Η ναρκοθέτηση του πολιτικού συστήματος

η-ναρκοθέτηση-του-πολιτικού-συστήματ-659133

Στο πολιτικό σύστημα της χώρας έχει διαμορφωθεί ένα προεκλογικό σκηνικό ακραίας πόλωσης με το επίπεδο της αντιπαράθεσης να βρίσκεται σε διαρκή ελεύθερη πτώση και τη σκανδαλολογία να δηλητηριάζει την κοινωνία, φθείροντας ταυτόχρονα ακόμη πιο πολύ την εικόνα του πολιτικού προσωπικού που ήδη είναι απαξιωμένη. Την ίδια στιγμή, τα θέματα της οικονομίας, που έπρεπε να κυριαρχούν στην ατζέντα της συζήτησης, παραμένουν στο περιθώριο, παρά το γεγονός ότι τα μηνύματα για τις αντοχές της χώρας μας αρχίζουν ξανά να γίνονται κάτι παραπάνω από ανησυχητικά.

Οι πολιτικές εξελίξεις που θα δρομολογηθούν μετά την ολοκλήρωση της κοινοβουλευτικής διαδικασίας στα Σκόπια για την κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών θα είναι ραγδαίες. Εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, τη χώρα θα διοικεί σύντομα μια κυβερνητική μειοψηφία με την ανοχή των κομμάτων της αντιπολίτευσης, καθώς οι ΑΝΕΛ έχουν προαναγγείλει την αποχώρησή τους από το παρόν κυβερνητικό σχήμα, αλλά ταυτόχρονα τη διατήρηση της στήριξής τους στον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα. Το έτσι κι αλλιώς ρευστό πολιτικό σκηνικό θα γίνει τελείως απρόβλεπτο, καθώς δεν υπάρχει ανάλογο ιστορικό προηγούμενο κυβέρνησης ανοχής μετά τη μεταπολίτευση.

Η ΝΔ έχει προειδοποιήσει ότι στην περίπτωση αυτή ο πρωθυπουργός θα πρέπει να έρθει στη Βουλή για να αναζητήσει μια νέα πλειοψηφία, διαφορετικά δεν θα έχει πολιτική νομιμοποίηση. Το Ποτάμι ξεκαθάρισε ότι θα πρέπει να διενεργηθούν πρόωρες εκλογές. Με αυτά τα δεδομένα προκύπτουν τα εξής ερωτήματα: Πού ποντάρει το Μέγαρο Μαξίμου και εκπονεί σενάρια για κυβέρνηση μειοψηφίας; Επίσης, προβλέπεται από το Σύνταγμα και υπό ποιους όρους μια κυβέρνηση μειοψηφίας με ψήφο ανοχής; Και τελικά, πόσο μπορεί να αντέξει μια κυβέρνηση μειοψηφίας σε ένα πολωτικό εκλογικό περιβάλλον;

Πολύ περισσότερο από τη στιγμή που οι κυβερνητικοί χειρισμοί στην υπόθεση της Novartis δημιουργούν συνθήκες σφοδρής πολιτικής σύγκρουσης χωρίς όρους και κανόνες και με αποκλειστικό στόχο να πληγεί ο «αντίπαλος» και να κερδηθούν οι εντυπώσεις στον δρόμο προς τις κάλπες. Αυτό το σκηνικό έχει εδραιωθεί το τελευταίο διάστημα, ενώ η ένταση κλιμακώθηκε αυτές τις ημέρες, μετά και τις εξελίξεις με τον προστατευόμενο μάρτυρα που τελικά έγινε κατηγορούμενος και διώκεται για παθητική δωροδοκία.

Με τα σημερινά δεδομένα είναι εξαιρετικά πιθανό να πάμε μέχρι την προεκλογική περίοδο μέσα σε ένα πολεμικό πολιτικό κλίμα. Να φτάσουμε, δηλαδή, στις εκλογές με την αντιπαράθεση να επικεντρώνεται σε βαρείς χαρακτηρισμούς, ανταλλαγές αστήρικτων κατηγοριών, υποσχέσεις για μελλοντικές καταδίκες και προσωπικές επιθέσεις. Ολο αυτό το νοσηρό σκηνικό θα θέσει στο περιθώριο την ουσιαστική πολιτική αντιπαράθεση, την κατάθεση προγραμματικών προτάσεων, τον διάλογο πάνω στα ανοιχτά ζητήματα για το μέλλον της χώρας.

Σε μια χρονική και πολιτική συγκυρία, που η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε ένα κρίσιμο μεταίχμιο, η Ευρώπη προσπαθεί να διαχειριστεί τις αποκλίνουσες τάσεις, η χώρα μας μόλις έχει βγει από τον εφιάλτη των μνημονίων και η χάραξη μιας αναπτυξιακής πορείας εκκρεμεί, το εγχώριο πολιτικό σύστημα αναλώνεται σε μια ανούσια τακτική φραστικής όξυνσης και σε μια αδιέξοδη προσπάθεια χάραξης διαχωριστικών γραμμών.

Προφανώς κατά τη διάρκεια μιας προεκλογικής περιόδου τα κόμματα εξουσίας θα προσπαθήσουν να ορίσουν διαχωριστικές γραμμές ως προς το ύφος της πρότασής τους για τη διακυβέρνηση της χώρας. Ομως, από αυτό το σημείο μέχρι να μην υφίσταται ουσιαστική πολιτική αντιπαράθεση επί συγκεκριμένων ουσιωδών θεμάτων, υπάρχει τεράστια απόσταση.

Ολα αυτά καθιστούν αναγκαία την επανεκκίνηση της ουσιαστικής πολιτικής συζήτησης στη χώρα. Ακόμη και αν η κυβέρνηση στηρίζει με τη στάση της την πολιτική πρακτική του αναπληρωτή υπουργού Υγείας Παύλου Πολάκη, οι λοιπές πολιτικές δυνάμεις επιβάλλεται να προσπαθήσουν να αντιστρέψουν αυτή την αδιέξοδη πορεία. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει συγκάλυψη ενδεχόμενων σκανδάλων ή ασυλία πιθανών πολιτικών ευθυνών των προηγούμενων. Η Δικαιοσύνη έχει τη σχετική αρμοδιότητα και πρέπει να κάνει τη δουλειά της απερίσπαστη.

Από εκεί και πέρα αυτό που χρειάζεται η ελληνική κοινωνία είναι να ακούσει ρεαλιστικά και ανθρωποκεντρικά σχέδια για το αύριο, προτάσεις υγιούς οικονομικής πολιτικής, ειλικρινείς ιδέες για την ανάπτυξη, άμεσα εφαρμόσιμα προγράμματα για την Υγεία και την Παιδεία, σοβαρές στρατηγικές για την άμυνα και τα εθνικά ζητήματα. Θέλει να ακούσει προτάσεις για τη μείωση της ανεργίας, για τη διεύρυνση του κοινωνικού κράτους, την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και τη στήριξη της επιχειρηματικότητας και των επενδύσεων. Με άλλα λόγια οι πολίτες θέλουν θέσεις και προτάσεις, όχι κραυγές και συνθήματα. Χρειάζονται μια ουσιαστική συζήτηση που οι αντιπαραθέσεις θα είναι ιδεολογικές και όχι «επικοινωνιακές». Για να πάμε σε εκλογές που η ψήφος θα έχει τον χαρακτήρα έκφρασης εμπιστοσύνης σε κόμματα και πολιτικές και όχι διαμαρτυρίας εναντίον όσων κυβέρνησαν μέχρι τώρα.

Διαφορετικά, ο κίνδυνος να εμπεδωθεί στην κοινωνία η πεποίθηση ότι τα κόμματα δεν είναι φορείς κατάθεσης προτάσεων και άσκησης πολιτικών, αλλά απλοί νομείς της εξουσίας είναι κάτι παραπάνω από ορατός. Οπως και η επιβεβαίωση της εκτίμησης ότι οι πραγματικές αποφάσεις δεν λαμβάνονται στη χώρα μας και πως τα πραγματικά κίνητρα του πολιτικού προσωπικού είναι τα οφέλη της εξουσίας και όχι η εξυπηρέτηση του κοινωνικού συμφέροντος. Αυτές οι εκτιμήσεις απλώς τροφοδοτούν ένα επικίνδυνα τοξικό κλίμα απονομιμοποίησης της πολιτικής και καλλιεργούν το έδαφος για ακόμη πιο βαθιά κρίση των δημοκρατικών θεσμών και ενίσχυση των ακραίων δυνάμεων της μισαλλοδοξίας, του φανατισμού και του εθνικισμού.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου