής οικονομίας.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου